ΣΗΜΕΙΑ ΑΙΧΜΗΣ

Από «Το σπασμένο τζάμι» του Μιχάλη Τσαντήρη στο σπασμένο τζάμι του Αμίρ-Του Χρήστου Σαμαρά

Το σπασμένο τζάμι του μικρού Αφγανού Αμιρ, είναι το έργο που επιτελέσαμε στον εαυτό μας, όλοι όσοι συντελέσαμε ή ανεχθήκαμε τις παρεμβάσεις και τα σχέδια των «μεγάλων» στις χώρες αυτές.Οι φυσικοί αυτουργοί, νεοναζί και ρατσιστές , είναι το κατάντημα του ανθρώπινου είδους, αναπόφευκτη και μοιραία κατάληξη μιας αμόρφωτης και απαίδευτης κοινωνίας.

Το σπασμένο τζάμι του μικρού Αφγανού Αμιρ, είναι το έργο που επιτελέσαμε στον εαυτό μας, όλοι όσοι συντελέσαμε ή ανεχθήκαμε τις παρεμβάσεις και τα σχέδια των «μεγάλων» στις χώρες αυτές.Οι φυσικοί αυτουργοί, νεοναζί και ρατσιστές , είναι το κατάντημα του ανθρώπινου είδους, αναπόφευκτη και μοιραία κατάληξη μιας αμόρφωτης και απαίδευτης κοινωνίας.

Το βιβλίο «το σπασμένο τζάμι» είναι μια συλλογή διηγημάτων που έγραψε ο Μιχάλης Τσαντήρης το 1965. Είναι έργο όπου ξεδιπλώνεται κξαι αποκαλύπτεται η εξαιρετική δράση του συγγραφέα αλλά και ο ανθρωπισμός, η αλληλεγγύη και τα αριστερά οράματα ηρώων του.

Το σπασμένο τζάμι του μικρού Αφγανού Αμιρ, είναι το έργο που επιτελέσαμε στον εαυτό μας, όλοι όσοι συντελέσαμε ή ανεχθήκαμε τις παρεμβάσεις και τα σχέδια των «μεγάλων» στις χώρες αυτές.

Οι φυσικοί αυτουργοί, νεοναζί και ρατσιστές , είναι το κατάντημα του ανθρώπινου είδους, αναπόφευκτη και μοιραία κατάληξη μιας αμόρφωτης και απαίδευτης κοινωνίας.

Ως δυο συμβάντα, «το σπασμένο τζάμι» του Τσαντήρη και το σπασμένο τζάμι του Αμίρ απέχουν χρονικά 52 χρόνια.

Στον αέναο όμως χρόνο, είναι ένα τσιγάρο δρόμος.

Στο διήγημα η ιστορία είναι απλή. Ο καθηγητής Νέστωρ Αδριανόπουλοςζεί στο σκοτεινό του σπίτι – γραφείο, αναμεσα σε παλιά έπιπλα, πίνακες, μοναξιά και σκόνη.

Δέχεται την επίσκεψη ενός φίλου. Μέσα σ’ εκείνο το περιβάλλον της ησυχίας, της μονοτονίας και της ακινησίας, ξάφνου, ένας θόρυβος, ένα βουητό ακούγεται από τη μεριά που είναι το παράθυρο.

Λέει ο καθηγητής :

-Βλέπεις  αυτό το μαύρο ζούζουλα, που προσπαθεί με βουητό να βγεί έξω απ’ το γυαλί  του παραθυριού;

Οι δύο άντρες στη συνέχεια παρακολουθούν την προσπάθεια του μικρού εντόμου, κάνοντας όμως έναν ενδιαφέροντα φιλοσοφημένο διάλογο.

-Πάει να ξεφύγει απ’ τη γή και να τα φτάσει (τ’ άστρα). Τα βλέπει , μα τον εμποδίζει το γυαλί, αυτό το διάφανο χάος, Δεν θα το κατορθώσει ποτέ.

