Η ιστορία τους και πώς είναι σήμερα

Η περιοχή ανάμεσα στο Μονοκκλησί και τον Προμαχώνα συνδέει την πόλη των Σερρών με τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Κατά μήκος αυτής της
διαδρομής απλώνονται μικρά χωριά με πλούσια ιστορία και αξιόλογη σύγχρονη δραστηριότητα. Κάθε χωριό έχει τη δική του εξέλιξη: από
προσφυγικούς οικισμούς και βυζαντινά σκαλοπάτια μέχρι σημερινούς αγροτικούς οικισμούς και τουριστικούς προορισμούς. Στις επόμενες
ενότητες παρουσιάζονται τα κυριότερα χωριά της διαδρομής, με την ιστορία τους και στοιχεία για το σήμερα.
Μονοκκλησιά
Το χωριό Μονοκκλησιά (παλαιότερα Καρατζάκιοϊ) ιδρύθηκε το 1926, όταν πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη εγκατέλειψαν τον παλιό
οικισμό και έχτισαν νέο χωριό στο ισχυρότερο ύψωμα της περιοχής. Το νέο χωριό πήρε το όνομα «Μονοκκλησιά» επειδή είχε μία μόνο
εκκλησία (ενδεχομένως σε αντιδιαστολή με τις «Σαράντα Εκκλησιές» της Θράκης). Με την πορεία των δεκαετιών δέχτηκε κυρίως οικισμούς
προσφύγων και γεωργών, ενώ σήμερα διατηρεί έναν μικρό, αλλά σταθερό πληθυσμό κατοίκων.
-Ιστορικά: Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, είχε ήδη 427 κατοίκους. Μεταγενέστερα παρέμεινε χωριό αγροτικό, απασχολούμενο κυρίως με
τη γεωργία.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται κυρίως με τον πρωτογενή τομέα (σιτηρά, καλαμπόκι, βαμβάκι,
ζαχαρότευτλα, καπνός) και δευτερευόντως με μικρές βιοτεχνίες ή υπηρεσίες. Το χωριό έχει εγκαταστάσεις κοινοτικής χρήσης αλλά και
σύλλογους που αναβιώνουν τοπικά έθιμα.
-Έθιμα / Πολιτισμός: Στη Μονοκκλησιά αναβιώνει κάθε χρόνο (στις 8 Ιανουαρίου) το Θρακικό έθιμο της «Μπάμπως» ή «Βρεξούδια», που σχετίζεται
με την πανάρχαιη γυναικοκρατία. Το έθιμο διοργανώνει ο τοπικός Πολιτιστικός Σύλλογος «Λυσιστράτη».
-Αξιοθέατα: Στο χωριό υπάρχει μια παλιά εκκλησία και η κεντρική πλατεία με το ηρώο του ξεριζωμένου. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται δάσος και
άλλοι παραδοσιακοί οικισμοί.
Μητρούσι
Το Μητρούσι και το Κάτω Μητρούσι (Χομόνδος) συγκροτούν τη δημοτική ενότητα Μητρουσίου. Ο σημερινός οικισμός Μητρούσι (Άνω Μητρούσι) ιδρύθηκε
μετά το 1923 από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης (π.χ. Σουφλί, Κιουπλί κ.ά.) που έχτισαν πρόχειρες καλύβες και αργότερα οριστικά σπίτια στο
εύφορο πεδινό έδαφος. Το παλαιό Κάτω Μητρούσι, γνωστό και ως Χομόνδος, απομονώθηκε αργότερα από τον οικισμό των προσφύγων. Η ιστορική εξέλιξη
του χωριού φαίνεται και στην άνοδο του πληθυσμού του: π.χ. το 1928 (νεόκτιστος οικισμός) το χωριό είχε 1.167 κατοίκους (πραγματικός πληθυσμός),
ενώ το 2021 ο μόνιμος πληθυσμός έφτασε τους περίπου 1.195 κατοίκους (απογραφή 2021)
-Ιστορικά: Όπως αναφέρεται σε μελέτες, οι πρώτοι κάτοικοι ήταν πρόσφυγες της ανταλλαγής πληθυσμών του 1923 από τη Θράκη. Μέχρι το 1930 το
χωριό μεγάλωσε σημαντικά και ορίστηκε έδρα κοινότητας (με ονομασία «Μητρούσης» τιμητικά για τον Μακεδονομάχο Καπετάν Μητρούση).
