ΙΣΤΟΡΙΑ
Αντιδικία Κοινότητας Αχινού με Οθωμανό Τσιφλικά το 1885 Συμβολή στην ιστορία του Αχινού το 19ο αιώνα
Βασίλειος Γιαννογλούδης - Α Μέρος
Βασίλειος Γιαννογλούδης - Α Μέρος

Εισαγωγή – Πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο
Από τη δεκαετία του 1860 άρχισε το ενδιαφέρον του Οθωμανικού κράτους, τοπικών
επιχειρηματιών και Ευρωπαίων επιστημόνων και εταιρειών για εκμετάλλευση του ποταμού
Στρυμόνα, της ελαχιστοποιήσεως των ζημιών από τις πλημμύρες του και γενικότερα αύξησης της
εκμετάλλευσης της πεδιάδος των Σερρών. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι αρχές Ιουνίου του 1870 σε
επιστολή του Έλληνα Προξένου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Βατικιώτη προς το Υπουργείο
Εξωτερικών της Ελλάδος, γινόταν λόγος για επίσκεψη του Οθωμανού Γενικού Διοικητή
Βιλαετίου Θεσσαλονίκης Σαβρή Πασσά της πεδιάδος Σερρών για «να μελετήση μετά των
αρμοδίων προσώπων κατά πόσον δύναται ο ποταμός ούτος να γείνη πλευστός και να
περιορισθώσιν αι πλημμύραι αυτού, αι καλύπτουσαι μέγα μέρος της ευφόρου ταύτης»[1].
Ο τοπικός μεγαλοεπιχειρηματίας και τσιφλικάς [2] Χατζή Ταχήρ Βέης, διαβλέποντας
προοπτικές ανάπτυξης και επιχειρηματικής κερδοφορίας του, πρότεινε από τις αρχές του 1883
στην οθωμανική κυβέρνηση να του δοθεί το προνόμιο, ώστε με δική του χρηματοδότηση να
υλοποιήσει σχέδιο να καταστεί πλωτός ο Στρυμόνας, με προοπτική τη μείωση των πλημμυρών,
την αποστράγγιση των ελών πέριξ της λίμνης και του ποταμού, ώστε αυτές να γίνουν
καλλιεργήσιμες και φυσικά την εύκολη διακίνηση ανθρώπων και προϊόντων [3].
Στις 21 Ιουλίου 1884 υπογράφτηκε το συμβόλαιο και το πρόγραμμα εργασιών [4] ανάμεσα
στον υπουργό Δημοσίων Έργων της οθωμανικής κυβέρνησης και στον Ταχήρ Βέη, με τα οποία
παραχωρείται το προνόμιο στον τελευταίο της «εκτέλεσης πάσης εργασίας, ήτις απαιτείται προς
απολύμανσιν και καθαρισμόν των περί την Λίμνην Κερκινίτιδα (Ταχιανός) ... κειμένων
ιχθυοτροφείων (Ταλιάν) και των εν τω ποταμώ Στρυμόνι (Καρά-σου) και περί αυτόν
κατακλυζομένων βαλτωδών γαιών (μπατακλήκ) εις τρόπον ώστε να καταστώσιν αύται
καλλιεργήσιμοι». (Άρθρο 1 του Συμβολαίου) [5].
Στο άρθρο 3 του Συμβολαίου προβλεπόταν όλα τα έξοδα του έργου να τα επωμισθεί ο
προνομιούχος εργολάβος, εντός δύο ετών δηλ. το 1886 να προβεί στην έναρξη των εργασιών που
προβλέπονταν και σε 6 χρόνια να αποπερατώσει το έργο, το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε γιατί
τέλη του 1866 ή αρχές του 1867 ο Ταχήρ Βέης πέθανε.