-Πού ξέρεις; Μπορεί κάποτε ν’  ανοίξει το παράθυρο…

Η σταχτοθήκη έγινε κομήτης, το τζάμι κομματιάστηκε μ΄ένα θόρυβο πρωτάκουστο για το σκοτεινό σαλονάκι. Μπήκε αέρας ζωντανός, ξέφυγς το μαύρο ζούζουλο και πεταξε, ελεύθερο πιά, στον ήλιο.

Ο καθηγητής με μια κίνηση  αυθόρμητη, μα με τόλμη είχε δώσει  τη λύση, μονολογώντας : «Ποτέ δεν θα μπορούσε μόνο του».

Και το διήγημα τελειώνει : « Η κουρτίνα κουνήθηκε σε χαιρετισμό και οι σκόνες χαθήκανε μαζί του στις πολυθρόνες. Μόνο το σπασμένο τζάμι έχασκε ανοιχτό σαν την πληγή μιας ελπίδας».

Στην περίπτωση του μικρού Αμιρ, το τζάμι έσπασε απ’ έξω, από πέτρες που έρριξαν ο ρατσισμός και το μίσος κάποιων σκοτεινών ανθρώπων

Ο μικρός ήταν στο άλλο δωμάτιο κι έτσι γλύτωσε το κεφάλι του και ίσως τη ζωή του. Δεν ήταν όμως δυνατόν  να προφυλάξει και την ψυχή του. Αυτή μάτωσε σαν ένα μικρό κόκκινο τριανταφυλλάκι.

Τον Αμίρ τον πήραν μετά τα κανάλια, τα φώτα της δημοσιότητας, τον ξενάγησαν στο Μαξίμου, αλλά παρά τον υψηλό συμβολισμό (και χρήσιμο) που είχε η κίνηση αυτή, χιλιάδες ανήλικοι πρόσφυγες ζούν σε ανθρώπινες χωματερές, σε άθλιες συνθήκες.

Στο διήγημα του Μιχάλη Τσοντήρη η έξοδος του μικρού ζούζουλου απ’ το σπασμένο τζάμι έχει δυνατή έμπνευση και μήνυμα είναι το άλμα, το σάλτο προς την ελευθερία, είναι το σπάσιμο των δεσμών και η έξοδος.

Ο Μ. Τσαντήρης, συγγραφέας και διανοούμενος της αριστερής βάσης, με το ηθικό πλεονέκτημα του απλού ιδκολόγου που έδωσε, αλλά δεν πήρε τίποτα, που δεν πρόλαβε ούτε καν να επιπλήξει τους σφετεριστές των ιδεών του, συμπικνώνει τα πάντα με το λόγια του ήρωά του.

«εκτός αν…. άλλα χέρια σπάσουν το παράθυρο; Όσο γι΄ αυτό μείνε ήσυχος. Γεννιούνται οι Κοπέρνικοι κάθε τόσο»

Ο Αμίρ με την δημοσιότητα που πήρε το θέμα ίσως τελικά να πάει στον προορισμό τους που είναι η Γερμανία ή κάπου αλλού στην Ευρώπη.

Όμως είμαι σίγουρος, ότι δεν μπορεί να αποστρέψει το βλέμα του απ’ το σπασμένο τζάμι του δωματίου του. Κοιτάει επίμονα τον ουρανό έξω, και σαν το ζούζουλο  θέλει να πετάξει προς την ελευθερία κι ελευθερία γι’ αυτόν  είναι η πατρίδα του και το χωριό του αλλα μια πατρίδα χωρίς πόλεμο και θάνατο.

Θέλει να πετάξει στο χωριό του, στο σχολείο του να ξαναβρεί  τους φίλους και τους δασκάλους του, να τρέξει για ατελείωτο παιχνίδι  στις αλάνες, α πάει με τον παππού του στα μυστικά περάσματα και τα ατελείωτα φαράγγια του Αφγανιστάν.

Εκεί πίσω στο χωρίο, πίσω στο χρόνο της ειρήνης.

Το σπασμένο τζάμι του Τσαντήρη και του Αμιρ μιλάει για ελευθερία και ελπίδα.

Οτιδήποτε άλλο θα ΄ναι ψεύτικο και άλλο.