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Το χωριό σήμερα έχει περίπου 1.200 κατοίκους. Η οικονομία βασίζεται στην πρωτογενή παραγωγή:
καλλιεργούνται σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, βαμβάκι, ρύζι, ζαχαρότευτλα και μηδική. Με την πλήρη άρδευση από τον ποταμό Στρυμόνα, οι
αγροτικές καλλιέργειες παραμένουν κυρίαρχες, ενώ μειώνονται σιγά-σιγά η σπορά σιταριού/κριθαριού λόγω χαμηλών τιμών. Παράλληλα, στο χωριό
υπάρχουν βιοτεχνίες ενδυμάτων, αλλά και αρκετοί κάτοικοι που εργάζονται στην πόλη των Σερρών.
-Πολιτισμός / Έθιμα: Λειτουργεί πολιτιστικός σύλλογος, ενώ σε τοπικό επίπεδο οργανώνονται πανηγύρια (π.χ. στη γιορτή του Αγίου Ιωάννη 24
Ιουνίου) και αθλητικές/κοινωνικές εκδηλώσεις.
-Αξιοθέατα / Δραστηριότητες: Το Μητρούσι είναι στρατηγικό χωριό (λίγο έξω από Σέρρες, δίπλα στην Εθνική οδό Σερρών–Θεσσαλονίκης). Κοντά
βρίσκονται γεωφραγματικές και υδροβιότοποι (διώρυγα Μπέλιτσα) που αξιοποιούνται για άρδευση και τουρισμό φύσης.
Άνω Καμήλα
Η Άνω Καμήλα είναι μεγάλος πεδινός οικισμός της τοπικής κοινότητας Καμήλας. Κτίστηκε επίσης ως προσφυγικό χωριό (μετά το 1920) σε πεδιάδα
ανάμεσα στον ποταμό Στρυμόνα και το παραπόταμό του Μπέλιτσα. Σύμφωνα με το καλλικρατικό πρόγραμμα, ανήκει σήμερα στο Δήμο Σερρών. Το χωριό
-Ιστορικά: Το χωριό ανασυστάθηκε το 1924 από πρόσφυγες, παίρνοντας το όνομά του από τη βυζαντινή κωμόπολη Σκούταρι των Θρακών. Γρήγορα
εξελίχτηκε σε κωμόπολη με κεντρική θέση: μέχρι το 2010 ήταν έδρα του Δήμου Σκουτάρεως.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Έχει περίπου 1.863 κατοίκους (2021). Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (φαγητά, δημητριακά, κηπευτικά) και
-Οικονομία: Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (δημητριακά, λαχανικά, αμπέλια) χάρη στην εύφορη πεδιάδα και το νερό από τον
Στρυμόνα. Λειτουργούν επίσης μικροβιοτεχνίες, αλλά και εμπορικά καταστήματα που εξυπηρετούν και κατοίκους Σιδηροκάστρου.
-Κοινωνία / Πολιτισμός: Το Χαρωπό ανήκει εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Σερρών. Κάθε χρόνο υπάρχουν τοπικές γιορτές (π.χ. στην εκκλησία του
Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης). Επίσης οι κάτοικοι συμμετέχουν στα πολιτιστικά δρώμενα του ευρύτερου Δήμου (πανηγύρια, εκδηλώσεις τουρισμού).
-Αξιοθέατα: Σε μικρή απόσταση βρίσκονται τα γνωστά Ιαματικά Λουτρά Σιδηροκάστρου, καθώς και το χωριό του Σιδηροκάστρου με το βυζαντινό κάστρο
του. Το Χαρωπό διαθέτει μικρό αρχαιολογικό μουσείο και μνημείο πεσόντων στο κέντρο του χωριού.
Κερκίνη
Η Κερκίνη είναι ορεινός αγροτικός οικισμός στο δυτικό άκρο της λίμνης Κερκίνης, με θέα στο φράγμα του Στρυμόνα. Ανήκει στο Δήμο Σιντικής
και δημιουργήθηκε και αυτό μετά την ανταλλαγή πληθυσμών (μετονομάστηκε το 1937 από «Νεα Κερκίνη»). Σήμερα έχει περίπου 757 κατοίκους (2021).
