ΕΛΛΑΔΑ

Αγροτική πολιτική χωρίς αγρότες δεν είναι πολιτική – είναι επιβολή

Η αγροτική πολιτική οφείλει να επανέλθει εκεί που ανήκει: στον άνθρωπο, στη γη, στην παραγωγή. Όχι ως επικοινωνιακό αφήγημα, αλλά ως εθνική στρατηγική. Γιατί χωρίς πρωτογενή τομέα, δεν υπάρχει επισιτιστική ασφάλεια, δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή, δεν υπάρχει πραγματική ανεξαρτησία.

Η αγροτική πολιτική οφείλει να επανέλθει εκεί που ανήκει: στον άνθρωπο, στη γη, στην παραγωγή. Όχι ως επικοινωνιακό αφήγημα, αλλά ως εθνική στρατηγική. Γιατί χωρίς πρωτογενή τομέα, δεν υπάρχει επισιτιστική ασφάλεια, δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή, δεν υπάρχει πραγματική ανεξαρτησία.

Η ελληνική πρωτογενής παραγωγή δεν καταρρέει τυχαία. Καταρρέει σχεδιασμένα.
Χρόνια τώρα, η αγροτική πολιτική χαράσσεται σε κλειστά γραφεία, μακριά από τα χωράφια, τους στάβλους και τους ανθρώπους που παράγουν την τροφή της κοινωνίας. Χωρίς συμμετοχή, χωρίς διάλογο, χωρίς στρατηγική. Και το αποτέλεσμα είναι μπροστά μας: εγκατάλειψη γης, γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, αδυναμία ανανέωσης και μια χώρα που από παραγωγός τείνει να μετατραπεί σε εισαγωγέα βασικών αγαθών.

Η πρώτη και θεμελιώδης τομή που απαιτείται είναι πολιτική: η αγροτική πολιτική δεν μπορεί να αποφασίζεται χωρίς τους αγρότες. Η δημιουργία μόνιμης πολιτικής επιτροπής με τη συμμετοχή του Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των πανελλαδικών θεσμικών οργάνων των αγροτών δεν είναι παραχώρηση· είναι δημοκρατική υποχρέωση. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει έγκαιρη ενημέρωση, συναπόφαση και πρόληψη κοινωνικών συγκρούσεων που κάθε χρόνο βαφτίζονται «αγροτικές κινητοποιήσεις», ενώ στην πραγματικότητα είναι κραυγές επιβίωσης.

Την ίδια στιγμή, η χώρα βιώνει μια άναρχη επέλαση των ΑΠΕ, εις βάρος της αγροτικής γης, των βοσκοτόπων και των δασικών εκτάσεων. Η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να χτίζεται πάνω στα ερείπια της παραγωγής. Πρώτα οι στέγες, πρώτα τα αστικά κέντρα, πρώτα η εξοικονόμηση. Όχι φωτοβολταϊκά σε εύφορη γη και ανεμογεννήτριες χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό. Η πλήρης αναστολή νέων έργων μέχρι να ολοκληρωθούν τα χωροταξικά σχέδια ΑΠΕ και τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης είναι στοιχειώδης πράξη λογικής.

Στο ίδιο μοτίβο πολιτικής ανεπάρκειας εντάσσεται και το αφήγημα της «λειψυδρίας». Το πρόβλημα δεν είναι το νερό ,είναι οι ανύπαρκτες υποδομές. Φράγματα που λιμνάζουν στα χαρτιά για δεκαετίες, αρδευτικά δίκτυα περασμένων δεκαετιών, ταμιευτήρες που δεν κατασκευάστηκαν ποτέ. Χωρίς έργα υποδομής, καμία συζήτηση για κλιματική προσαρμογή δεν έχει νόημα.

Παράλληλα, το ιδιοκτησιακό καθεστώς της γης παραμένει ένας γραφειοκρατικός λαβύρινθος. Κληρονομικά αγροτεμάχια μπλοκαρισμένα, φόροι που αποτρέπουν τις μεταβιβάσεις, αναδασμοί που δεν έγιναν ποτέ. Η δημιουργία τράπεζας γης και η απλοποίηση των διαδικασιών δεν είναι «μεταρρύθμιση»  είναι όρος επιβίωσης της παραγωγής.

Στην κτηνοτροφία, η κατάσταση αγγίζει τα όρια της θεσμικής υποκρισίας. Μονάδες χωρίς άδειες όχι από παρανομία, αλλά από αδυναμία του κράτους να αδειοδοτήσει. Κτηνιατρικές υπηρεσίες υποστελεχωμένες. Βιοασφάλεια στα σύνορα περισσότερο στα χαρτιά παρά στην πράξη. Και ένας ΕΛΓΑ που λειτουργεί περισσότερο ως μηχανισμός απογοήτευσης παρά ως δίχτυ προστασίας.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι και η κοινωνική αδικία στο ασφαλιστικό. Αγρότες που εργάζονται 365 ημέρες τον χρόνο, χωρίς ωράριο, χωρίς αργίες, να αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας: χωρίς επαρκή κάλυψη σε περίπτωση ατυχήματος, με συντάξεις που δεν ανταποκρίνονται ούτε στην αξιοπρέπεια ούτε στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι που τρέφουν την κοινωνία δεν μπορεί να έχουν τη χαμηλότερη σύνταξη στη χώρα.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η εικόνα δεν είναι καλύτερη. Η εμμονή σε συμφωνίες όπως η Mercosur, η απουσία εγγυημένων τιμών άνω του κόστους παραγωγής, η ανοχή σε εισαγωγές προϊόντων που δεν τηρούν ευρωπαϊκές προδιαγραφές, αποδεικνύουν ότι η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική σχεδιάζεται για την αγορά και όχι για τους παραγωγούς. Χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των αγροτών στη λήψη αποφάσεων, η ΚΑΠ μετατρέπεται σε εργαλείο αποδιάρθρωσης και όχι στήριξης.

Η αγροτική πολιτική οφείλει να επανέλθει εκεί που ανήκει: στον άνθρωπο, στη γη, στην παραγωγή. Όχι ως επικοινωνιακό αφήγημα, αλλά ως εθνική στρατηγική. Γιατί χωρίς πρωτογενή τομέα, δεν υπάρχει επισιτιστική ασφάλεια, δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή, δεν υπάρχει πραγματική ανεξαρτησία.

Και αυτό δεν είναι ιδεολογία. Είναι πραγματικότητα.


Πασχάλης Θ. Τόσιος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