Από το «έκνομο αίτημα» στην «παρεξήγηση»: Η απεργία πείνας Ρούτση ξεγύμνωσε το καθεστώς
Μέχρι προχθές, ο Γιώργος Φλωρίδης, χαριεντιζόμενος στην Ολομέλεια, απαντούσε με ειρωνεία στον Αλέξη Χαρίτση που του ζητούσε να ακούσει έναν απελπισμένο πατέρα. Ο Άρειος Πάγος δήλωνε ότι «δεν υφίσταται δυνατότητα ικανοποίησης του αιτήματος». Ο Πορτοσάλτε βάφτιζε «τσαντίρι» την ομπρέλα και την καρέκλα ενός ανθρώπου που είχε ήδη μπει στην 9η μέρα απεργίας πείνας. Και το αφήγημα ήταν σαφές: το αίτημα είναι έκνομο, εμείς είμαστε της νομιμότητας.
Μέχρι προχθές, ο Γιώργος Φλωρίδης, χαριεντιζόμενος στην Ολομέλεια, απαντούσε με ειρωνεία στον Αλέξη Χαρίτση που του ζητούσε να ακούσει έναν απελπισμένο πατέρα. Ο Άρειος Πάγος δήλωνε ότι «δεν υφίσταται δυνατότητα ικανοποίησης του αιτήματος». Ο Πορτοσάλτε βάφτιζε «τσαντίρι» την ομπρέλα και την καρέκλα ενός ανθρώπου που είχε ήδη μπει στην 9η μέρα απεργίας πείνας. Και το αφήγημα ήταν σαφές: το αίτημα είναι έκνομο, εμείς είμαστε της νομιμότητας.

Όταν οι ίδιοι που χαχανίζουν και μιλούν για «bots» αναγκάζονται να καταπιούν τα λόγια τους
Η υπόθεση του απεργού πείνας Πάνου Ρούτση έξω από τη Βουλή δεν είναι μια απλή νομική διαμάχη. Είναι καθρέφτης του πώς αντιλαμβάνεται η εξουσία τη δικαιοσύνη, την κοινωνία και κυρίως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Μέχρι προχθές, ο Γιώργος Φλωρίδης, χαριεντιζόμενος στην Ολομέλεια, απαντούσε με ειρωνεία στον Αλέξη Χαρίτση που του ζητούσε να ακούσει έναν απελπισμένο πατέρα. Ο Άρειος Πάγος δήλωνε ότι «δεν υφίσταται δυνατότητα ικανοποίησης του αιτήματος». Ο Πορτοσάλτε βάφτιζε «τσαντίρι» την ομπρέλα και την καρέκλα ενός ανθρώπου που είχε ήδη μπει στην 9η μέρα απεργίας πείνας. Και το αφήγημα ήταν σαφές: το αίτημα είναι έκνομο, εμείς είμαστε της νομιμότητας.
Σήμερα, ξαφνικά, όλα αλλάζουν. Η κυβέρνηση και η δικαιοσύνη ανακαλύπτουν ότι «δεν είχαν καταλάβει καλά» και πως, αν κατατεθεί «σαφές αίτημα», η εκταφή μπορεί να διαταχθεί – τουλάχιστον για ταυτοποίηση. Ούτε ίχνος από τα ειρωνικά χαμόγελα, ούτε ψίθυρος περί «έκνομων απαιτήσεων». Μόνο ένα αγωνιώδες «να ξεκινήσει η δίκη γρήγορα, και βλέπουμε».
Ποιος τους έβαλε μυαλό; Η παρέμβαση Σαμαρά που ξεγύμνωσε τη «γραμμή Φλωρίδη». Και, κυρίως, ο κόσμος που άρχισε να συρρέει στο Σύνταγμα, απειλώντας να μετατρέψει το «τσαντίρι» σε καταυλισμό. Η κοινωνική πίεση και η πολιτική αμηχανία έκαναν το θαύμα τους.
Μόνο που αυτή η κυβίστηση δεν σβήνει την αθλιότητα. Γιατί ο Φλωρίδης δεν δίστασε να επαναφέρει και το παραμύθι με τα «ξένα bots» που δήθεν κινητοποιούνται για να στηρίξουν τον Ρούτση. Η πιο χυδαία μέθοδος για να απαξιωθεί η κοινωνική διαμαρτυρία: να παρουσιαστεί ως τεχνητό προϊόν «σκοτεινών δυνάμεων».
Η ουσία παραμένει: το κράτος που δηλώνει «ανυποχώρητο στη νομιμότητα» κάνει πίσω μόνο μπροστά στην πολιτική απειλή και το κόστος εικόνας. Και το κρίσιμο ερώτημα δεν έχει απαντηθεί: θα επιτρέψουν μόνο μια εκταφή για ταυτοποίηση DNA ή και τις τοξικολογικές εξετάσεις που ζητά ο πατέρας; Αν μείνουν στο πρώτο, θα μιλάμε για μια ακόμα επικοινωνιακή φάρσα εις βάρος μιας οικογένειας που θρηνεί.
Η υπόθεση Ρούτση δεν είναι απλά μια διαμάχη για τα όρια της δικονομίας. Είναι η απόδειξη ότι αυτή η κυβέρνηση και οι μηχανισμοί της αντιλαμβάνονται τον πόνο των πολιτών σαν εμπόδιο που πρέπει να χλευαστεί, να συκοφαντηθεί, να διαστραφεί. Μέχρι να απειληθούν πολιτικά, οπότε μετατρέπεται σε «παρεξήγηση».
Και γι’ αυτό, όσο κι αν προσπαθούν να κλείσουν την υπόθεση «πατ κιουτ», το στίγμα μένει: καθεστώς ανάλγητο, που μόνο με φόβο και πίεση καταλαβαίνει τη γλώσσα της κοινωνίας.