-Τοπίο / Οικονομία: Βρίσκεται 12 χλμ. από τον Προμαχώνα και 40 χλμ. από τις Σέρρες, ανάμεσα σε δασωμένα βουνά (Μαυροβούνι, Μπέλες) και τη
λίμνη. Η γεωργία παραμένει βασική ασχολία (λαχανικά, φρούτα στο αρδευόμενο έδαφος). Το χωριό, όμως, έχει αναδειχθεί και σε κέντρο οικοτουρισμού
λόγω της λίμνης Κερκίνης: λειτουργεί Κέντρο Πληροφόρησης του υγρότοπου και γραφεία που οργανώνουν πεζοπορίες και παρατήρηση πουλιών. Υπάρχουν
επίσης ντόπιοι συνεταιρισμοί που εκτρέφουν βουβάλια και παράγουν γαλακτοκομικά προϊόντα.
-Γαστρονομία: Η Κερκίνη φημίζεται για την τοπική κουζίνα με βάση το βουβαλίσιο κρέας. Παραδοσιακά πιάτα είναι ο καπαμάς και το ρίμπνικ
(χειμωνιάτικα κρέατα σε ζουμί). Το βουβαλίσιο κρέας προσφέρεται ψητό, σε λουκάνικα και κεφτέδες· παρασκευάζονται ακόμη γλυκίσματα με
βουβαλίσιο γάλα. Πολλά εστιατόρια της περιοχής έχουν στο μενού τους σπεσιαλιτέ από βουβαλίσιο κρέας, πράγμα που προσελκύει επισκέπτες.
-Πολιτισμός / Τουρισμός: Καθώς το χωριό εξελίχτηκε σε τουριστικό προορισμό, γίνονται εκδηλώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (θερινά
πανηγύρια, φεστιβάλ βουβαλίσιου κρέατος). Λειτουργεί επίσης τοπικός σύλλογος περιβάλλοντος και πολιτισμού που οργανώνει εκδρομές στην περιοχή
και δραστηριότητες ευαισθητοποίησης για τη φύση.
-Αξιοθέατα: Το μεγαλύτερο αξιοθέατο είναι φυσικά η λίμνη Κερκίνη και το οικοσύστημά της (το οποίο έχει χαρακτηριστεί υγρότοπος διεθνούς
σημασίας). Κοντά στο χωριό υπάρχουν μονοπάτια για πεζοπορία στα γύρω βουνά. Επίσης σε κοντινή απόσταση (6 χλμ.) είναι οι καταρράκτες Μπούρινος.
Το ίδιο το χωριό έχει λίγα ιστορικά κτίσματα αλλά οι παραλίμνιες ταβέρνες του προσφέρουν πανοραμική θέα.
Άνω Πορόια
Τα Άνω Πορόια είναι ορεινός οικισμός στις υπώρειες του όρους Κερκίνη, βορειοδυτικά της λίμνης Κερκίνης. Ανήκουν σήμερα στον Δήμο Σιντικής, πρώην κοινότητα Νεοχωρίου.
-Ιστορικά: Στον 19ο αιώνα είχε τη φήμη «Μικρά Κωνσταντινούπολη», καθώς οι μπέηδες των Σερρών είχαν χτισμένα εδώ εξοχικά. Κατά την Τουρκοκρατία
ήταν σταθμός με προνομιακό καθεστώς (βλάχικη έπαυλη ηγεμόνα). Μετά τον πόλεμο του 1940 το χωριό εκκενώθηκε, αλλά οι κάτοικοι γύρισαν μετά την ειρήνη.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Υπάρχει σημαντική μείωση πληθυσμού (836 κάτοικοι το 2021 έναντι 1.530 το 2001). Παρά τις αντιξοότητες,
το χωριό διατηρεί παιδικό σταθμό, δημοτικό σχολείο και κοινοτικό κατάστημα. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (κυρίως οπωροφόρα),
καθώς και με την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομία.
-Οικονομία / Τουρισμός: Εκμεταλλευόμενοι την ορεινή ομορφιά, κάποιες οικογένειες αναπτύσσουν μικρές τουριστικές επιχειρήσεις (ενοικιαζόμενα
δωμάτια) και ταβέρνες. Το χειμερινό χιονοδρομικό κέντρο Κερκίνης βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιομέτρων, οπότε κάτοικοι/επισκέπτες περνούν
οπωσδήποτε από τα Πορόια για ανεφοδιασμό.
-Αξιοθέατα: Η θέα προς τη λίμνη Κερκίνη από τα Πορόια είναι αξέχαστη. Στο χωριό υπάρχει λίγος παραδοσιακός οικισμός με τα χωριάτικα σπίτια.
