ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

‘Εισαγωγικά’ - Γεωγραφία - Ιστορία της Βλάστης (του Γιάννη Τσιαμήτρου)

Στα ‘εισαγωγικά’ (σελ. 9-14) ο Σ. γράφει ότι η Βλάστη έχει ιστορία, αλλά όχι παλιά γιατί ως οργανική  κοινοτική ομάδα συγκροτήθηκε στα ορεινά εκ των περιστάσεων της δουλείας (ενν. Τουρκοκρατία).

Στα ‘εισαγωγικά’ (σελ. 9-14) ο Σ. γράφει ότι η Βλάστη έχει ιστορία, αλλά όχι παλιά γιατί ως οργανική  κοινοτική ομάδα συγκροτήθηκε στα ορεινά εκ των περιστάσεων της δουλείας (ενν. Τουρκοκρατία).

Στα ‘εισαγωγικά’ (σελ. 9-14) ο Σ. γράφει ότι η Βλάστη έχει ιστορία, αλλά όχι παλιά γιατί ως οργανική  κοινοτική ομάδα συγκροτήθηκε στα ορεινά εκ των περιστάσεων της δουλείας (ενν. Τουρκοκρατία).

Για τη συγκρότηση του αρχικού συνοικισμού της Βλάστης ο κύριος συντελεστής νοείται  ο πέριξ  γηγενής πληθυσμός. Όσον αφορά την μετοικισία ο Σ. λέει πως έχουν καταφύγει κατά καιρούς  στη Βλάστη άνθρωποι, είτε μεμονωμένοι είτε κατά ομάδες, για τον αριθμό των οποίων έχουν εξαχθεί αοριστίες με εσφαλμένα συμπεράσματα (‘…Ακολουθεί το πολλήν έχον σημασίαν κεφάλαιον περί μετοίκων, ήτοι των καταφυγόντων εις Βλάστην κατά καιρούς ομαδικώς ή κατά μονάδας, αποσαφηνιζομένων αοριστιών μετά συμπερασμάτων εσφαλμένων’… σελ. 10). Διαβεβαιώνει ακόμα ότι η μετοικισία προήλθε κατά μεγάλο μέρος από ‘επίλεκτους κατά το  φρόνημα ιδίως, την οικογενειακή παράδοση και την αντίληψη περί του τρόπου ζωής’ (σελ. 11). Η αποδημία από τη Βλάστη έγινε λόγω της στενότητος του χώρου και της έλλειψης εργασίας.

      Στο Πρώτο Μέρος (Γεωγραφία) συνοψίζουμε ως εξής:

      Η Βλάστη βρίσκεται στο κέντρο των βουνών Σινιάτσικου και Μουρικίου σε οροπέδιο σε ύψος 1.240 περίπου μέτρων. Κοντά είναι η Σισάνη, τα Νάματα, το Εμπόριο κ. ά. Κατείχε το ακραίο ανατολικό σημείο της Επαρχίας (Καζά) Ανασελίτσης (Βοϊου) με κέντρο διοίκησης (τουρκικής) το Λεψίστι (Νεάπολη) και με γλώσσα την ελληνική στην ενότητα αυτή (ακόμα και οι μωαμεθανοί, εξισλαμισθέντες εντόπιοι εγνώριζαν μόνο την ελληνική).  Η Βλάστη ήταν τσιφλίκι του Μπέη της Λεψίστης (Νεάπολης) από το 1806 μέχρι το 1828. Η σχέση της με τα Καϊλάρια (Πτολεμαΐδα) ήταν περισσότερο οικονομική.

     Μέσω της Βλάστης προς Ανασελίτσα περνούσαν καραβάνια (με ζώα: άλογα, μουλάρια, γουμάρια)  με εμπορεύματα προς τα ορεινά της Πίνδου και αντίθετα προς την Κεντρική Μακεδονία. Υπήρχαν βέβαια και δευτερεύοντες δρόμοι προς διάφορες κατευθύνσεις της ευρύτερης περιοχής [Κλεισούρα, Καστοριά, Φλώρινα, Κοζάνη, Σιάτιστα, Γαλατινή (Κοντσικό)].