Ο Έλληνας πρόξενος στα Σέρρας Βιτάλης μας πληροφορεί τον Απρίλιο του 1887, ότι ο
Ταχήρ Βέης «επιληφθείς πυρετωδώς του σπουδαίου τούτου έργου προέβη εις τας καταμετρήσεις του
ποταμού, επεραίωσε πάσας τας προκαταρκτικάς εργασίας διά μηχανικών ειδικών επί διετίαν
ενταύθα εργασθέντων και συντάξας λεπτομερή χάρτην προυτίθετο προ ολίγων μηνών να άρξηται της
κυρίας εργασίας, ότε αίφνης απεβίωσεν εν Κωνσταντινουπόλει καταλιπών το προνόμιον εις τους δύο
ανηλίκους υιούς του» [6].
Η αντιδικία Κοινότητας Αχινού με τον Ταχήρ Βέη
Στην ημερήσια εφημερίδα που εκδίδονταν στην Κωνσταντινούπολη με το όνομα
«Νεολόγος» και έχει ψηφιοποιηθεί από τη βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, εντοπίσαμε στο
φύλλο της 31ης Μαίου 1885 στη σελίδα 2 μια εκτενή αναφορά της στην δικαστική αντιδικία της
Κοινότητας Αχινού με τον εργολάβο Ταχήρ Βέη για μια έκταση της Κοινότητας, που μάλλον
γειτνίαζε με τα έλη της παρακείμενης λίμνης Αχινού (αποξηραμένης στα μέσα της δεκαετίας του
30, με τα παραγωγικά έργα που ανέλαβε από την ελληνική κυβέρνηση η αμερικάνικη εταιρεία
Monks Ulen).
Το πλήρες κείμενο της εφημερίδας «Νεολόγος» είναι το παρακάτω:
«Η παρά την Κερκινίτιν λίμνην κώμη Αχινός από αμνημονεύτων χρόνων εκέκτητο πλουσίαν
και ευρείαν νομήν, εν ή ακωλύτως τα ζώα των κατοίκων αυτής έβοσκον. Αλλ’ από ενός έτους
Οθωμανός τις Ταχήρ αγάς καλούμενος τοσούτον ανυπόφορος κατέστη, ώστε ηνάγκασε τους
χωρικούς να ζητήσωσι τα δίκαια αυτών διά της σεβ. Κυβερνήσεως.
Από τα εν Σέρραις δικαστήρια η υπόθεσις μετηνέχθη εις τα εν Θεσσαλονίκη πριν ή εκδοθή
τελική απόφασις, ο Ταχήρ αγάς έστησεν, εν τη ην αδίκως και παρανόμως διεκδικεί νομή, Αλβανούς
τινας, ου μόνον κωλύοντας τα ζώα των Αχινιωτών από της εν αυτή βοσκής, αλλά και απειλούντας
φόνον εις τους τολμήσοντας ν’ αντιστώσιν.
Οι δυστυχείς Αχινιώται ηναγκάσθησαν να φυλάττωσι τα ζώα αυτών διά παντός οίκοι, ου
ένεκα πολλά εξ αυτών εγένοντο βορά κυνών ελλείψει τροφής, ούτω δε πολλαί οικογένειαι μεγάλως
εδυστύχησαν.
Το Εφετείον Θεσσαλονίκης ηκύρωσε την απόφασιν του Πρωτοδικείου Σερρών, άμα δ’
απέστειλεν εις αυτό διαταγήν όπως διαταχθή ο Ταχήρ αγάς να παύση τας βιοπραγίας του. Ούτος
όμως ου μόνον ελάχιστον δεν παρέσχεν εις την του Εφετείου διαταγήν, αλλά και βιαιότερος κατέστη.
Οι εργάται και φύλακες αυτού ζώα εφόνευσαν, ανθρώπους ανηλεώς έδειραν, τους δε, έστω και
ελάχιστα ανθισταμένους, οι Αλβανοί αυτού φύλακες μέχρι και των αγρών αυτών κατεδίωκον αυτούς.
Φόβος μέγας κατέλαβε τους Αχινιώτας ούτως ώστε πλείστοι ουδέ τους αγρούς αυτών
ηδυνήθησαν να καλλιεργήσωσι, μη τολμώντες να εξέλθωσι των οικιών αυτών. Η κοινότης Αχινού
ταύτα πάντα εγνωστοποίησε ταις αρμοδίαις αρχαίς. Ου πολύς δε παρήλθε χρόνος και ιδού ότι και
φόνος διεπράχθη, περί ου εγένετο μνεία προλαβόντως εν τω «Νεολόγω».
