ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η «ουλή της ανεργίας» – Μια παραπλανητική μεταφορά που στιγματίζει ανθρώπους, όχι πολιτικές

Ο όρος «ουλή της ανεργίας» χρησιμoποιείται από αυτούς που χαράσσουν οικονομική πολιτική. Ωστόσο, τα μέτρα που λαμβάνονται για τη θεραπεύσουν, φαίνεται ότι έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ο όρος «ουλή της ανεργίας» χρησιμoποιείται από αυτούς που χαράσσουν οικονομική πολιτική. Ωστόσο, τα μέτρα που λαμβάνονται για τη θεραπεύσουν, φαίνεται ότι έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ένας όρος κυριαρχεί στις αναλύσεις για την ανεργία και είναι αυτή που φτάνει στο σημείο να διαμορφώνει την πολιτική της Ευρώπης. Πρόκειται για τη φράση «ουλή της ανεργίας», η οποία χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις συνέπειες που έχει η απώλεια εργασίας στους ανθρώπους.

Η ιδέα της «ουλής» υποδηλώνει ότι ακόμη και σύντομες περίοδοι ανεργίας προκαλούν μόνιμη ζημιά, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις προσεγγίζουν την απασχόληση, την κοινωνική πρόνοια και τα άτομα που καταφεύγουν σε αυτά τα συστήματα. Ο όρος εμφανίζεται σε ενημερώσεις της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέδια στήριξης του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ και σε εκθέσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Είναι επίσης κυρίαρχος σε ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο.

Όταν οι τεχνοκράτες πανικοβάλλονται, οι μεταφορές συχνά εξελίσσονται σε εντολές

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στο Social Europe, παρά το γεγονός ότι ο όρος «ουλή της ανεργίας» ηχεί επιστημονικός, στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε ιατρικός ούτε πραγματικά επιστημονικός. Η ακριβής αυτή φράση χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1982 από τον Ντέιβιντ Έλγουντ, έναν Αμερικανό οικονομολόγο. Ο Έλγουντ αμφισβήτησε ότι η απώλεια εργασίας ήταν απλώς ένα «ψεύδος» ή μια βαθύτερη «πληγή». Και στην έρευνά του βρήκε λίγα στοιχεία που να υποστηρίζουν οποιονδήποτε από τους δύο ισχυρισμούς.

Παρ’ όλα αυτά, αυτή η μεταφορική εικόνο που περιγράφει ο όρος «ουλή της ανεργίας» παρέμεινε. Και, με την πάροδο του χρόνου, εδραιώθηκε σε δόγμα.

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, έπειτα από σειρά κρίσεων, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, τον υιοθέτησαν. Και αναζητούσαν μηχανισμούς για την ​​«αφαίρεση ουλών».

Τι σημαίνει «ουλή της ανεργίας»
Αυτή η μεταφορά της «ουλής» και οι μηχανισμοί για την αφαίρεσή της, στην πραγματικότητα δεν έχει ορισμό. Μελέτες δείχνουν μια συσχέτιση μεταξύ της ανεργίας και των χαμηλότερων μελλοντικών μισθών ή ευημερίας, αλλά οι οικονομολόγοι δεν είναι βέβαιοι αν οφείλεται σε απώλεια δεξιοτήτων ή αυτοπεποίθησης ή αν οι εργοδότες τιμωρούν τα κενά εργασίας σε ένα βιογραφικό. Αλλά οι πολιτικοί δεν φαίνεται να πτοούνται από το γεγονός ότι δεν κατανοούν τι ακριβώς περιγράφει ο όρος.

Όπως επισημαίνεται στο άρθρο, το 2020, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενσωμάτωσε την «αποφυγή των μακροπρόθεσμων ουλών» στον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Η Επιτροπή εξέδωσε προειδοποιήσεις για «μόνιμες ουλές» μεταξύ των νέων. Σε μια ενημέρωση της G20 το 2021, ο ΟΟΣΑ και η ΕΕ κάλεσαν τις κυβερνήσεις να δράσουν γρήγορα για να προληφθεί το ενδεχόμενο να υπάρξει μια «χαμένη γενιά».

Οι συντάκτες, Τομ Μπόλαντ (κοινωνιολόγος) και Ρέι Γκρίφιν (ειδικός σε θέματα ανεργίας), καθηγητές πανεπιστημίου στην Ιρλανδία, επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι «όταν οι τεχνοκράτες πανικοβάλλονται, οι μεταφορές συχνά εξελίσσονται σε εντολές».

