ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Απόφαση του ΣτΕ αποτελεί ελπίδα διάσωσης των ιστορικών κτιρίων Μεσοπολέμου

Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής (ΚΕΣΑ) περί μη χαρακτηρισμού κτιρίου στην οδό Καλλινίκου 3, ως διατηρητέου και έκρινε ότι ένα κτίριο δεν χάνει την αξία του αν έχει καταστραφεί ή έχουν καταστραφεί τα αξιόλογα μορφολογικά του στοιχεία, εφόσον αυτά μπορούν να αποκατασταθούν.

Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής (ΚΕΣΑ) περί μη χαρακτηρισμού κτιρίου στην οδό Καλλινίκου 3, ως διατηρητέου και έκρινε ότι ένα κτίριο δεν χάνει την αξία του αν έχει καταστραφεί ή έχουν καταστραφεί τα αξιόλογα μορφολογικά του στοιχεία, εφόσον αυτά μπορούν να αποκατασταθούν.

Η απόφαση του ΣτΕ «αποτελεί ελπίδα διάσωσης των ιστορικών κτιρίων του Μεσοπολέμου, που έχουν απομείνει και κινδυνεύουν να χαθούν από ένα κύμα κατεδαφίσεων που παρατηρείται τα τελευταία κυρίως τρία χρόνια», λέει η ΕΛΛΕΤ.

 

«Αν ορισμένο κτίσμα ή κτίριο υφίσταται ως υλική μαρτυρία και είναι, περαιτέρω, εφικτή η επιστημονική τεκμηρίωση και αξιολόγησή του από την άποψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του και της επιδιωκόμενης κατά τον νόμο προστασίας, το κτίσμα δεν στερείται της αυθεντικότητάς του, προκειμένου να χαρακτηρισθεί ως διατηρητέο, εκ μόνου του λόγου ότι έχει καταστραφεί ολοσχερώς ή έχουν καταστραφεί, αφαιρεθεί ή κατεδαφισθεί τα ιδιαιτέρως αξιόλογα αρχιτεκτονικά ή μορφολογικά του στοιχεία, υπό την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία αυτά μπορεί να αποκατασταθούν. Ειδική αιτιολογία απαιτείται και στην περίπτωση όπου κτίσμα ή κτίριο, για το οποίο υποβλήθηκε από ενδιαφερόμενο σχετικό αίτημα ή το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο σχετικής έρευνας από τις αρμόδιες υπηρεσίες, δεν κρίνεται, τελικώς, ως διατηρητέο» κρίνει η  απόφαση του ΣτΕ (320/2025).

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) και η MONUMENTA προσέφυγαν τον Νοέμβριο 2023 κατά της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων και του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την ακύρωση της οικοδομικής άδειας κατεδάφισης και της απόφασης με θέμα «Μη χαρακτηρισμός ως διατηρητέου του κτηρίου της οδού Καλλινίκου 3» και κέρδισαν τη δίκη στο ΣτΕ.

Πέρασε η άποψη της ΔΑΟΚΑ

 και ακυρώθηκε η απόφαση του ΚΕΣΑ

Η αιτιολόγηση, κατά το ΣτΕ, του ΚΕΣΑ σύμφωνα με την οποία το κτήριο δεν έχει εκείνα τα αξιόλογα μορφολογικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που δηλώνουν το ύφος μιας εποχής δεν αρκεί για να αντικρούσει την ειδική τεκμηρίωση της Διεύθυνση Αρχιτεκτονικής, Οικοδομικών Κανονισμών και Αδειοδοτήσεων (ΔΑΟΚΑ) της Γενικής Γραμματείας Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ,  η οποία τεκμηριώνει αναλυτικά την αξία του κτιρίου.

 

Τι λέει η ΕΛΛΕΤ

Η ΕΛΛΕΤ σε ανακοίνωση της κάνει λόγο για «μια σημαντική απόφαση του ΣτΕ για τη διάσωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του τόπου μας!» και σημειώνει ότι: «Κτίρια εκλεκτικιστικά, μοντέρνα της περιόδου του Μεσοπολέμου, αλλά και απλά λαϊκά, συγκροτούν ένα μεγάλο τμήμα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και την πολεοδομική φυσιογνωμία της πόλης, αναδεικνύουν την ιστορική συνέχεια της και εικονογραφούν την εξέλιξη της τυπολογίας της κατοικίας  και τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής τους.