Γύρω περνούν πεζοπορικά μονοπάτια στο όρος Κερκίνη. Το γραφικό ποτάμι Ροδότοπος διασχίζει το χωριό. Κάθε χρόνο υπάρχουν τοπικά πανηγύρια
(π.χ.στη γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης), ενώ ξακουστό είναι το παραδοσιακό «φεστιβάλ τσίπουρου» που διοργανώνει ο πολιτιστικός
σύλλογος.
Προμαχώνας
Ο Προμαχώνας είναι χωριό στα βόρεια σύνορα του Νομού Σερρών, γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων ως ο «προμαχώνας» της Μακεδονίας. Παλαιότερα
ονομαζόταν Δραγοτίνη και απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό το 1913. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν εδώ πρόσφυγες της Μικράς Ασίας (1922)
και το 1927 το χωριό μετονομάστηκε επίσημα σε Προμαχώνα. Σήμερα έχει μόλις 184 μόνιμους κατοίκους (2021)
-Στρατηγική θέση: Ο Προμαχώνας βρίσκεται στον αυτοκινητόδρομο Θεσσαλονίκης–Σερρών–Βουλγαρίας και διαθέτει μεγάλο συνοριακό τελωνείο
Διέρχεται από το χωριό και ο σιδηροδρομικός άξονας προς τη Θεσσαλονίκη, γεγονός που το καθιστά σημαντικό κόμβο μεταφορών.
-Ιστορικά: Η πορεία του χωριού αποτυπώνεται στις πληθυσμιακές αιχμές του: το 1928 είχε 463 κατοίκους, ενώ λίγους μήνες πριν τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο έφτανε τους 1.528. Κατά τη διάρκεια του πολέμου εκκενώθηκε και ο πληθυσμός του ελαττώθηκε δραματικά. Μετά την ειρήνη επιστρέψαν
πρόσφυγες από άλλα παραθαλάσσια χωριά του Παγκοσμίου Πολέμου, φέρνοντας τον πληθυσμό γύρω στους 400 το 1961.
-Σήμερα (δραστηριότητες): Η οικονομία βασίζεται στα σύνορα: λειτουργούν γραφεία και υπηρεσίες του τελωνείου, καθώς και ξενοδοχεία/καταλύματα
για φορτηγατζήδες και ταξιδιώτες. Επίσης υπάρχει κάποιο εμπόριο τροφίμων και παραδοσιακών προϊόντων για τους περάτες. Η γεωργία και
κτηνοτροφία (αλόγαδα, πρόβατα) παίζουν μικρότερο ρόλο λόγω των οικιστικών και ασφάλεια περιορισμών.
-Αξιοθέατα: Έξω από το χωριό (προς Θεσσαλονίκη) βρίσκεται το μεγαλοπρεπές Μνημείο του Βασιλείου Β’ του Μακεδόνος – μνημείο της Μάχης του
Κλειδίου (1014)Στην κορυφή του δεσπόζει ο βυζαντινός δικέφαλος αετός, ενώ χαραγμένη είναι η ιστορία της νίκης επί των Βουλγάρων. Ο Προμαχώνας αποτελε
διαδρομής απλώνονται μικρά χωριά με πλούσια ιστορία και αξιόλογη σύγχρονη δραστηριότητα. Κάθε χωριό έχει τη δική του εξέλιξη: από
προσφυγικούς οικισμούς και βυζαντινά σκαλοπάτια μέχρι σημερινούς αγροτικούς οικισμούς και τουριστικούς προορισμούς. Στις επόμενες
ενότητες παρουσιάζονται τα κυριότερα χωριά της διαδρομής, με την ιστορία τους και στοιχεία για το σήμερα.
Μονοκκλησιά
Το χωριό Μονοκκλησιά (παλαιότερα Καρατζάκιοϊ) ιδρύθηκε το 1926, όταν πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη εγκατέλειψαν τον παλιό
οικισμό και έχτισαν νέο χωριό στο ισχυρότερο ύψωμα της περιοχής. Το νέο χωριό πήρε το όνομα «Μονοκκλησιά» επειδή είχε μία μόνο
εκκλησία (ενδεχομένως σε αντιδιαστολή με τις «Σαράντα Εκκλησιές» της Θράκης). Με την πορεία των δεκαετιών δέχτηκε κυρίως οικισμούς
προσφύγων και γεωργών, ενώ σήμερα διατηρεί έναν μικρό, αλλά σταθερό πληθυσμό κατοίκων.