Έτσι, και η «ουλή της ανεργίας» ως έννοια έγινε πολύ εκλυστική: εάν η ανεργία προκαλεί ζημιά, τότε τα άτομα πρέπει να «ενεργοποιηθούν», να παρακινηθούν, να διορθωθούν και να βρουν κίνητρα. Για τους πολιτικούς, ο φόβος της ουλής δικαιολογεί τις παρεμβατικές πολιτικές.

Ωστόσο, επισημαίνουν, αυτές οι πολιτικές, με τη σειρά τους, μπορούν να δημιουργήσουν τις ίδιες συνθήκες: άγχος, αστάθεια και βλάβη στη φήμη – που κάνουν την ουλή να φαίνεται πραγματική. «Αυτή δεν είναι ορθή οικονομική λογική. Αντίθετα, είναι κυκλική συλλογιστική με ειδικό προϋπολογισμό», λένε.

Από το γενικό στο ειδικό
Σύφμωνα με την οικονομολόγο Ντίντρε ΜακΚλόκσι, η οικονομία συχνά βασίζεται σε μεταφορές όπως η σπανιότητα, η ελαστικότητα και η κολλώδης φύση. Η «ουλή» εντάσσεται σε αυτό το λεξιλόγιο. Μετά τη Μεγάλη Ύφεση, οι οικονομολόγοι χρησιμοποίησαν τη λέξη «ουλή» για να περιγράψουν τον διαρκή αντίκτυπο των κρίσεων στο ΑΕΠ και το εμπόριο. Και στη συνέχεια μετέφεραν την έννοια από το δομικό στο προσωπικό, μπερδεύοντας τη μεταφορά με την πραγματικότητα.

Αυτό έγινε χάρης σε έναν ασυνήθιστο συνδυασμό οικονομικών και ψυχολογίας, αλλά και κάποιο βαθμό πολιτικού οπορτουνισμού. Επί δεκαετίες, οι οικονομολόγοι παλεύουν με την επιμονή της ανεργίας.

Το 1968, ο Έντουαρντ Φελπς δανείστηκε την έννοια της υστέρησης από τη φυσική για να περιγράψει μια αγορά εργασίας που δεν μπορεί να επανέλθει, όπου η παρελθούσα ανεργία επηρεάζει τα μελλοντικά αποτελέσματα. Οι οικονομίες, όπως φαίνεται, διαθέτουν μνήμη.

Ο μηχανισμός αντιμετωπίζει τα άτομα σαν πρόβλημα και όχι τις πολιτικές

Στη δεκαετία του 1980, με την ανεργία να αυξάνεται σε όλη την Ευρώπη, επικράτησαν οι δομικές εξηγήσεις: αναντιστοιχίες δεξιοτήτων, παρακμάζουσες βιομηχανίες και τοπικές αγορές εργασίας. Οι θεωρίες αυτές όμως δεν μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί επιμένει το πρόβλημα της ανεργίας, ακόμη και όταν βελτιώνονται οι μακροοικονομικοί δείκτες. Κάπως έτσι, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στράφηκαν για εξηγήσεις προς την ηθική ή την ψυχολογία.

Το σενάριο του τραύματος
Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη του «σεναρίου του τραύματος». Δηλαδή, θεωρήθηκε ότι η ανεργία πρέπει να επηρεάζει αρνητικά τα άτομα, διαβρώνοντας την αυτοπεποίθησή τους, μειώνοντας τις δεξιότητές τους και καθιστώντας τα λιγότερο απασχολήσιμα. Οι οικονομικές μεταφορές, που κάποτε χρησιμοποιούνταν για να περιγράψουν την απώλεια ΑΕΠ, ανακατευθύνθηκαν προς τα μέσα, εστιάζοντας στο άτομο. Ένας μηχανισμός πολιτικής που αρχικά είχε σχεδιαστεί για να διορθώσει δυσλειτουργικές αγορές άρχισε να αντιμετωπίζει τα άτομα σαν να ήταν πληγωμένα.

