Ξαπλώστρες των 100 ευρώ και η θάλασσα για λίγους – Η παραλία Οφρυνίου ως καθρέφτης της παρακμής
Η εικόνα, σχεδόν γελοία: Δεκάδες άδειες ξαπλώστρες, και εμείς να αφήνουμε τις πετσέτες μας διακριτικά στην άκρη, στην πρώτη σειρά. Πιστεύοντας – αφελώς – πως στις άκρες του τίποτα δεν ισχύουν οι λογικές της χλιδής.
Η εικόνα, σχεδόν γελοία: Δεκάδες άδειες ξαπλώστρες, και εμείς να αφήνουμε τις πετσέτες μας διακριτικά στην άκρη, στην πρώτη σειρά. Πιστεύοντας – αφελώς – πως στις άκρες του τίποτα δεν ισχύουν οι λογικές της χλιδής.

Σάββατο μεσημέρι, στην παραλία Οφρυνίου.
Ένα μισοάδειο, αδιάφορο beach bar, χωρίς χαρακτήρα, χωρίς προσωπικότητα. Μια ακόμα επιχείρηση από αυτές που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε κάθε γωνιά της χώρας, επιχειρώντας να «πουλήσουν» την ελληνική θάλασσα με τιμές… Ελβετίας.
Η εικόνα, σχεδόν γελοία: Δεκάδες άδειες ξαπλώστρες, και εμείς να αφήνουμε τις πετσέτες μας διακριτικά στην άκρη, στην πρώτη σειρά. Πιστεύοντας – αφελώς – πως στις άκρες του τίποτα δεν ισχύουν οι λογικές της χλιδής.
Και τότε έρχεται η σερβιτόρα. Ευγενική, αλλά με βλέμμα που είχε ήδη απαντήσει πριν ρωτήσουμε.
– «Για την πρώτη σειρά, η ελάχιστη κατανάλωση είναι 100 ευρώ», μας είπε με φυσικότητα, λες και μιλούσε για τον καιρό.
Ρωτάω αν αυτό σημαίνει 50 ευρώ η ξαπλώστρα. Η απάντηση: «Ναι».
Δεν πρόκειται για κάποια κοσμοπολίτικη παραλία. Δεν πρόκειται για φεστιβάλ ή θέα στην Καραϊβική. Μιλάμε για την Οφρύνιο, για ένα απλό σημείο πρόσβασης στη θάλασσα. Ένα φυσικό αγαθό, που εδώ και καιρό κάποιοι αποφάσισαν πως τους ανήκει.
Της εξηγώ ευγενικά:
– «Εμείς ήρθαμε για μπάνιο, όχι για να καταναλώσουμε όλα τα club sandwich του μαγαζιού».
Η απάντηση ήταν η αναμενόμενη:
– «Λυπάμαι, αυτή είναι η πολιτική του μαγαζιού».
Η πολιτική του μαγαζιού, η αποτυχία της πολιτείας
Το πρόβλημα δεν είναι η σερβιτόρα. Το πρόβλημα είναι ότι η ελληνική πολιτεία – και σε τοπικό και σε κεντρικό επίπεδο – έχει αφήσει ανεξέλεγκτη την αυθαιρεσία στην καρδιά των παραλιών. Εκεί όπου η άμμος έπρεπε να ανήκει σε όλους, σήμερα τίθεται υπό «εκμετάλλευση» με το πρόσχημα της ανάπτυξης.
Πώς μπορεί να νοείται ως «τουριστική υπηρεσία» η επιβολή ελάχιστης κατανάλωσης 100 ευρώ για να ακουμπήσεις μια πετσέτα δίπλα στο κύμα;
Πώς γίνεται σε μια Ελλάδα που δυσκολεύεται να βγάλει το καλοκαίρι της, να υπάρχουν τιμοκατάλογοι που εξορίζουν τον απλό επισκέπτη από τον ίδιο του τον τόπο;
Δεν είναι απλώς παραλογισμός. Είναι κοινωνική αδικία.
Αυτό που συνέβη στην παραλία Οφρυνίου δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό. Είναι σύμπτωμα μιας ολόκληρης νοοτροπίας που θέλει τις παραλίες να γίνονται «επιχειρηματικά assets» και όχι χώρος ανάσας για τον απλό πολίτη.
Όσοι έχουν ακόμη φωνή, μέσα ενημέρωσης, θεσμικό ή αυτοδιοικητικό ρόλο, οφείλουν να μιλήσουν.
Η πρόσβαση στη θάλασσα δεν μπορεί να εξαρτάται από το πόσα club sandwich θα καταναλώσεις.
Η αξιοπρέπεια του επισκέπτη δεν μπορεί να κοστολογείται.
Η Ελλάδα του τουρισμού δεν πρέπει να μετατραπεί σε Ελλάδα των αποκλεισμών.
Γιατί διαφορετικά, δεν θα μείνει τίποτα δικό μας, ούτε καν η άμμος στα πόδια μας.