Ποιμήν τις εξ Αχινού, ον πολλάκις οι Αλβανοί του Ταχήρ Αγά φύλακες ηπείλησαν ότι θα
εφόνευον, ευρέθη προ τινων ημερών πεφονευμένος. Ούτος τη προτεραία είχεν ερίσει προς τε τον
Ταχήρ αγάν και τους Αλβανούς αυτού φύλακας. Έφερε δε υπέρ τας τεσσαράκοντα πληγάς
κατενεχθείσας διά μαχαίρας, τα οστά των βραχιόνων είχε τεθραυσμένα, την κεφαλήν εις τέσσερα
μέρη διηρημένην, την δεξιάν χείρα και τους δακτύλους κεκομμένους!!
Η Κοινότης Αχινού πάραυτα ανήγγειλε το πράγμα τω δημάρχω Εζιόβης, ούτος δε
παραλαβών και τον της Νιγρίτης ήλθεν εις τον τόπον ένθα το κακούργημα διεπράχθη και διέταξε τον
Ταχήρ αγάν ίνα περιορίση τους φύλακας αυτού, όπως μη τυχόν δραπετεύσωσι, διότι άλλως
καθίστατο υπεύθυνος.
Ίνα μη μακρηγορώμεν εκ των γενομένων ανακρίσεων απεδείχθη ότι ο Ταχήρ αγάς και εις
ποιμήν αυτού εις φοβεράν ήλθον αντίφασιν. Απεδείχθη δε προς τούτοις ότι παρά την μάνδραν μεν
των Αλβανών του Ταχήρ αγά εγένετο ο φόνος, αλλ’ ο δολοφονηθείς μετηνέχθη μακράν προς
απόκρυψιν της αληθείας. Εν τούτοις το περιεργότατον και σκανδαλωδέστερον είναι ότι ο μεν Ταχήρ
αγάς εφυγάδευσε τους Αλβανούς του καίτοι, ως είρηται, ειδοποιηθείς ίνα τηρή αυτούς ασφαλώς, αι
δε κυβερνητικαί αρχαί ουδέν άχρι τούδε έπραξαν ουχί προς αποκάλυψιν των κακούργων, διότι ούτοι
είναι γνωστότατοι αλλά προς σύλληψιν αυτών. Τούτου μη γενομένου ο Ταχήρ αγάς αποβήσεται
όντως τύραννος και κύριος ολοκλήρου χωρίου, ούτινος τη αληθεία η θέσις είναι και έσται
απελπιστική.
Παραπομπές:
[1] Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Οι Έλληνες Πρόξενοι στη Θεσσαλονίκη (Διπλωματικά έγγραφα 1830-1889), εκδ. Αφοί
Κυριακίδη, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 400.
[2]Το 1886 ήταν κάτοχος των τσιφλικιών Αδά τσιφλίκι (περιοχή ανάμεσα στις Σέρρες και το Σκούταρι), Κις πικεσί
(Σκούταρι) και Μπελίκ Μαχαλέ (Βαλτοτόπι) Εφημ. Νεολόγος, φ. 15-5-1886, σ.2.
[3]Εφημ. Νεολόγος, φ. 11-4-1883, σ.1.
[4] Η σύμβαση αυτή θεωρείται πρώιμη προσπάθεια αξιοποίησης του Στρυμόνα και προϊδεάζει για τα μεταγενέστερα –
και πιο οργανωμένα – έργα της ελληνικής περιόδου, ιδίως αυτά του 1928-1932 που πραγματοποιήθηκαν από τις
αμερικάνικες εταιρείες Monks and Ulen.
[5] Το Συμβόλαιο και το Πρόγραμμα των εργασιών δημοσιεύονται στο άρθρο του Πέτρου Πέννα, «Ο Στρυμών και τα
παραγωγικά έργα της πεδιάδος των Σερρών επί Τουρκοκρατίας», περ. Σερραϊκά Χρονικά, τ. 7 (1976) σ. 96-98.
