Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για Πολιτική Προστασία μένουν στα χαρτιά – η χώρα στο έλεος της κλιματικής κρίσης
Η αναλογία δαπανών είναι αποκαλυπτική. Μελέτη του WWF Ελλάς κατέγραψε ότι πάνω από 83% των πόρων διατίθεται σε καταστολή και μόλις 16% σε πρόληψη. Ακόμη κι όταν υπολογιστούν συμπληρωματικές δράσεις άλλων φορέων, η σχέση παραμένει στο 80% – 20%. Η ουσία είναι ότι η κυβέρνηση επενδύει στη φωτιά αφού ξεσπάσει, όχι στην αποτροπή της.
Η αναλογία δαπανών είναι αποκαλυπτική. Μελέτη του WWF Ελλάς κατέγραψε ότι πάνω από 83% των πόρων διατίθεται σε καταστολή και μόλις 16% σε πρόληψη. Ακόμη κι όταν υπολογιστούν συμπληρωματικές δράσεις άλλων φορέων, η σχέση παραμένει στο 80% – 20%. Η ουσία είναι ότι η κυβέρνηση επενδύει στη φωτιά αφού ξεσπάσει, όχι στην αποτροπή της.

Η Ελλάδα μετρά καμένες εκτάσεις, χαμένες περιουσίες και ανυπολόγιστες απώλειες στο φυσικό της κεφάλαιο, κι όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να πορεύεται με επικοινωνιακά τερτίπια αντί για πραγματική στρατηγική στην Πολιτική Προστασία.
Τα στοιχεία είναι αμείλικτα: σύμφωνα με αναλυτική επεξεργασία του Ινστιτούτου ΕΝΑ και διασταυρωμένα δημοσιεύματα, η πραγματική απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης για την Πολιτική Προστασία δεν ξεπερνούσε το 1% (!) έως το πρώτο τρίμηνο του 2024. Από τα 556,6 εκατ. ευρώ προϋπολογισμού, είχαν φτάσει στην αγορά μόλις 5,34 εκατ. ευρώ. Ακόμη χειρότερα, έργα-κλειδιά όπως η προμήθεια νέων εναέριων μέσων πυρόσβεσης, η αναβάθμιση των Canadair CL-415 ή η προμήθεια οχημάτων εμφάνιζαν μηδενικές πληρωμές.
Κι όμως, την ίδια ώρα, η κυβέρνηση διαφήμιζε ότι «το 55% του προγράμματος ΑΙΓΙΣ έχει συμβασιοποιηθεί». Πρόκειται για τη γνωστή λογιστική απάτη: το να παρουσιάζονται ως «απορρόφηση» οι συμβάσεις στα χαρτιά, ενώ στην πραγματικότητα τα έργα μένουν κολλημένα στη γραφειοκρατία.
Πρόληψη στα αζήτητα – καταστολή στο προσκήνιο
Η αναλογία δαπανών είναι αποκαλυπτική. Μελέτη του WWF Ελλάς κατέγραψε ότι πάνω από 83% των πόρων διατίθεται σε καταστολή και μόλις 16% σε πρόληψη. Ακόμη κι όταν υπολογιστούν συμπληρωματικές δράσεις άλλων φορέων, η σχέση παραμένει στο 80% – 20%. Η ουσία είναι ότι η κυβέρνηση επενδύει στη φωτιά αφού ξεσπάσει, όχι στην αποτροπή της.
Η εικόνα αυτή γίνεται τραγικότερη αν προστεθεί η υποστελέχωση της Δασικής Υπηρεσίας, η οποία έχει χάσει το 53% του προσωπικού της και το 80% των πόρων της μέσα σε δύο δεκαετίες. Αντί για μόνιμη ενίσχυση, προσλαμβάνονται συμβασιούχοι της τελευταίας στιγμής και μοιράζονται ψίχουλα σε δήμους και περιφέρειες, με καθυστερημένες ροές κονδυλίων.
Η υποκρισία Μητσοτάκη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί του σπεύδουν κάθε χρόνο στις στάχτες να δηλώσουν «συμπαράσταση» και να υποσχεθούν «μεταρρυθμίσεις». Όμως το μόνο που αλλάζει είναι το επικοινωνιακό περίβλημα. Στην πράξη:
-
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης λιμνάζουν.
-
Η πρόληψη παραμένει το φτωχό συγγενές.
-
Ο αποκεντρωμένος σχεδιασμός που ζητούν όλοι οι ειδικοί δεν υλοποιείται.
-
Η Δασική Υπηρεσία παραμένει ρημαγμένη.
Ακόμη και το νέο θεσμικό πλαίσιο του 2025 (Ν. 5214/2025) παρουσιάστηκε ως «επανάσταση». Όμως, χωρίς μόνιμη στελέχωση, χωρίς σαφείς αρμοδιότητες και χωρίς χρηματοδότηση στους ΟΤΑ, κινδυνεύει να αποδειχθεί ένα ακόμη κέλυφος χωρίς περιεχόμενο.
Οι καθυστερημένες παραδόσεις
Το καλοκαίρι του 2025, η κυβέρνηση πανηγύρισε για την παραλαβή 164 πυροσβεστικών οχημάτων μέσω του προγράμματος ΑΙΓΙΣ. Μόνο που αυτά έπρεπε να έχουν παραδοθεί ήδη από το 2023. Οι πρώτες υλικές παραδόσεις ήρθαν με διετή καθυστέρηση, ενώ οι κρίσιμες προμήθειες εναέριων μέσων εξακολουθούν να «σέρνονται».
Το τίμημα της ανικανότητας
Η υποκριτική στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν είναι απλώς ζήτημα πολιτικής κριτικής. Είναι ζήτημα ζωής, περιουσίας και περιβάλλοντος. Η χώρα βρίσκεται σε μία από τις πιο ευάλωτες περιοχές του πλανήτη στην Κλιματική Κρίση. Οι πυρκαγιές θα γίνουν εντονότερες και συχνότερες. Κι όμως, η κυβέρνηση εξακολουθεί να πορεύεται με ψευδο-στατιστικές «επιτυχίες» και με κινήσεις εντυπωσιασμού.
Η πραγματικότητα δεν ωραιοποιείται: η ανικανότητα έχει γίνει συνώνυμο της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και το κόστος αυτής της ανικανότητας το πληρώνει η κοινωνία, το φυσικό περιβάλλον και οι επόμενες γενιές.
Γράφει ο Πασχάλης θ. Τόσιος