ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η στεγαστική κρίση είναι εδώ
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν πόσο έχει η επιδεινωθεί η κατάσταση με τη στέγη
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν πόσο έχει η επιδεινωθεί η κατάσταση με τη στέγη

Η χώρα μας αντιμετωπίζει στεγαστική κρίση. Είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε, είτε όχι.
Έχουμε αφήσει πίσω μας την εποχή όπου η μεγάλη πλειοψηφία των νοικοκυριών ζούσε σε ιδιόκτητα σπίτια και
τα ενοίκια ήταν χαμηλά.
Σήμερα η Ελλάδα είναι η χώρα όπου οι άνθρωποι ξοδεύουν τα περισσότερα αναλογικά προς το εισόδημά τους για
τη στέγαση.
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι το 2024 οι κάτοικοι τη χώρας κατέβαλαν το 35,5% του διαθέσιμου
εισοδήματός τους για την κάλυψη δαπανών στέγασης (ενοίκιο, δόση στεγαστικού δανείου, λογαριασμοί ρεύματος,
θέρμανση και επισκευές – συντηρήσεις).
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 27, καθώς ο μέσος όρος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν ξεπερνάει
το 19,2%. Ακόμη χειρότερα: ενώ η τάση στην Ε.Ε. βαίνει μειούμενη (19,7% το 2023), στην Ελλάδα έχουμε οριακή
αύξηση έναντι του 2023 (35,2%), ενώ το 2022 ήταν 34,2%.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ακόμη και στις ΗΠΑ που παραδοσιακά έχουν υψηλότερο κόστος στέγασης, ως όριο
θεωρείται να ξοδεύει ένα νοικοκυριό το 30% του συνολικού του εισοδήματος για στέγαση.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί έχουν αυξηθεί και τα ενοίκια και το κόστος αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων,
ενώ έχει ανέβει και το κόστος ενέργειας. Και τα πράγματα αναμένεται να επιδεινωθούν, εάν σκεφτούμε ότι σύμφωνα
με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα ενοίκια τον Μάιο του 2025 ήταν αυξημένα κατά 10,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα
του 2024.
Στο φόντο όλων αυτών υπάρχουν μια σειρά από εξελίξεις: το πρόβλημα με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε ορισμένες
περιοχές, η τάση να αντιμετωπίζονται τα ακίνητα ως σημαντικό πεδίο επένδυσης (και κερδοσκοπίας), η αύξηση του
κόστους ανακαίνισης πριν ένα ακίνητο επιστρέψει στην αγορά.
Βρίσκεται, όμως, και η απουσία εδώ και χρόνια μιας συστηματικής στεγαστικής πολιτικής προσανατολισμένης στις
κοινωνικές ανάγκες. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι τωρινό. Ο λόγος, για παράδειγμα, που στην Ελλάδα είχαμε αυτό που
συνήθως περιγράφεται ως άναρχη δόμηση (συμπεριλαμβανομένων μέρους των «αυθαιρέτων») είναι ότι το μεταπολεμικό
κράτος για δεκαετίες προτιμούσε να ανέχεται τέτοιες πρακτικές παρά να ξοδεύει χρήματα για μεγάλα προγράμματα
κοινωνικής κατοικίας.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι απλώς να αναλύσουμε τα αίτια. Αλλά πρωτίστως να σκεφτούμε πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί
το πρόβλημα.
Γιατί είναι σαφές ότι πλησιάζουμε μία συνθήκη όπου οι άνθρωποι, ιδίως οι νέοι, δεν θα μπορούν να αντέξουν το κόστος
να έχουν μια αξιοπρεπή κατοικία.
Και θα αναγκάζονται είτε να συνεχίζουν να μένουν με τους γονείς τους, όταν μπορούν, είτε να πληρώνουν πανάκριβα
σπίτια πολύ μικρά για να καλύψουν τις ανάγκες τους (πόσο μάλλον τις ανάγκες μιας ολόκληρης οικογένειας). Αυτό με τη
σειρά του θα τους υποχρεώσει να αλλάξουν γειτονιά ή ακόμη χειρότερα πόλη, την ώρα που ο χαρακτήρας γειτονιών πόλεων
όπως η Αθήνα θα αλλάζει και θα αρχίσει να θυμίζει ξένες μεγαλουπόλεις, όπου μεγάλο μέρος τους είναι απρόσιτο για απλούς
εργαζομένους εκτός και εάν επιλέξουν να ζουν «επτά νομά σε ένα δωμά» κατά το τραγούδι που έγραψε ο Άκης Πάνου για το
πώς ζούσαν κάποτε σε παράγκες.
