ΤΟΠΙΚΑ

Η πρώτη (και η τελευταία) Ελληνοτουρκική συμπλοκή του 1821 στο ν. Σερρών

Του Βασιλείου Γιαννογλούδη, καθηγητή 4ου Λυκείου Σερρών και αντιπροέδρου της Ε.Μ.Ε.Ι.Σ.

Στα όρια του Νομού Σερρών η πρώτη (και η τελευταία) Ελληνοτουρκική συμπλοκή του 1821 έγινε στις 7 Μαΐου του 1821 στο Τσάγιεζι [Λιμάνι της Αμφίπολης]. Στο άρθρο αυτό θα προσπαθήσουμε με αναφορά σε υπάρχουσες πηγές να προσδιορίσουμε τα αίτια, το χαρακτήρα και την απήχηση της μικρής μάχης.

Η προετοιμασία της Επανάστασης του 1821 στα Σέρρας

Στο Νομό με πρωτοβουλία του Φιλικού Μητροπολίτη Σερρών Χρύσανθου έγινε μια μακρόχρονη προσπάθεια εφοδιασμού της πόλης Σερρών (αλλά και της ευρύτερης περιοχής) με όπλα και πολεμοφόδια για να χρησιμοποιηθούν στην προετοιμαζόμενη επανάσταση του γένους εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ως κέντρο αποθήκευσης πολεμικού υλικού αλλά και έμπειρων αρματολών επιλέχθηκε η μονή της Λιόκαλης στη συνοικία Κατακονόζι – Αγ. Αναργύρων. Τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στα Σέρρας στην περιοχή μας ήταν: 1) Ο Ιωάννης Φαρμάκης που όμως ακολούθησε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, 2) Ο Μητροπολίτης Χρύσανθος, 3) τα αδέλφια εμπόρους Αστέριο και Αθανάσιο Σκανδάλη και 4) Ο εικοσιπεντάχρονος Νικόλαος Κασομούλης. Ο Εμμ. Παπάς για να γλυτώσει από τη σχεδιασμένη δολοφονία του έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, έγινε εκεί μέλος της Φιλικής Εταιρείας στις 21/12/1819 και με εντολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις 23 Μαρτίου 1821 έφθασε στο Άγιο Όρος, να ηγηθεί της επανάστασης στη Μακεδονία. Άρα τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας που δρούσαν Απρίλιο – Μάιο του 1821 ήτανε ο Μητροπολίτης, τα αδέλφια Σκανδάλη και ο Νικόλαος Κασομούλης.  
Σύμφωνα με τον Νικόλαο Κασομούλη, όταν έφθασε στα Σέρρας η είδηση του απαγχονισμού του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ «δειλίασεν τον Μητροπολίτης και όλους τους επισήμους των Σερρών· άρχισαν να σκέπτωνται πλέον πως να αποφύγουν τον κίνδυνον και όχι πως να κτυπήσουν [τους Οθωμανούς]… Ο Εμμανουήλ Παππά από Κωνσταντινούπολιν μετέβη εις Άγιον Όρος· απ’ εκεί ειδοποίησεν το φθάσιμόν του, τον Σερρών και λοιπούς, παρακινώντας τους να κινηθούν. Πλην το σχέδιον [της εξέγερσης των χριστιανών Σερραίων] εματαιώθη από το κέντρον».
Όμως για να προετοιμάσουν οι Σερραίοι την εξέγερση είχαν ανάγκη από ντουφέκια, όπλα και μπαρούτι. Με ντουφέκια και όπλα είχαν εφοδιαστεί, το μπαρούτι όμως ήταν λίγο και γι’ αυτό παράγγειλαν και άλλο. 

Τα γεγονότα πριν της 7 Μαΐου του 1821

Ο Κασομούλης στην Σμύρνη γνώρισε τον έμπορο Θεόδωρο Ποντίκη από το Άργος (αργότερα τον αποκαλεί Μοραΐτη), ο οποίος λόγω της γεωγραφικής του καταγωγής ήταν ύποπτος ως επαναστάτης και τελικά κατέφυγε στα Σέρρας στο σπίτι του Κασομούλη. Ας θυμηθούμε ότι η καταγωγή του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ ήταν από τη Δημητσάνα του νομού Αρκαδίας και για το λόγο αυτό, ο Σουλτάνος θεωρούσε όλους τους Μοραΐτες επαναστάτες.

