Ο Φλωρίδης και η κανονικοποίηση της ύβρεως: Όταν ο υπουργός ξεχνά ότι εκπροσωπεί τη Δικαιοσύνη
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στην πολιτική ευθύνη και στον πολιτικό αυταρχισμό. Ο Γιώργος Φλωρίδης, με τις τελευταίες δημόσιες τοποθετήσεις του, όχι απλώς την πέρασε∙ την εξαφάνισε. Και αυτό δεν είναι απλώς ένα επικοινωνιακό ολίσθημα. Είναι μια θεσμική προσβολή, επικίνδυνη για το κύρος της Δημοκρατίας.
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στην πολιτική ευθύνη και στον πολιτικό αυταρχισμό. Ο Γιώργος Φλωρίδης, με τις τελευταίες δημόσιες τοποθετήσεις του, όχι απλώς την πέρασε∙ την εξαφάνισε. Και αυτό δεν είναι απλώς ένα επικοινωνιακό ολίσθημα. Είναι μια θεσμική προσβολή, επικίνδυνη για το κύρος της Δημοκρατίας.
Όταν ο υπουργός Δικαιοσύνης επιλέγει να αποκαλεί αγρότες «γκάγκστερ», όταν υιοθετεί τη φρασεολογία του δρόμου για να σχολιάσει κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται σε απόγνωση, τότε κάτι πολύ βαθύτερο αποτυπώνεται: μια αντίληψη εξουσίας που δεν συνομιλεί, αλλά εξευτελίζει.
Που δεν πείθει, αλλά επιβάλλεται.
Που δεν ακούει, αλλά διατάζει.
Ο Φλωρίδης δεν μίλησε απλώς ως πολιτικό πρόσωπο. Μίλησε ως κάποιος που θεωρεί ότι η εξουσία του τού επιτρέπει να ταπεινώνει. Και αυτό –όσο κι αν προσπαθούν κάποιοι να το βάλουν κάτω από το χαλί της “πολιτικής υπερβολής”– δεν είναι υπερβολή. Είναι αποκάλυψη.
Ένας υπουργός σε θεσμική εκτροπή
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης δεν είναι ένας σχολιαστής των social media, ούτε παρουσιαστής σε πάνελ. Είναι ο άνθρωπος που οφείλει να ενσαρκώνει το ύφος, την ψυχραιμία και την ουσία του κράτους δικαίου.
Κι όμως, ο Φλωρίδης επέλεξε τον δρόμο του νταηλικιού. Τον δρόμο της προσβολής, της γενίκευσης, της στιγματοποίησης.
Δεν μπορεί να μιλάς για «γκάγκστερ» όταν έχεις την ευθύνη να διασφαλίζεις το τεκμήριο αθωότητας.
Δεν μπορεί να εκστομίζεις φράσεις που δεν θα τολμούσε ούτε αστυνομικός να χρησιμοποιήσει σε επίσημη ανακοίνωση.
Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεις τους πολίτες σαν ύποπτους, όταν ο ρόλος σου είναι να τους εγγυάσαι δικαιοσύνη.
Αντιθέτως, αυτό που κατάφερε είναι να υπονομεύσει ο ίδιος το κύρος του υπουργείου του. Γιατί ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι η οργή των αγροτών. Είναι η οργή ενός υπουργού που δεν ξέρει να τη χαλιναγωγεί.
Όταν η γλώσσα αποκαλύπτει την πολιτική
Η επιλογή των λέξεων δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Ο Φλωρίδης δεν περιέγραψε μια κατάσταση∙ περιέγραψε τον ίδιο του τον τρόπο άσκησης εξουσίας. Έναν τρόπο που θυμίζει τις πιο σκοτεινές εκδοχές πολιτικού λόγου: λόγο που επιδεικνύει, όχι λόγο που επιχειρηματολογεί.
Είναι η λογική του «εγώ αποφασίζω».
Η λογική του «μη μιλάτε».
Η λογική που θέλει τους πολίτες να σκύβουν το κεφάλι, όχι να διεκδικούν.
Αυτό δεν είναι αυστηρότητα.
Είναι αλαζονεία εξουσίας.
Η Δημοκρατία δεν είναι καφενείο και ο υπουργός δεν είναι νταΐς
Αν κάποιος νομίζει ότι η χρήση βαριών χαρακτηρισμών απέναντι στους πολίτες αποτελεί “τόλμη”, κάνει λάθος. Είναι ένδειξη πολιτικής αδυναμίας. Οι υπουργοί που έχουν επιχείρημα δεν χρειάζονται χαρακτηρισμούς.
Οι υπουργοί που έχουν σχέδιο δεν χρειάζονται ψευτοπαλικαρισμούς.
Όταν ένας υπουργός καταφεύγει στη γλώσσα του δρόμου, στην πραγματικότητα ομολογεί ότι δεν έχει τίποτα ουσιαστικό να απαντήσει.
Και αυτό, για το Υπουργείο Δικαιοσύνης, είναι ντροπή.
Το πραγματικό ερώτημα
Δεν είναι πια θέμα Φλωρίδη.
Είναι θέμα κυβέρνησης. Είναι θέμα συστήματος εξουσίας που δείχνει να έχει χάσει την επαφή με την κοινωνία, την ψυχραιμία και –το πιο επικίνδυνο– τα όρια.
Γιατί αν η προσβλητική συμπεριφορά γίνει κανονικότητα, τότε η Δημοκρατία δεν θα τραυματιστεί από κάποια κρίση θεσμών. Θα τραυματιστεί από κάτι πιο ύπουλο:
από την αλαζονεία εκείνων που υποτίθεται ότι την υπηρετούν.
Ο Φλωρίδης δεν έκανε ένα λεκτικό λάθος.
Αποτύπωσε μια πολιτική νοοτροπία που πρέπει να μας ανησυχεί βαθιά.
Γιατί όταν ο υπουργός μιλά σαν νταΐς, τότε το κράτος μοιάζει επικίνδυνα με το ύφος του.
Και το ερώτημα παραμένει:
Πόσο ακόμη θα ανεχόμαστε μια εξουσία που συμπεριφέρεται στους πολίτες σαν να της ανήκουν;
Πασχάλης Θ. Τόσιος