[6] Π. Πέννας, ό.π. σ. 96.
Από τη δεκαετία του 1860 άρχισε το ενδιαφέρον του Οθωμανικού κράτους, τοπικών
επιχειρηματιών και Ευρωπαίων επιστημόνων και εταιρειών για εκμετάλλευση του ποταμού
Στρυμόνα, της ελαχιστοποιήσεως των ζημιών από τις πλημμύρες του και γενικότερα αύξησης της
εκμετάλλευσης της πεδιάδος των Σερρών. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι αρχές Ιουνίου του 1870 σε
επιστολή του Έλληνα Προξένου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Βατικιώτη προς το Υπουργείο
Εξωτερικών της Ελλάδος, γινόταν λόγος για επίσκεψη του Οθωμανού Γενικού Διοικητή
Βιλαετίου Θεσσαλονίκης Σαβρή Πασσά της πεδιάδος Σερρών για «να μελετήση μετά των
αρμοδίων προσώπων κατά πόσον δύναται ο ποταμός ούτος να γείνη πλευστός και να
περιορισθώσιν αι πλημμύραι αυτού, αι καλύπτουσαι μέγα μέρος της ευφόρου ταύτης»[1].
Ο τοπικός μεγαλοεπιχειρηματίας και τσιφλικάς [2] Χατζή Ταχήρ Βέης, διαβλέποντας
προοπτικές ανάπτυξης και επιχειρηματικής κερδοφορίας του, πρότεινε από τις αρχές του 1883
στην οθωμανική κυβέρνηση να του δοθεί το προνόμιο, ώστε με δική του χρηματοδότηση να
υλοποιήσει σχέδιο να καταστεί πλωτός ο Στρυμόνας, με προοπτική τη μείωση των πλημμυρών,
την αποστράγγιση των ελών πέριξ της λίμνης και του ποταμού, ώστε αυτές να γίνουν
καλλιεργήσιμες και φυσικά την εύκολη διακίνηση ανθρώπων και προϊόντων [3].
Στις 21 Ιουλίου 1884 υπογράφτηκε το συμβόλαιο και το πρόγραμμα εργασιών [4] ανάμεσα
στον υπουργό Δημοσίων Έργων της οθωμανικής κυβέρνησης και στον Ταχήρ Βέη, με τα οποία
παραχωρείται το προνόμιο στον τελευταίο της «εκτέλεσης πάσης εργασίας, ήτις απαιτείται προς
απολύμανσιν και καθαρισμόν των περί την Λίμνην Κερκινίτιδα (Ταχιανός) ... κειμένων
ιχθυοτροφείων (Ταλιάν) και των εν τω ποταμώ Στρυμόνι (Καρά-σου) και περί αυτόν
κατακλυζομένων βαλτωδών γαιών (μπατακλήκ) εις τρόπον ώστε να καταστώσιν αύται
καλλιεργήσιμοι». (Άρθρο 1 του Συμβολαίου) [5].
Στο άρθρο 3 του Συμβολαίου προβλεπόταν όλα τα έξοδα του έργου να τα επωμισθεί ο
προνομιούχος εργολάβος, εντός δύο ετών δηλ. το 1886 να προβεί στην έναρξη των εργασιών που
προβλέπονταν και σε 6 χρόνια να αποπερατώσει το έργο, το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε γιατί
τέλη του 1866 ή αρχές του 1867 ο Ταχήρ Βέης πέθανε.
Ο Έλληνας πρόξενος στα Σέρρας Βιτάλης μας πληροφορεί τον Απρίλιο του 1887, ότι ο
Ταχήρ Βέης «επιληφθείς πυρετωδώς του σπουδαίου τούτου έργου προέβη εις τας καταμετρήσεις του
ποταμού, επεραίωσε πάσας τας προκαταρκτικάς εργασίας διά μηχανικών ειδικών επί διετίαν
ενταύθα εργασθέντων και συντάξας λεπτομερή χάρτην προυτίθετο προ ολίγων μηνών να άρξηται της
κυρίας εργασίας, ότε αίφνης απεβίωσεν εν Κωνσταντινουπόλει καταλιπών το προνόμιον εις τους δύο
ανηλίκους υιούς του» [6].