Σύμφωνα με αφήγηση του Κασομούλη στο βιβλίο του Στρατιωτικά Ενθυμήματα, τομ. Α΄, Αθήνα 1939, σ. 136: «Εσυμφωνήσαμεν με τον Θοδωρήν Μοραΐτην πρωτύτερα  να αγοράσωμεν 30 φορτώματα μπαρούτι από τους μπαρουκτζήδες της Δράμας και να το πηγαίνουν εις το Τζιαϊαγζί εις την ακρογιαλιάν, και τοιούτοι φιλογενείς εφάνησαν ριψοκινδυνεύσαντες, ώστε το ξεφόρτωσαν έως εις τον λιμένα και το έβαλαν παράμερα.

Εστοχάσθην [διά] να μη βάλω εις κίνδυνον τον φυγάν ως Μοραΐτην (διώκοντο πανταχόθεν με ποινήν κεφαλικήν οι Μοραίται), και εκ τούτου προδοθή η Εταιρία· εζήτησα την γνώμην του πατρός μου να τον συνοδεύσω έως εις το Άγιον Όρος, και από εκεί ο μεν να απεράση διά Πελοπόννησον, εγώ δε να μετέβω εις την πατρίδα - έχοντας και την άδειαν της εξουσίας των Σερρών, οπού ημπορούσα να περιέρχωμαι ελεύθερα - κατόπι δε να φύγη και ο πατήρ μου με τους αδελφούς μου και λοιπούς εκεί, οπού είχαμεν άσυλα περισσότερα, ως ελευθερώτερα μέρη οπού ήτον πάντοτε».
Ας προσπαθήσουμε να «αποκρυπτογραφήσουμε» το παραπάνω κείμενο του Κασομούλη γνωρίζοντας ότι το έγραψε, χωρίς να κρατά σημειώσεις, από το 1832 και πέρα, δηλ. 11 τουλάχιστον χρόνια μετά τα γεγονότα του 1821.

Το μπαρούτι το παρήγγειλε και το πλήρωσε ο Κασομούλης, με εντολή του μητροπολίτη Χρύσανθου (για λογαριασμό φυσικά των Σερραίων χριστιανών) από τη Δράμα. Πιο συγκεκριμένα είναι βέβαιο ότι εννοεί ο συγγραφέας ότι η παραγγελία έγινε από το Πράβι [Ελευθερούπολη], στο οποίο υπήρχαν εργαστήρια παρασκευής μπαρούτι και διακινούσαν το μπαρούτι μέσα σε βαρέλια, μέσω των λιμανιών της Καβάλας και του Τσάγιεζι [Αμφίπολης]. Οι Έλληνες από το Πράβι, ριψοκινδεύοντας, λόγω του επαναστατικού κλίματος που δημιουργούνταν και των καχυποψιών του δυνάστη, εκτέλεσαν την παραγγελία και τα 30 φορτώματα μπαρούτι ξεφορτώθηκαν στο λιμάνι της Αμφίπολης. Ίσως να υπήρξε πρόθεση του Κασομούλη να πάει μαζί με το φίλο του Θεόδωρο Ποντίκη να τα παραλάβουν και να τα μεταφέρουν στα Σέρρας.
Όμως τα γεγονότα εκτυλίχθηκαν ραγδαία. Από τη στιγμή που το σχέδιο της εξέγερσης των Σερραίων ματαιώθηκε, αντιλαμβανόμενος ο Κασομούλης ότι αν αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους ο Μωραίτης φίλος του μπορεί να προδώσει αυτόν και την Φιλική Εταιρεία Σερρών (μέλη και ευρύτερο πυρήνα υποστήριξης), αποφασίζει να συνοδεύσει τον Θεόδωρο στο Άγιο Όρος και από εκεί ο τελευταίος να μεταβεί στην Πελοπόννησο. Ο ίδιος, μη έχοντας πλέον ρόλο στα Σέρρας, θα μεταβεί στην πατρίδα του την Σιάτιστα (και αργότερα θα τον ακολουθήσει ο πατέρας του Κωνσταντίνος και τα δύο αδέρφια του).

