ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Στην αγαπημένη μου φίλη Μίτσα αυτά τα λόγια αποχαιρετισμού
Μίτσα μου, γλυκό μου κορίτσι- έτσι σε θυμάμαι- υπήρξες φίλη μου ακριβή για πενήντα χρόνια, από την ώρα που πρωτανταμώσαμε στον κοιτώνα του φοιτητικού ξενώνα της ΧΑΝ, στη Θεσσαλονίκη, πρωτοετείς κι οι δυο φοιτητριούλες διαφορετικών σχολών. Καθυστερημένα είχαμε εμφανιστεί στο πανεπιστήμιο, μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, έτσι μας τακτοποίησαν προσωρινά στο μόνο διαθέσιμο δωμάτιο. Μετά μας χώρισαν, αλλά εμείς ποτέ δε χωρίσαμε κι ας είχα εγώ ήδη από το δεύτερο πανεπιστημιακό έτος εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα.
Μίτσα μου, γλυκό μου κορίτσι- έτσι σε θυμάμαι- υπήρξες φίλη μου ακριβή για πενήντα χρόνια, από την ώρα που πρωτανταμώσαμε στον κοιτώνα του φοιτητικού ξενώνα της ΧΑΝ, στη Θεσσαλονίκη, πρωτοετείς κι οι δυο φοιτητριούλες διαφορετικών σχολών. Καθυστερημένα είχαμε εμφανιστεί στο πανεπιστήμιο, μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, έτσι μας τακτοποίησαν προσωρινά στο μόνο διαθέσιμο δωμάτιο. Μετά μας χώρισαν, αλλά εμείς ποτέ δε χωρίσαμε κι ας είχα εγώ ήδη από το δεύτερο πανεπιστημιακό έτος εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα.

Μίτσα μου, γλυκό μου κορίτσι- έτσι σε θυμάμαι- υπήρξες φίλη μου ακριβή για πενήντα χρόνια, από την ώρα που πρωτανταμώσαμε στον κοιτώνα του φοιτητικού ξενώνα της ΧΑΝ, στη Θεσσαλονίκη, πρωτοετείς κι οι δυο φοιτητριούλες διαφορετικών σχολών. Καθυστερημένα είχαμε εμφανιστεί στο πανεπιστήμιο, μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, έτσι μας τακτοποίησαν προσωρινά στο μόνο διαθέσιμο δωμάτιο. Μετά μας χώρισαν, αλλά εμείς ποτέ δε χωρίσαμε κι ας είχα εγώ ήδη από το δεύτερο πανεπιστημιακό έτος εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα.
Οι πορείες μας διαφορετικές, τα χιλιόμετρα Αθήνα- Σέρρες πολλά…
Κι όμως! Όταν συναντιόμασταν – μπορεί και μετά χρόνια- ήταν σαν να’ χαμε πριν λίγο αποχωριστεί. Υπήρχε μια μαγική ροή ανάμεσά μας, αστείρευτη, κι όλο πλουσιότερη, γιατί στο μεταξύ η ζωή αναπόφευκτα μάς σφυρηλατούσε, μας ωρίμαζε, μας άλλαζε… Τι χαρά η ανακάλυψη ότι από άλλες διαδρομές φτάναμε στο ίδιο σημείο!.. Ή σχεδόν… Γιατί, εσύ, Μίτσα μου, συχνά ήσουν η πιο προχωρημένη πνευματικά. Με τον τρόπο σου μού φώτιζες πράγματα, που εγώ μόνο αργότερα έβλεπα…
« Δε με ξέχασες!» μου είχες πει μια φορά. Το είπες κάπως ντροπαλά, με κάποια ελαφριά έκπληξη, με κάποια κρυφή χαρά.
Αλλά πώς μπορούσα να σε ξεχάσω, ακριβή μου Μίτσα! Πώς να ξεχάσω τον καλύτερο άνθρωπο που έχω ποτέ μου γνωρίσει! Αντίθετα, αν οσφραινόμουνα τον κίνδυνο να με ξεχάσεις εσύ, θα έκανα το παν να κρατήσω την καλοτυχία μου να σε έχω γνωρίσει!