Η αντιδικία Κοινότητας Αχινού με τον Ταχήρ Βέη
Στην ημερήσια εφημερίδα που εκδίδονταν στην Κωνσταντινούπολη με το όνομα
«Νεολόγος» και έχει ψηφιοποιηθεί από τη βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, εντοπίσαμε στο
φύλλο της 31ης Μαίου 1885 στη σελίδα 2 μια εκτενή αναφορά της στην δικαστική αντιδικία της
Κοινότητας Αχινού με τον εργολάβο Ταχήρ Βέη για μια έκταση της Κοινότητας, που μάλλον
γειτνίαζε με τα έλη της παρακείμενης λίμνης Αχινού (αποξηραμένης στα μέσα της δεκαετίας του
30, με τα παραγωγικά έργα που ανέλαβε από την ελληνική κυβέρνηση η αμερικάνικη εταιρεία
Monks Ulen).
Το πλήρες κείμενο της εφημερίδας «Νεολόγος» είναι το παρακάτω:
«Η παρά την Κερκινίτιν λίμνην κώμη Αχινός από αμνημονεύτων χρόνων εκέκτητο πλουσίαν
και ευρείαν νομήν, εν ή ακωλύτως τα ζώα των κατοίκων αυτής έβοσκον. Αλλ’ από ενός έτους
Οθωμανός τις Ταχήρ αγάς καλούμενος τοσούτον ανυπόφορος κατέστη, ώστε ηνάγκασε τους
χωρικούς να ζητήσωσι τα δίκαια αυτών διά της σεβ. Κυβερνήσεως.
Από τα εν Σέρραις δικαστήρια η υπόθεσις μετηνέχθη εις τα εν Θεσσαλονίκη πριν ή εκδοθή
τελική απόφασις, ο Ταχήρ αγάς έστησεν, εν τη ην αδίκως και παρανόμως διεκδικεί νομή, Αλβανούς
τινας, ου μόνον κωλύοντας τα ζώα των Αχινιωτών από της εν αυτή βοσκής, αλλά και απειλούντας
φόνον εις τους τολμήσοντας ν’ αντιστώσιν.
Οι δυστυχείς Αχινιώται ηναγκάσθησαν να φυλάττωσι τα ζώα αυτών διά παντός οίκοι, ου
ένεκα πολλά εξ αυτών εγένοντο βορά κυνών ελλείψει τροφής, ούτω δε πολλαί οικογένειαι μεγάλως
εδυστύχησαν.
Το Εφετείον Θεσσαλονίκης ηκύρωσε την απόφασιν του Πρωτοδικείου Σερρών, άμα δ’
απέστειλεν εις αυτό διαταγήν όπως διαταχθή ο Ταχήρ αγάς να παύση τας βιοπραγίας του. Ούτος
όμως ου μόνον ελάχιστον δεν παρέσχεν εις την του Εφετείου διαταγήν, αλλά και βιαιότερος κατέστη.
Οι εργάται και φύλακες αυτού ζώα εφόνευσαν, ανθρώπους ανηλεώς έδειραν, τους δε, έστω και
ελάχιστα ανθισταμένους, οι Αλβανοί αυτού φύλακες μέχρι και των αγρών αυτών κατεδίωκον αυτούς.
Φόβος μέγας κατέλαβε τους Αχινιώτας ούτως ώστε πλείστοι ουδέ τους αγρούς αυτών
ηδυνήθησαν να καλλιεργήσωσι, μη τολμώντες να εξέλθωσι των οικιών αυτών. Η κοινότης Αχινού
ταύτα πάντα εγνωστοποίησε ταις αρμοδίαις αρχαίς. Ου πολύς δε παρήλθε χρόνος και ιδού ότι και
φόνος διεπράχθη, περί ου εγένετο μνεία προλαβόντως εν τω «Νεολόγω».
