Δύο παιδιά, μια τραγωδία – και μια αληθινή πράξη ανθρωπιάς στον Άραχθο - Γράφει ο Πασχάλης Θ. Τόσιος
Δύο παιδιά έφυγαν. Μα άφησαν πίσω τους κάτι σπουδαιότερο από θλίψη: άφησαν μια πράξη, μια παρακαταθήκη. Τη δυνατότητα του ανθρώπου να υπερβεί τον εαυτό του. Την υπενθύμιση ότι ο κόσμος δεν σώζεται με μεγάλα λόγια – αλλά με μικρές πράξεις αυταπάρνησης.
Δύο παιδιά έφυγαν. Μα άφησαν πίσω τους κάτι σπουδαιότερο από θλίψη: άφησαν μια πράξη, μια παρακαταθήκη. Τη δυνατότητα του ανθρώπου να υπερβεί τον εαυτό του. Την υπενθύμιση ότι ο κόσμος δεν σώζεται με μεγάλα λόγια – αλλά με μικρές πράξεις αυταπάρνησης.

Ο ποταμός Άραχθος, στα σύνορα της ηπείρου και του ανθρώπινου πόνου, έγινε μάρτυρας μιας από τις πιο σπαρακτικές – αλλά και βαθιά ανθρώπινες – ιστορίες των τελευταίων χρόνων. Μια ιστορία που ξεκινά με παιχνίδι και τελειώνει με δάκρυα, αλλά και με μια πράξη που υπενθυμίζει γιατί η λέξη "άνθρωπος" έχει ακόμη νόημα.
Δύο αγόρια, ηλικίας 12 και 14 ετών, φίλοι αχώριστοι, βρίσκονταν στην όχθη του ποταμού. Μια στιγμή απροσεξίας, ένα βήμα παραπάνω – και το μικρότερο πέφτει στα νερά. Πανικός. Ο μεγαλύτερος δεν διστάζει. Βουτά να τον σώσει. Δεν προλαβαίνει να σκεφτεί κινδύνους ή συνέπειες. Είναι ο φίλος του. Το ένστικτο του παιδιού γίνεται ένστικτο ήρωα. Όμως χτυπά. Και βυθίζεται.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά, εμφανίζεται ένας άγνωστος άνδρας. Δεν είναι πατέρας των παιδιών. Δεν είναι συγγενής. Δεν είναι καν Έλληνας. Είναι ένας ξένος. Μα πάνω απ’ όλα, είναι άνθρωπος. Μόλις έμαθε τι συμβαίνει, χωρίς να ρωτήσει τίποτα, χωρίς να σκεφτεί τίποτα, βουτά στο ποτάμι.
«Το ένα παιδί ήταν στην ηλικία της κόρης μου», θα πει. «Δεν με νοιάζει ποιοι είναι, τι ράτσα, τι θρησκεία. Εγώ είμαι ξένος, αλλά είμαι άνθρωπος. Έκανα αυτό που θα έκανε κάθε πατέρας. Μόνο σκέφτομαι τα παιδιά».
Και τα καταφέρνει. Τα βγάζει και τα δύο έξω. Ακολουθεί ένας απεγνωσμένος αγώνας με το χρόνο. Οι διασώστες και το προσωπικό της ΜΕΘ Παίδων στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου δίνουν τα πάντα. Αγώνας δρόμου, προσευχές, ελπίδα. Ένα θαύμα είχε ήδη συμβεί. Μα δυστυχώς, δεν ακολούθησε δεύτερο.
Τα παιδιά δεν τα κατάφεραν. Και τότε, μέσα στον πιο αβάσταχτο πόνο που μπορεί να βιώσει ένας γονιός, οι οικογένειες παίρνουν τη γενναία απόφαση: να δωρίσουν τα όργανα των παιδιών τους, να δώσουν ζωή σε άλλα παιδιά. Να συνεχίσει να χτυπά εκείνη η καρδιά.
«Η καρδιά του θα γίνει αετός και θα χτυπάει σε κάποια άλλη καρδιά... κι έτσι θα την ακούω», είπε ο πατέρας.
Μέσα σε μια εποχή που κατακλύζεται από βία, πολέμους, βαρβαρότητα και μίσος, η ιστορία του Άραχθου έρχεται να θυμίσει τι σημαίνει αγάπη, αλληλεγγύη και ανθρωπιά. Ο ξένος που βούτηξε χωρίς να ρωτήσει, οι γιατροί που αγωνίστηκαν μέχρι τέλους, οι γονείς που έδωσαν ζωή μέσα από τον θάνατο – όλοι τους έγιναν φως μέσα στο σκοτάδι.
Δύο παιδιά έφυγαν. Μα άφησαν πίσω τους κάτι σπουδαιότερο από θλίψη: άφησαν μια πράξη, μια παρακαταθήκη. Τη δυνατότητα του ανθρώπου να υπερβεί τον εαυτό του. Την υπενθύμιση ότι ο κόσμος δεν σώζεται με μεγάλα λόγια – αλλά με μικρές πράξεις αυταπάρνησης.
Και τελικά, ίσως αυτό να είναι το μόνο που μας μένει: να πιστεύουμε ακόμη στους ανθρώπους. Στους αληθινούς ανθρώπους.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινός Παρατηρητής» | Σέρρες, Ιούνιος 2025