-Ιστορικά: Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, είχε ήδη 427 κατοίκους. Μεταγενέστερα παρέμεινε χωριό αγροτικό, απασχολούμενο κυρίως με
τη γεωργία.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται κυρίως με τον πρωτογενή τομέα (σιτηρά, καλαμπόκι, βαμβάκι,
ζαχαρότευτλα, καπνός) και δευτερευόντως με μικρές βιοτεχνίες ή υπηρεσίες. Το χωριό έχει εγκαταστάσεις κοινοτικής χρήσης αλλά και
σύλλογους που αναβιώνουν τοπικά έθιμα.
-Έθιμα / Πολιτισμός: Στη Μονοκκλησιά αναβιώνει κάθε χρόνο (στις 8 Ιανουαρίου) το Θρακικό έθιμο της «Μπάμπως» ή «Βρεξούδια», που σχετίζεται
με την πανάρχαιη γυναικοκρατία. Το έθιμο διοργανώνει ο τοπικός Πολιτιστικός Σύλλογος «Λυσιστράτη».
-Αξιοθέατα: Στο χωριό υπάρχει μια παλιά εκκλησία και η κεντρική πλατεία με το ηρώο του ξεριζωμένου. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται δάσος και
άλλοι παραδοσιακοί οικισμοί.
Μητρούσι
Το Μητρούσι και το Κάτω Μητρούσι (Χομόνδος) συγκροτούν τη δημοτική ενότητα Μητρουσίου. Ο σημερινός οικισμός Μητρούσι (Άνω Μητρούσι) ιδρύθηκε
μετά το 1923 από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης (π.χ. Σουφλί, Κιουπλί κ.ά.) που έχτισαν πρόχειρες καλύβες και αργότερα οριστικά σπίτια στο
εύφορο πεδινό έδαφος. Το παλαιό Κάτω Μητρούσι, γνωστό και ως Χομόνδος, απομονώθηκε αργότερα από τον οικισμό των προσφύγων. Η ιστορική εξέλιξη
του χωριού φαίνεται και στην άνοδο του πληθυσμού του: π.χ. το 1928 (νεόκτιστος οικισμός) το χωριό είχε 1.167 κατοίκους (πραγματικός πληθυσμός),
ενώ το 2021 ο μόνιμος πληθυσμός έφτασε τους περίπου 1.195 κατοίκους (απογραφή 2021)
-Ιστορικά: Όπως αναφέρεται σε μελέτες, οι πρώτοι κάτοικοι ήταν πρόσφυγες της ανταλλαγής πληθυσμών του 1923 από τη Θράκη. Μέχρι το 1930 το
χωριό μεγάλωσε σημαντικά και ορίστηκε έδρα κοινότητας (με ονομασία «Μητρούσης» τιμητικά για τον Μακεδονομάχο Καπετάν Μητρούση).
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Το χωριό σήμερα έχει περίπου 1.200 κατοίκους. Η οικονομία βασίζεται στην πρωτογενή παραγωγή:
καλλιεργούνται σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, βαμβάκι, ρύζι, ζαχαρότευτλα και μηδική. Με την πλήρη άρδευση από τον ποταμό Στρυμόνα, οι
αγροτικές καλλιέργειες παραμένουν κυρίαρχες, ενώ μειώνονται σιγά-σιγά η σπορά σιταριού/κριθαριού λόγω χαμηλών τιμών. Παράλληλα, στο χωριό
υπάρχουν βιοτεχνίες ενδυμάτων, αλλά και αρκετοί κάτοικοι που εργάζονται στην πόλη των Σερρών.
-Πολιτισμός / Έθιμα: Λειτουργεί πολιτιστικός σύλλογος, ενώ σε τοπικό επίπεδο οργανώνονται πανηγύρια (π.χ. στη γιορτή του Αγίου Ιωάννη 24
Ιουνίου) και αθλητικές/κοινωνικές εκδηλώσεις.
-Αξιοθέατα / Δραστηριότητες: Το Μητρούσι είναι στρατηγικό χωριό (λίγο έξω από Σέρρες, δίπλα στην Εθνική οδό Σερρών–Θεσσαλονίκης). Κοντά
βρίσκονται γεωφραγματικές και υδροβιότοποι (διώρυγα Μπέλιτσα) που αξιοποιούνται για άρδευση και τουρισμό φύσης.
Άνω Καμήλα
Η Άνω Καμήλα είναι μεγάλος πεδινός οικισμός της τοπικής κοινότητας Καμήλας. Κτίστηκε επίσης ως προσφυγικό χωριό (μετά το 1920) σε πεδιάδα
ανάμεσα στον ποταμό Στρυμόνα και το παραπόταμό του Μπέλιτσα. Σύμφωνα με το καλλικρατικό πρόγραμμα, ανήκει σήμερα στο Δήμο Σερρών. Το χωριό
αναφέρεται με 546 κατοίκους στη απογραφή του 2021. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου και μετά, παρέμεινε χωριό κατά κύριο λόγο αγροτικό.