Όλα αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με αποσπασματικά μέτρα. Ούτε με πολιτικές και προγράμματα επιδότησης, που
φαντάζουν ότι λύνουν το πρόβλημα ενώ στην πραγματικότητα το επιτείνουν γιατί αυξάνουν τη ζήτηση και τελικά τις τιμές.
Αυτό που χρειάζεται είναι γενναίες παρεμβάσεις: Αποτελεσματικά προγράμματα κοινωνικής κατοικίας με ενεργό ρόλο του
κράτους ώστε να αξιοποιηθούν ακίνητα, αλλά και να κατασκευαστούν πολλές φτηνές και ποιοτικές κατοικίες για οικογένειες
με σχετικά χαμηλά εισοδήματα. Μέτρα που να βάζουν πραγματικό φραγμό στις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε επίπεδο ευρύτερων
περιοχών και όχι με επιλεκτικό τρόπο (που απλώς «σπρώχνει» το πρόβλημα στις διπλανές γειτονιές). Νομοθετικές παρεμβάσεις
για να αποτραπεί η κερδοσκοπία στα ενοίκια. Παρεμβάσεις που να συγκρατούν όντως το κόστος ενέργειας και θέρμανσης.
Και βέβαια ένας βασικός τρόπος ώστε να μην χρειάζεται να ξοδεύουν τόσο μεγάλο ποσοστό του εισοδήματος στη στέγαση, είναι
πολύ απλά να έχουν συνολικά μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα. Και αυτό σημαίνει παρεμβάσεις για αξιοπρεπείς μισθούς, για
αναδιανομή εισοδήματος και για πραγματική μείωση των ανισοτήτων.
Διαφορετικά πίσω από την επίφαση «ανάπτυξης» θα οξύνεται η κοινωνική κρίση και θα σωρεύονται εκρηκτικά υλικά.
Πηγή: in.gr
Έχουμε αφήσει πίσω μας την εποχή όπου η μεγάλη πλειοψηφία των νοικοκυριών ζούσε σε ιδιόκτητα σπίτια και
τα ενοίκια ήταν χαμηλά.
Σήμερα η Ελλάδα είναι η χώρα όπου οι άνθρωποι ξοδεύουν τα περισσότερα αναλογικά προς το εισόδημά τους για
τη στέγαση.
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι το 2024 οι κάτοικοι τη χώρας κατέβαλαν το 35,5% του διαθέσιμου
εισοδήματός τους για την κάλυψη δαπανών στέγασης (ενοίκιο, δόση στεγαστικού δανείου, λογαριασμοί ρεύματος,
θέρμανση και επισκευές – συντηρήσεις).
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 27, καθώς ο μέσος όρος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν ξεπερνάει
το 19,2%. Ακόμη χειρότερα: ενώ η τάση στην Ε.Ε. βαίνει μειούμενη (19,7% το 2023), στην Ελλάδα έχουμε οριακή
αύξηση έναντι του 2023 (35,2%), ενώ το 2022 ήταν 34,2%.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ακόμη και στις ΗΠΑ που παραδοσιακά έχουν υψηλότερο κόστος στέγασης, ως όριο
θεωρείται να ξοδεύει ένα νοικοκυριό το 30% του συνολικού του εισοδήματος για στέγαση.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί έχουν αυξηθεί και τα ενοίκια και το κόστος αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων,
ενώ έχει ανέβει και το κόστος ενέργειας. Και τα πράγματα αναμένεται να επιδεινωθούν, εάν σκεφτούμε ότι σύμφωνα
με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα ενοίκια τον Μάιο του 2025 ήταν αυξημένα κατά 10,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα
του 2024.