Πρόκειται για κτίρια που διατηρούν με τα χαμηλά τους ύψη, τις αυλές και τους κήπους τους, μια ανθρώπινη κλίμακα και με την παρουσία τους στις γειτονιές της Αθήνας, συμβάλλουν στην ποιότητα του δημόσιου χώρου και παράλληλα, λειτουργούν διδακτικά, καθώς εικονογραφούν τις αρχιτεκτονικές απόψεις της εποχής τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το κτίριο της οδού Καλλινίκου 3, το οποίο ανήκει στον εκλεκτικιστικό ρυθμό και υιοθέτει μορφολογικά χαρακτηριστικά διαφορετικών αρχιτεκτονικών ρευμάτων. Κτίρια της μορφολογίας αυτής «εκφράζουν τη μετάβαση από την αυστηρή συγκρότηση του αθηναϊκού  κλασικισμού στην εμφάνιση των νέων τάσεων του Μοντέρνου κινήματος», όπως γράφει ο ομότιμος καθηγητής Μάνος Μπίρης και «εξέφραζαν την αισιοδοξία και  δημιουργικότητα  της αστικής κοινωνίας της εποχής».

Παράλληλα, η διατήρηση των  κτιρίων αυτών, συμβάλει και στην εξοικονόμηση  της ενέργειας που απαιτεί η κατεδάφισή τους και η απόρριψη των λίθινων και μεταλλικών υλικών δομής τους, που σήμερα δύσκολα βρίσκονται. Και αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο η Πολιτεία θα πρέπει να μεριμνά για τη διατήρηση τους, όπως και ο Νόμος 2039/1992 προβλέπει.  Εντούτοις, η οικονομική στήριξη των ιδιοκτητών των κτιρίων αυτών, τόσο με το πρόγραμμα ΔΙΑΤΗΡΩ, που έχει εξαγγελθεί από το 2022, όσο και με τη διάταξη « Μεταφοράς του Συντελεστή Δόμησης» που εισήχθη με το νόμο 1337/83 ακόμη δεν κατάφεραν να εφαρμοστούν». Και η ανακοίνωση της ΕΛΛΕΤ  καταλήγει θέτοντας το ερώτημα: «Μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον;»

Η απόφαση του ΣτΕ

Η απόφαση του ΣτΕ (320/2025), Πρόεδρος: Μαργαρίτα Γκορτζολίδου Εισηγητής: Χρήστος Ντουχάνης (σε περίληψη) αναφέρει τα ακόλουθα:

«Δεν είναι επιτρεπτή η καταστροφή στοιχείων τα οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς καθώς και η επέμβαση, η οποία συνεπάγεται τη μεταβολή του πολεοδομικού ιστού αρχιτεκτονικού συνόλου ή την άρση της φυσιογνωμίας ή τη διάρρηξη της ομοιογένειας ορισμένου τόπου. Η κατά το άρθρο 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος επιταγή προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς υλοποιείται από τον κοινό νομοθέτη αφενός με τις διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου (βλ. Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, ο οποίος κυρώθηκε με τον ν. 4858/2021, Α’ 220), αφετέρου, πλην άλλων, με τον πολεοδομικό σχεδιασμό, που προβλέπεται από τις διατάξεις για την πολεοδομική οργάνωση των πόλεων και των οικισμών της Χώρας. Οι ρυθμίσεις περί του χαρακτηρισμού και της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών που προβλέπονται από την αρχαιολογική και την πολεοδομική νομοθεσία αντιστοίχως είναι διακεκριμένες, οι δε αντίστοιχοι χαρακτηρισμοί χωρούν επί τη βάσει διαφορετικών κριτηρίων οι διαδικασίες όμως αυτές αποτελούν εκφάνσεις του κοινού, επιτασσόμενου από το Σύνταγμα, σκοπού της αποτελεσματικής προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Αν ορισμένο κτίσμα ή κτίριο υφίσταται ως υλική μαρτυρία και είναι, περαιτέρω, εφικτή η επιστημονική τεκμηρίωση και αξιολόγησή του από την άποψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του και της επιδιωκόμενης κατά τον νόμο προστασίας, το κτίσμα δεν στερείται της αυθεντικότητάς του, προκειμένου να χαρακτηρισθεί ως διατηρητέο, εκ μόνου του λόγου ότι έχει καταστραφεί ολοσχερώς ή έχουν καταστραφεί, αφαιρεθεί ή κατεδαφισθεί τα ιδιαιτέρως αξιόλογα αρχιτεκτονικά ή μορφολογικά του στοιχεία.