     Η κύρια ασχολία των κατοίκων της ήταν η γεωργία, αλλά δεν έλειπαν και: κτίστες, μαραγκοί, ραφτάδες, υποδηματοποιοί, κρεοπώλες, σαμαράδες, κηροποιοί, τυροκόμοι κλπ. Δεσμούς με τη Βλάστη είχαν και οι κτηνοτρόφοι με τα καλύβια τους (τις λεγόμενες  ‘κατούνες’ = σκηνές) και τη νομαδική τους ζωή (Σαρακατσάνοι, Βλάχοι). Οι κτηνοτρόφοι δεν είχαν στην αρχή ιδιόκτητα σπίτια και για τις οικογένειες (εκτός από τις καλύβες) ορισμένοι (σ.σ. οι τσέλιγκες περισσότερο) νοίκιαζαν οικήματα των πτωχότερων Βλατσιωτών. Όποια σχέση είχαν οι  ντόπιοι πληθυσμοί του Δαμασίου, Τυρνάβου κλπ (στη Θεσσαλία) με τους κτηνοτρόφους Βλάχους στα χειμαδιά, την ίδια σχέση είχαν και οι μόνιμοι κάτοικοι της Βλάστης με τους κτηνοτρόφους Βλάχους που έρχονταν εκεί για ξεκαλοκαίριασμα. Από τις δεκαετίες του 30 και 40 του 19ου αιώνα μερικοί κτηνοτρόφοι άρχισαν να αγοράζουν σπίτια απόδημων Βλατσιωτών και στις αρχές του 20ου αι. (1900-19012) οι πιο πλούσιοι από αυτούς έκτιζαν δικά τους σπίτια στη νότια πλευρά της κοινότητας της Βλάστης. Ωστόσο, αναφορά παρουσίας Βλάχων κτηνοτρόφων μεταξύ των μόνιμων  κατοίκων του χωριού υπάρχει από το 1806 (σελ. 23). Επίσης, υπάρχει η πληροφορία ότι το έτος 1846 ‘εταιρεία τινών  Βλάχων’ έδωσε χρηματικό ποσό ‘υπέρ ‘σχολής  Βλάτσης’ (σ.σ. εταιρεία: με την έννοια της συντροφικής οργάνωσης). Νοείται  έτσι και οργάνωση  Βλάχων από τότε και αντιδιαστολή με τους γηγενείς, καλούμενους κοινώς Γραίκους (σελ. 24).

     Η κτηνοτροφία στο χωριό έφθασε σε τόση μεγάλη ανάπτυξη στις αρχές του 20ου αιώνα, ώστε οι κτηνοτρόφοι του έψαχναν βοσκές για τα κοπάδια τους και σε πολλά άλλα μέρη (Βέρμιο, Γράμμο κλπ) και γιαυτό ήταν επόμενο εκείνη την εποχή να γίνεται λόγος για τη Βλάστη ως καθαρά κτηνοτροφική κοινότητα και σύσταση. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί και το επάγγελμα του αγωγιάτη (κιρατζή) σε τοπικό και ευρύτερο επίπεδο, καθώς και του οικιακού βιοτέχνη (γυναίκες).

     Το παζάρι γινόταν  στο κέντρο της Βλάστης δυο φορές την εβδομάδα (Δευτέρα, Πέμπτη) και ήταν πλούσιο και με όλα τα αγαθά. Αρκετοί Βλατσιώτες πήγαιναν τις Τετάρτες στο παζάρι των Καϊλαρίων (νυν Πτολεμαΐδα), τις Παρασκευές σε αυτό του Τσοτυλίου και τις Δευτέρες στο Σόροβιτς (Αμύνταιο). Δεν παρέλειπαν να πηγαίνουν και στα ετήσια παζάρια (εμποροπανηγύρεις) σε κωμοπόλεις, χωριά και μοναστήρια, που γίνονταν στην ευρύτερη περιοχή.

     Επιγαμίες με άλλα μέρη εκτός Βλάστης δεν γινόταν (‘παπούτσι από τον τόπο σου’). Υπήρξαν, ωστόσο,  εξαιρέσεις επιγαμιών με Σιάτιστα και Καστοριά για διαφόρους λόγους (φτώχεια, μειωμένο ηθικό, εγωισμοί κλπ), όπως και με άλλα μέρη κοντινά και μακρινά.  Οι περισσότερες επιγαμίες εκτός Βλάστης γινόταν  με τη γειτονική Πιπίλιστα (νυν Νάματα). Οι μετακινούμενες κτηνοτροφικές  οικογένειες (τσελιγκάδες) της Βλάστης είχαν επιγαμίες κατά κανόνα  με το ‘σινάφι’ τους (δηλαδή μεταξύ τους) και από άλλους τόπους. Οι Βλατσιώτες δεν έδιναν γυναίκα σε τέτοιες οικογένειες, γιατί ο τρόπος ζωής αυτών (κτηνοτρόφων) ήταν τραχύς και σκληρός (σελ. 31-32).

     Στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα η Βλάστη προσπέρασε το στάδιο του χωριού, έτσι ώστε το 1797 να καταγράφεται  ως ‘κωμόπολις’ επίσημα στο κώδικα της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης. Ο Σ. θεωρεί ότι και στα μέσα του 18ου αιώνα ο πληθυσμός της Βλάστης πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλος, συμπεραίνοντας από  το τέμπλο και τις εικόνες της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου (1756), τα οποία προϋποθέτουν χωρίς αντίρρηση και ανάλογα μεγάλο  εκκλησίασμα.