Αυτή η εννοιολογική μετατόπιση είχε σημαντικές συνέπειες. Η «ουλή της ανεργίας» (scarring) μετατράπηκε από μαθηματική εξίσωση σε υπολογιστικά φύλλα σε συμπεριφορική διάγνωση. Ενώ είναι αλήθεια ότι ορισμένα άτομα που είναι άνεργα σε ένα έτος κερδίζουν λιγότερα το επόμενο έτος, τα στοιχεία είναι αδύναμα, υποθετικά ενδεχόμενα και βασίζονται σε στατιστικές του μέσου όρου. Παρ’ όλα αυτά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ενεργούν σαν να είναι αυταπόδεικτο φαινόμενο.

Στην περίπτωση που δεν διαπιστωθεί η αναμενόμενη βλάβη στο άτομα, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η πολιτική αντιμετώπισής της ήταν αποτελεσματική. Αυτό αντιπροσωπεύει στοιχεία που δημιουργούνται από την πολιτική και όχι πολιτική που βασίζεται σε στοιχεία.

«Ουλή» και γραφειοκρατία
Αυτή όμως η υιοθέτηση του όρου της «ουλής» έρχεται να δικαιολογήσει την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων. Συχνά, για να λάβει κάποιος επίδομα ανεργίας, υποχρεούται να παρακολουθήσει μαθήματα κατάρτισης, μαθήματα σύνταξης βιογραφικού σημειώματος και να κάνει συνεδρίες καθοδήγησης. Και οι αρχές στη Γερμανία και την Ολλανδία χρησιμοποιούν ψηφιακή παρακολούθηση για να παρακολουθήσουν τη συμμόρφωση των ανέργων. Στην Ιρλανδία γίνεται προγνωστική βαθμολόγηση για την ταξινόμηση των αιτούντων. Και με τον τρόπο αυτό, επεκτείνεται η γραφειοκρατία για να αντιμετωπίσει μια «πληγή», που βρίσκεται στη σφαίρα της θεωρίας και δεν μπορεί να ανιχνεύσει αξιόπιστα.

Και αυτό έχει κόστος, κυρίως για τους ανέργους. Δεν είναι μόνο η εφαρμογή αναποτελεσματικών προγραμμάτων. Τα προγράμματα επανένταξης στην αγορά εργασίας συχνά ωθούν τα άτομα σε χαμηλά αμειβόμενες, επισφαλείς θέσεις εργασίας που δεν βελτιώνουν σημαντικά τις μακροπρόθεσμες προοπτικές τους. Και αυτό γιατί λειτουργούν με βάση την υπόθεση ότι οι άνεργοι έχουν ελαττώματα, ανεξάρτητα από τις δυσλειτουργίες της ίδιας της αγοράς εργασίας. Δηλαδή, παρά τα συντριπτικά στοιχεία από μακροοικονομικά γεγονότα, η ανεργία δεν αντιμετωπίζεται ως κοινωνικός κίνδυνος, αλλά ως προσωπική αποτυχία.

Οι ευθύνες των κυβερνήσεων
Για τους συγγραφείς, μια πιο αποτελεσματική προσέγγιση θα ξεκινούσε με την αντίθετη προϋπόθεση: ότι τα άτομα δεν είναι το πρόβλημα. Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να απαγορεύσουν στους εργοδότες να ρωτούν για τα κενά απασχόλησης των υποψηφίων εργαζομένων, όπως απαγορεύουν ερωτήσεις σχετικές με τη φυλή, το φύλο ή την υγεία. Θα μπορούσαν επίσης να επενδύσουν σε μια μακροπρόθεσμη εργασιακή πολιτική και ασφάλεια της εργασίας, αντί να επικεντρώνονται αποκλειστικά στην απασχολησιμότητα σε αδύναμες αγορές εργασίας. Επιπλέον, θα μπορούσαν να σταματήσουν να σχεδιάζουν συστήματα πρόνοιας που τιμωρούν τα άτομα επειδή δεν εξασφαλίζουν εργασία αρκετά γρήγορα.

Και καταλήγουν ότι, τελικά, η υιοθέτηση του όρου της «ουλής» δεν περιγράφει με ακρίβεια τι κάνει η ανεργία στους ανθρώπους. Μάλλον αντικατοπτρίζει τι έχουν επιλέξει να πιστεύουν οι οικονομολόγοι και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για τους ανθρώπους. Έτσι, η υποτιθέμενη «θεραπεία» αποδεικνύεται ολοένα και χειρότερη από την «ασθένεια» που υποτίθεται ότι προσπαθεί να αντιμετωπίσει.

Πηγή: in.gr