Στο φόντο όλων αυτών υπάρχουν μια σειρά από εξελίξεις: το πρόβλημα με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε ορισμένες
περιοχές, η τάση να αντιμετωπίζονται τα ακίνητα ως σημαντικό πεδίο επένδυσης (και κερδοσκοπίας), η αύξηση του
κόστους ανακαίνισης πριν ένα ακίνητο επιστρέψει στην αγορά.
Βρίσκεται, όμως, και η απουσία εδώ και χρόνια μιας συστηματικής στεγαστικής πολιτικής προσανατολισμένης στις
κοινωνικές ανάγκες. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι τωρινό. Ο λόγος, για παράδειγμα, που στην Ελλάδα είχαμε αυτό που
συνήθως περιγράφεται ως άναρχη δόμηση (συμπεριλαμβανομένων μέρους των «αυθαιρέτων») είναι ότι το μεταπολεμικό
κράτος για δεκαετίες προτιμούσε να ανέχεται τέτοιες πρακτικές παρά να ξοδεύει χρήματα για μεγάλα προγράμματα
κοινωνικής κατοικίας.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι απλώς να αναλύσουμε τα αίτια. Αλλά πρωτίστως να σκεφτούμε πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί
το πρόβλημα.
Γιατί είναι σαφές ότι πλησιάζουμε μία συνθήκη όπου οι άνθρωποι, ιδίως οι νέοι, δεν θα μπορούν να αντέξουν το κόστος
να έχουν μια αξιοπρεπή κατοικία.
Και θα αναγκάζονται είτε να συνεχίζουν να μένουν με τους γονείς τους, όταν μπορούν, είτε να πληρώνουν πανάκριβα
σπίτια πολύ μικρά για να καλύψουν τις ανάγκες τους (πόσο μάλλον τις ανάγκες μιας ολόκληρης οικογένειας). Αυτό με τη
σειρά του θα τους υποχρεώσει να αλλάξουν γειτονιά ή ακόμη χειρότερα πόλη, την ώρα που ο χαρακτήρας γειτονιών πόλεων
όπως η Αθήνα θα αλλάζει και θα αρχίσει να θυμίζει ξένες μεγαλουπόλεις, όπου μεγάλο μέρος τους είναι απρόσιτο για απλούς
εργαζομένους εκτός και εάν επιλέξουν να ζουν «επτά νομά σε ένα δωμά» κατά το τραγούδι που έγραψε ο Άκης Πάνου για το
πώς ζούσαν κάποτε σε παράγκες.
Όλα αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με αποσπασματικά μέτρα. Ούτε με πολιτικές και προγράμματα επιδότησης, που
φαντάζουν ότι λύνουν το πρόβλημα ενώ στην πραγματικότητα το επιτείνουν γιατί αυξάνουν τη ζήτηση και τελικά τις τιμές.
Αυτό που χρειάζεται είναι γενναίες παρεμβάσεις: Αποτελεσματικά προγράμματα κοινωνικής κατοικίας με ενεργό ρόλο του
κράτους ώστε να αξιοποιηθούν ακίνητα, αλλά και να κατασκευαστούν πολλές φτηνές και ποιοτικές κατοικίες για οικογένειες
με σχετικά χαμηλά εισοδήματα. Μέτρα που να βάζουν πραγματικό φραγμό στις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε επίπεδο ευρύτερων
περιοχών και όχι με επιλεκτικό τρόπο (που απλώς «σπρώχνει» το πρόβλημα στις διπλανές γειτονιές). Νομοθετικές παρεμβάσεις
για να αποτραπεί η κερδοσκοπία στα ενοίκια. Παρεμβάσεις που να συγκρατούν όντως το κόστος ενέργειας και θέρμανσης.
Και βέβαια ένας βασικός τρόπος ώστε να μην χρειάζεται να ξοδεύουν τόσο μεγάλο ποσοστό του εισοδήματος στη στέγαση, είναι
πολύ απλά να έχουν συνολικά μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα. Και αυτό σημαίνει παρεμβάσεις για αξιοπρεπείς μισθούς, για
αναδιανομή εισοδήματος και για πραγματική μείωση των ανισοτήτων.
Διαφορετικά πίσω από την επίφαση «ανάπτυξης» θα οξύνεται η κοινωνική κρίση και θα σωρεύονται εκρηκτικά υλικά.
Πηγή: in.gr
#SerresParatiritis