      Πάντως, δεν αναφέρεται, με σίγουρα ιστορικά στοιχεία, συγκεκριμένος πληθυσμός από παλιότερα (‘σκότος πηγών’). Μόνο το 1904 αναφέρονται 4.024 ψυχές με 400 σπίτια, σύμφωνα με γενική απογραφή που έγινε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς και μόνο 1.600 ψυχές το 1922 από τον  Leon. Schultze, χωρίς να υπολογίζονται 150 οικογένειες κτηνοτρόφων που ήταν στα χειμαδιά.

     Στο υπόμνημα των ιδιοκτητών των οικιών στη Βλάστη στα χρόνια (1900-1925)  παρατίθεται  πίνακας με τα επώνυμα των Βλατσιωτών, σχεδιάγραμμα του χωριού με τη θέση 390 περίπου σπιτιών. Ο Σ. διευκρινίζει ότι από το σύνολο των 390 σπιτιών, ένα μικρό μόνο  μέρος (20-25) ανήκε σε καθαρά κτηνοτροφικές μετακινούμενες οικογένειες (εύπορες). Τα υπόλοιπα σπίτια ανήκαν στους μόνιμους και εδραίους κατοίκους (γεωργοί, επαγγελματίες, ξενιτεμένοι κλπ). Αυτοί ήταν οι καθαυτό Βλατσιώτες, οι καλούμενοι Γκραίκοι, σε αντίθεση με τους μετακινούμενους και ξεχειμωνιάζοντες στη Θεσσαλία και Χαλκιδική, του λεγόμενους Βλάχους. Οι περισσότεροι από αυτούς (βλάχους) δεν είχαν στέγη στο χωριό και όσοι είχαν (στέγη)  νοίκιαζαν χώρους από παλιά συνήθεια (κατ’ έθος παλαιόν) από τους πτωχότερους Βλατσιώτες. Ο Σ. συμπληρώνει ότι τα σπίτια των κτηνοτρόφων προέρχονταν, είτε από αγορά παλιών σπιτιών των γηγενών, είτε από ανέγερση νέων στο ΝΔ τμήμα στους πολύ τελευταίους (έσχατους) χρόνους της τουρκοκρατίας.

     Στο δεύτερο μέρος (Ιστορία) ο Σ. ξεκινάει με την αναφορά των οικισμών που προϋπήρχαν κοντά στον αρχικό (οικισμό) της Βλάστης. Έτσι,  μνημονεύει αρχικά τα παλιοχώρια Πεκρεβενίκο και Γριάτσανη στα ανατολικά της. Δίνει μάλιστα τη πληροφορία από διήγηση παλαιοτέρων (προφορική παράδοση) ότι από τη θέση Άγιος Μάρκος, που βρίσκεται στον οικισμό Πεκρεβενίκου, ήλθε στη Βλάστη η εικόνα του Αγίου Μάρκου, του κεντρικού ναού της. Νοτιοδυτικά βρίσκεται  το Σισάνι, ‘τα δεδομένα-του οποίου-παρουσιάζονται ελλιπή κατά μέγα μέρος’ (σελ. 45) σε σχέση με τη Βλάστη. Καταλήγει (σελ. 51) ότι από τη μελέτη του δεν φαίνεται (και είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί) η Βλάστη να έχει δημιουργηθεί πρώτιστα από τους πέριξ οικισμούς. Εκείνο που διαβεβαιώνει είναι ότι ο οικισμός της είναι ‘πλήρης και ικανός’ από τα μέσα του 18ου αιώνα.

 

(πηγή: Μ. Α. Καλινδέρη ‘Ο Βίος της Κοινότητος Βλάτσης* επί Τουρκοκρατίας’, εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσ/νίκη 1982, σελ. 9-51).

*Ο Μ. Καλλινδέρης χρησιμοποιεί το παλιό όνομα Βλάτση και όχι Βλάστη. Εμείς θα γράφουμε το τωρινό όνομα Βλάστη.

 

 

      Σημ: όπου Σ. = συγγραφέας Μ. Καλινδέρης. Το σημείωμα αποτελεί σκιαγράφηση βιβλίου του Μ. Α.  Καλινδέρη (‘Πηγή’ στο τέλος του σημειώματος), ο οποίος αποτελεί, κατά τη ταπεινή μας γνώμη, έναν αμερόληπτο και έγκριτο συγγραφέα και επιστήμονα. Η σκιαγράφηση έγινε με απόλυτο σεβασμό στο κείμενο, χωρίς προσωπικές μας παρεμβάσεις.

     σ.σ. = Σημείωση εκδότη (δική μου).