Ποιμήν τις εξ Αχινού, ον πολλάκις οι Αλβανοί του Ταχήρ Αγά φύλακες ηπείλησαν ότι θα
εφόνευον, ευρέθη προ τινων ημερών πεφονευμένος. Ούτος τη προτεραία είχεν ερίσει προς τε τον
Ταχήρ αγάν και τους Αλβανούς αυτού φύλακας. Έφερε δε υπέρ τας τεσσαράκοντα πληγάς
κατενεχθείσας διά μαχαίρας, τα οστά των βραχιόνων είχε τεθραυσμένα, την κεφαλήν εις τέσσερα
μέρη διηρημένην, την δεξιάν χείρα και τους δακτύλους κεκομμένους!!
Η Κοινότης Αχινού πάραυτα ανήγγειλε το πράγμα τω δημάρχω Εζιόβης, ούτος δε
παραλαβών και τον της Νιγρίτης ήλθεν εις τον τόπον ένθα το κακούργημα διεπράχθη και διέταξε τον
Ταχήρ αγάν ίνα περιορίση τους φύλακας αυτού, όπως μη τυχόν δραπετεύσωσι, διότι άλλως
καθίστατο υπεύθυνος.
Ίνα μη μακρηγορώμεν εκ των γενομένων ανακρίσεων απεδείχθη ότι ο Ταχήρ αγάς και εις
ποιμήν αυτού εις φοβεράν ήλθον αντίφασιν. Απεδείχθη δε προς τούτοις ότι παρά την μάνδραν μεν
των Αλβανών του Ταχήρ αγά εγένετο ο φόνος, αλλ’ ο δολοφονηθείς μετηνέχθη μακράν προς
απόκρυψιν της αληθείας. Εν τούτοις το περιεργότατον και σκανδαλωδέστερον είναι ότι ο μεν Ταχήρ
αγάς εφυγάδευσε τους Αλβανούς του καίτοι, ως είρηται, ειδοποιηθείς ίνα τηρή αυτούς ασφαλώς, αι
δε κυβερνητικαί αρχαί ουδέν άχρι τούδε έπραξαν ουχί προς αποκάλυψιν των κακούργων, διότι ούτοι
είναι γνωστότατοι αλλά προς σύλληψιν αυτών. Τούτου μη γενομένου ο Ταχήρ αγάς αποβήσεται
όντως τύραννος και κύριος ολοκλήρου χωρίου, ούτινος τη αληθεία η θέσις είναι και έσται
απελπιστική.
Παραπομπές:
[1] Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Οι Έλληνες Πρόξενοι στη Θεσσαλονίκη (Διπλωματικά έγγραφα 1830-1889), εκδ. Αφοί
Κυριακίδη, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 400.
[2]Το 1886 ήταν κάτοχος των τσιφλικιών Αδά τσιφλίκι (περιοχή ανάμεσα στις Σέρρες και το Σκούταρι), Κις πικεσί
(Σκούταρι) και Μπελίκ Μαχαλέ (Βαλτοτόπι) Εφημ. Νεολόγος, φ. 15-5-1886, σ.2.
[3]Εφημ. Νεολόγος, φ. 11-4-1883, σ.1.
[4] Η σύμβαση αυτή θεωρείται πρώιμη προσπάθεια αξιοποίησης του Στρυμόνα και προϊδεάζει για τα μεταγενέστερα –
και πιο οργανωμένα – έργα της ελληνικής περιόδου, ιδίως αυτά του 1928-1932 που πραγματοποιήθηκαν από τις
αμερικάνικες εταιρείες Monks and Ulen.
[5] Το Συμβόλαιο και το Πρόγραμμα των εργασιών δημοσιεύονται στο άρθρο του Πέτρου Πέννα, «Ο Στρυμών και τα
παραγωγικά έργα της πεδιάδος των Σερρών επί Τουρκοκρατίας», περ. Σερραϊκά Χρονικά, τ. 7 (1976) σ. 96-98.
[6] Π. Πέννας, ό.π. σ. 96.
#SerresParatiritis