ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Γιώργος Ανδρέου αποχαιρετά τον Διονύση Σαββόπουλο

Γράφει ο Γιώργος Ανδρέου

Γράφει ο Γιώργος Ανδρέου

"Σβήνουν τα βήματα στη σκάλα κανείς
Θα πλανηθούμε μοναχοί 
Θάλασσες πόλεις έρημοι σταθμοί 
Αλλάζουν όλα εδώ κάτω με ορμή 
Τι να καταλάβουμε οι φτωχοί"


Οι μεγάλοι καλλιτέχνες ανήκουν στο έργο τους - στην οραματική του συνθήκη, στο συμπαντικό χρέος του, στην ακρίβεια του αισθήματος που το καθορίζει. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες υποφέρουν - επειδή δεν μπορούν να είναι άλλοι από αυτό που τάχθηκαν να είναι, σε όλη την εκστατική όσο δραματική διαδρομή του βίου: "Είδα την Άννα κάποτε" - "Είδα τη Σούλα και τον Δεσποτίδη". "Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη" - "Μυστικό τοπίο". Ναι, έτσι πάει. Αδιαίρετο. Πλήρες. Αποσπασματικό. Αντιφατικό. Ανεξήγητο. Λαϊκό. Αυτοκαταστροφικό. Λυτρωτικό. Το έργο, πάντα το έργο.

Τον συνάντησα τον χειμώνα του 1987 - 1988 στον ΣΕΙΡΙΟ του Μάνου Χατζιδάκι (έπαιζα πιάνο με τον Νίκο Παπάζογλου). Στο μικρό καμαρίνι του ο Σαββόπουλος από νωρίς κάθε βράδυ. Με το θάρρος της νιότης τον ρώτησα. Για πολλά. Μου απάντησε,  με απόλυτη ειλικρίνεια. Ερχόταν ο Χατζιδάκις, λίγο πιο αργά. Παρατηρούσα τους δύο γίγαντες να συγκλίνουν, να αποκλίνουν, να σιωπούν. Να αγαπιούνται με την κοινή συνενοχή της γνώσης του μαρτυρίου της μεγάλης δωρεάς - του ταλέντου: Να ανακαλύπτεις το απόλυτα προσωπικό σύμπαν της Τέχνης σου, γνωρίζοντας πως το κεφάλι σου είναι πάντα "στον πάγκο του χασάπη". Ο Χατζιδάκις μου είχε πει: "Προσοχή, μη φύγει το πουλάκι από τον ώμο, μην πετάξει μακριά. Δεν επιστρέφει..."

Όταν ο Νίκος Πορτοκάλογλου ηχογραφούσε το υλικό του "Άσωτου υιού", μου ζήτησε να επιμεληθώ ενορχηστρωτικά την συμμετοχή του Σαββόπουλου. Μπήκαμε στο Polysound και ηχογραφήσαμε το "Να με προσέχεις". Έπαιζα πιάνο, κοντραμπάσο ο Βαγγέλης Κοντόπουλος, στην κονσόλα ο Γιώργος Καρυώτης. Ο μέγιστος τραγουδοποιός τραγουδούσε, δίπλα μας,  με μάτια κλειστά. Στα ακουστικά μου αυτή η φωνή που μ' έκανε πολλές φορές να κλάψω, ακούγοντας την σε αριστουργήματα ποιητικά και μουσικά.

Τον κάλεσα στην Αστυπάλαια, στο εθελοντικό φεστιβάλ μας. Ήρθε (χωρίς αμοιβή), έπαιξε τον "Αριστοφάνη που γύρισε από τα θυμαράκια", τους δικούς του "Αχαρνής" του Αριστοφάνη. Τον ανακηρύξαμε επίτιμο δημότη. Έμεινε λίγες μέρες στο νησί. Με ένα τζιπάκι τον ξενάγησα σε παραλίες απόμακρες, μαγικές κι ονειρεμένες (λάτρευε τον Τσιτσάνη). Τον άκουγα να μιλάει χωρίς δισταγμό για "κάποια λάθη" - δεν θα τα αποκαλύψω, μου αρκεί που τα μοιράστηκε με απλότητα και καθαρή καρδιά. Σ' ένα καφενεδάκι οι μαγείρισσες γυναίκες του τραγούδησαν "Ας κρατήσουν οι χοροί", φέρνοντας του τον καφέ και τα καλούδια τους. 

Σηκώθηκε όρθιος, συγκινημένος. Έτσι όπως στάθηκε μπροστά στον Μίκη, στην Μητρόπολη. Κι έσκυψε το κεφάλι και μετά χαιρέτησε με το δεξί στον κρόταφο (captain my captain)

Δεν συμφωνώ πως η αντιμετώπιση ενός σημαντικού έργου (έργου ζωής) κάποια χρονική στιγμή από την κοινωνία (μια κοινωνία που μοιάζει με υπερφωτισμένο, "καμμένο" φωτογραφικό ενσταντανέ, έτσι που απροκάλυπτα κι αστόχαστα, μέσα στον βούρκο των "κοινωνικών δικτύων", έχει γνώμη και άποψη περί παντός του επιστητού) αποτελεί κριτήριο άξιο "τελικών" αναλύσεων. 

Η ζωή απεχθάνεται τις "τελικές λύσεις"

Στο παρελθόν πολλές  φορές ένα λαμπρό Έργο (από καλλιτέχνες ογκόλιθους) έχει τρεμοσβήσει κι υποχωρήσει (προσωρινά, φαινομενικά) ώσπου να του αποδοθεί η τελική υπεραξία του (παραδείγματα πολλά - ο ίδιος ο Σέξπιρ, ο Θεοτοκόπουλος, ο Βιβάλντι, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ...). Το έργο του Σαββόπουλου - ο αγώνας και η αγωνία του - αποτελεί περιουσία και κληρονομιά πολύτιμη, εθνική και συγχρόνως παγκόσμια. Τι θα κάνουμε με αυτή την κληρονομιά (και με την αντίστοιχη όλων των μεγάλων μας), είναι δική μας ευθύνη. 

"Γεννήθηκα στη Σαλονίκη. Να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ..."
Κι εμείς. Κι είμαστε ευγνώμονες.