Το τελευταίο καιρό, στο τηλέφωνο, ήσουν παρηγορητική. Εσύ η πάσχουσα, έβρισκες πάντα κάτι ενθαρρυντικό να πεις για την αρρώστια σου, από λεπτότητα, από ευγένεια μη με φορτώσεις με κάτι, έστω ελάχιστο, ένα πούπουλο, από το φορτίο σου…
Είναι τετριμμένες οι λέξεις για να περιγράψουν την αύρα σου, την ευγένεια, την πνευματικότητά σου… Για μένα ήσουν ένα ανθρώπινο πλάσμα πολύ προχωρημένο στην εξελικτική πορεία του είδους για την πραγμάτωση του « κατ’ εικόνα και καθ΄ ομοίωσιν».
Ήσουν ένα φως που ήξερα ότι κάπου φέγγει… Αυτό, σίγουρα, θα ήσουν για τους δικούς σου, αλλά και για άλλους, αρκετά μακρινούς. Ναι, Μίτσα, θα σε κλάψουν από τα τρίσβαθά τους άνθρωποι που δε θα φανταζόσουνα… Γιατί το φως δεν ξέρει μέχρι πού φτάνει. Όμως αυτοί που το δέχονται, το ευγνωμονούν και το λαχταρούν…
Θα μου λείπεις, Μίτσα μου! Θα μας λείπεις! Όμως ελπίζω να γεμίσω το κενό σου με ευγνωμοσύνη για το δώρο της φιλίας μας. Και με την πίστη ότι τίποτε δεν τελειώνει…
Οι πορείες μας διαφορετικές, τα χιλιόμετρα Αθήνα- Σέρρες πολλά…
Κι όμως! Όταν συναντιόμασταν – μπορεί και μετά χρόνια- ήταν σαν να’ χαμε πριν λίγο αποχωριστεί. Υπήρχε μια μαγική ροή ανάμεσά μας, αστείρευτη, κι όλο πλουσιότερη, γιατί στο μεταξύ η ζωή αναπόφευκτα μάς σφυρηλατούσε, μας ωρίμαζε, μας άλλαζε… Τι χαρά η ανακάλυψη ότι από άλλες διαδρομές φτάναμε στο ίδιο σημείο!.. Ή σχεδόν… Γιατί, εσύ, Μίτσα μου, συχνά ήσουν η πιο προχωρημένη πνευματικά. Με τον τρόπο σου μού φώτιζες πράγματα, που εγώ μόνο αργότερα έβλεπα…
« Δε με ξέχασες!» μου είχες πει μια φορά. Το είπες κάπως ντροπαλά, με κάποια ελαφριά έκπληξη, με κάποια κρυφή χαρά.
Αλλά πώς μπορούσα να σε ξεχάσω, ακριβή μου Μίτσα! Πώς να ξεχάσω τον καλύτερο άνθρωπο που έχω ποτέ μου γνωρίσει! Αντίθετα, αν οσφραινόμουνα τον κίνδυνο να με ξεχάσεις εσύ, θα έκανα το παν να κρατήσω την καλοτυχία μου να σε έχω γνωρίσει!
Το τελευταίο καιρό, στο τηλέφωνο, ήσουν παρηγορητική. Εσύ η πάσχουσα, έβρισκες πάντα κάτι ενθαρρυντικό να πεις για την αρρώστια σου, από λεπτότητα, από ευγένεια μη με φορτώσεις με κάτι, έστω ελάχιστο, ένα πούπουλο, από το φορτίο σου…
Είναι τετριμμένες οι λέξεις για να περιγράψουν την αύρα σου, την ευγένεια, την πνευματικότητά σου… Για μένα ήσουν ένα ανθρώπινο πλάσμα πολύ προχωρημένο στην εξελικτική πορεία του είδους για την πραγμάτωση του « κατ’ εικόνα και καθ΄ ομοίωσιν».
Ήσουν ένα φως που ήξερα ότι κάπου φέγγει… Αυτό, σίγουρα, θα ήσουν για τους δικούς σου, αλλά και για άλλους, αρκετά μακρινούς. Ναι, Μίτσα, θα σε κλάψουν από τα τρίσβαθά τους άνθρωποι που δε θα φανταζόσουνα… Γιατί το φως δεν ξέρει μέχρι πού φτάνει. Όμως αυτοί που το δέχονται, το ευγνωμονούν και το λαχταρούν…
Θα μου λείπεις, Μίτσα μου! Θα μας λείπεις! Όμως ελπίζω να γεμίσω το κενό σου με ευγνωμοσύνη για το δώρο της φιλίας μας. Και με την πίστη ότι τίποτε δεν τελειώνει…
#SerresParatiritis