Τα γεγονότα της 7ης Μαίου 1821 και η απήχησή τους

Στις 7 Μαΐου 1821 ελληνικά καράβια, μάλλον από τα Ψαρά και πιθανά μετά από εντολή του επιτελείου του Εμμ. Παπά (έχοντας πληροφορίες για την ποσότητα μπαρούτι που μεταφέρθηκε και αποθηκεύτηκε στο τελωνείο Τσάγιεζι, που προορίζονταν για τα Σέρρας και για την εξέγερση των Σερραίων) επιτίθενται στο λιμάνι της Αμφίπολης με κύριο στόχο την αρπαγή του (ίσως να πήραν και άλλο υλικό που υπήρχε στο Τελωνείο, όπως π.χ. τρόφιμα). Σύμφωνα και πάλι με τον Κασομούλη πηγαίνοντας με το φίλο του Θεόδωρο προς το Τσάγιεζι, τους ειδοποίησαν χωρικοί να επιστρέψουν στην Νιγρίτα, γιατί στο Λιμάνι γίνεται μάχη Ελλήνων με Τούρκους. Συγκεκριμένα, «διότι εβγήκαν καράβια εις τον λιμένα, άρπαξαν τον τελώνην, άρπαξαν όσον πράγμα ήτον εκεί και όσους Τούρκους έμπορους ηύραν, και ούτως όλοι οι χωριάται Τούρκοι αρματωμένοι καταβαίνουν να προκαταλάβουν τας θέσεις. Μία τοιαύτη είδησις μ’ ετάραξεν εμένα και όλον τον λαόν» (Στρατιωτικά Ενθυμήματα σ. 137).

Κατόπιν ακολούθησαν τα γεγονότα της 8ης Μαίου, που με σχέδιο καταστολής (και σε περίπτωση αντίδρασης σφαγιασμού) κατέληξε σε παράδοση του οπλισμού των Σερραίων και όπως μας αναφέρει ο Κασομούλης, σε πληροφορία που μας διασώζει στα απομνημονεύματά του (Στρατιωτικά Ενθυμήματα σ. 139), σε φυλάκιση «150 επισήμων πραματευτών και του Μητροπολίτη».
Τα παραπάνω γεγονότα αναφέρθηκαν στον ευρωπαϊκό τύπο και είχαν φιλελληνική απήχηση. Ο Σερραίος ερευνητής Αργύρης Τσιάπος μας έθεσε υπόψη κείμενο της γαλλικής εφημερίδας Journal de Grenoble, στην οποία στο φύλλο της 2/8/1821 στην πρώτη σελίδα αναπαράγει είδηση, από πηγή της Φραγκούρτης- Γερμανίας στις 21/7/1821, σύμφωνα με την οποία: «Μαθαίνουμε ότι ο στόλος των εξεγερμένων Ελλήνων αποβίβασε στον κόλπο της Θεσσαλονίκης πυρομαχικά που προορίζονταν για τους Έλληνες κατοίκους της πόλης των Σερρών οι οποίοι τα παραλαμβάνουν από τον ποταμό Καρασού [Στρυμόνα], παλιού Πόντου, που έχει την έξοδο του στο κόλπο του Ορφανού. Η ένωση των εξεγερμένων του Αίνου με τον ελληνικό στόλο, που χτυπάει από την στεριά και από τη θάλασσα τη μύτη (άκρη) της Καλλίπολης, αποβιβάζοντας ομάδες στα μετόπισθεν των Τούρκων από τον κόλπο του Σάρου, θα έχει πολύ σημαντικά αποτελέσματα στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης» (Η μετάφραση έγινε από τη συνάδερφο των Γαλλικών Αντωνία Θεοχαρίδου).  

Η εφημερίδα εκτός από την προφανή φιλελληνική προσέγγιση των ειδήσεων ενημερώνει τους αναγνώστες και για «σημαντικά αποτελέσματα σε πολιορκία της Κωνσταντινούπολης», πράγμα το οποίο φαντάζει απίθανο. Με βάση τα απομνημονεύματα του Κασομούλη μπορούμε να διορθώσουμε/ αποκαταστήσουμε την είδηση ως προς το πρώτο της σκέλος που αφορά τα Σέρρας. Δεν πρόκειται φυσικά για αποβίβαση πυρομαχικών από ελληνικά πλοία στον κόλπο του Ορφανού (Τσάγιεζι), αλλά για αρπαγή πυρομαχικών (30 φορτώματα μπαρούτι) από ελληνικά πλοία, που άφησαν Έλληνες από το Πράβι [Ελευθερούπολη] και προορίζονταν για τους Σερραίους. Η αρπαγή των πυρομαχικών πιθανά έγινε για ενίσχυση του αγώνα του Εμμ. Παπά, που από τις 23 Μαρτίου οργάνωνε την επανάσταση στο Άγιο Όρος και την έναρξη της οποίας πραγματοποίησε στο Πρωτάτο των Καρυών, με όλους τους ηγουμένους των Μονών, στις 17 Μαΐου 1821.