-Ιστορικά: Κατά τους πρόσφυγες της ανταλλαγής του 1923 εγκαταστάθηκαν εδώ οικογένειες από τον Πόντο και τη Θράκη, οι οποίες ίδρυσαν τον
οικισμό. Έκτοτε μετονομάστηκε σε Άνω Καμήλα και πήρε τη σημερινή δομή του.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Έχει περίπου 550 κατοίκους (2021). Η κύρια οικονομική δραστηριότητα είναι η γεωργία (παραγωγή βαμβακιού, σιτηρών,
-Ιστορικά: Κατά τους πρόσφυγες της ανταλλαγής του 1923 εγκαταστάθηκαν εδώ οικογένειες από τον Πόντο και τη Θράκη, οι οποίες ίδρυσαν τον
οικισμό. Έκτοτε μετονομάστηκε σε Άνω Καμήλα και πήρε τη σημερινή δομή του.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Έχει περίπου 550 κατοίκους (2021). Η κύρια οικονομική δραστηριότητα είναι η γεωργία (παραγωγή βαμβακιού, σιτηρών,
ζαχαρότευτλων κ.ά.)· υπάρχουν ακόμη μικρές κτηνοτροφικές μονάδες. Κάποιοι κάτοικοι εργάζονται σε μικρές τοπικές επιχειρήσεις ή στα
διπλανά χωριά.
-Πολιτισμός / Έθιμα: Κάθε 8 Ιανουαρίου αναβιώνει και στην Άνω Καμήλα το Θρακικό έθιμο της «Μπάμπως» (γυναικοκρατίας), όπως στην επίσης κοντινή Μονοκκλησιά.
διπλανά χωριά.
-Πολιτισμός / Έθιμα: Κάθε 8 Ιανουαρίου αναβιώνει και στην Άνω Καμήλα το Θρακικό έθιμο της «Μπάμπως» (γυναικοκρατίας), όπως στην επίσης κοντινή Μονοκκλησιά.
Το χωριό έχει ιδρύσει τον γυναικείο πολιτιστικό σύλλογο «Μπάμπω» που φροντίζει για την εκδήλωση αυτή. Επίσης υπάρχουν τοπικοί
σύλλογοι και ομάδες αθλητισμού.
-Αξιοθέατα: Η Άνω Καμήλα είναι πεδινός οικισμός με κεντρική πλατεία και εκκλησίες. Κοντά στο χωριό περνά ο ποταμός Στρυμόνας και γειτνιάζει
με αρδευτικά φράγματα, δημιουργώντας όμορφες διαδρομές. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η πόλη των Σερρών (απέχει ~14 χλμ.), καθιστώντας το χωριό προάστιο/εξοχικό
σύλλογοι και ομάδες αθλητισμού.
-Αξιοθέατα: Η Άνω Καμήλα είναι πεδινός οικισμός με κεντρική πλατεία και εκκλησίες. Κοντά στο χωριό περνά ο ποταμός Στρυμόνας και γειτνιάζει
με αρδευτικά φράγματα, δημιουργώντας όμορφες διαδρομές. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η πόλη των Σερρών (απέχει ~14 χλμ.), καθιστώντας το χωριό προάστιο/εξοχικό
σημείο.
Σκούταρι
Το Σκούταρι Σερρών είναι πεδινή κωμόπολη, σημαντικό προσφυγικό χωριό που κτίστηκε το 1922-24. Πρώτοι στο σημερινό χωριό κατέφθασαν Μικρασιάτες πρόσφυγες από τη
Σκούταρι
Το Σκούταρι Σερρών είναι πεδινή κωμόπολη, σημαντικό προσφυγικό χωριό που κτίστηκε το 1922-24. Πρώτοι στο σημερινό χωριό κατέφθασαν Μικρασιάτες πρόσφυγες από τη
Χωρούδα της Προύσας (Οκτώβριος 1922) και μετά άλλοι από το Σκούταρι Ανατολικής Θράκης (Αύγουστος 1924). Λόγω αυτής της προέλευσης, το χωριό ονομάστηκε «Σκούταρι»
προς τιμή του ομώνυμου χωριού της Ανατολικής Ρωμυλίας. Απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό το 1913. Στις παλαιότερες απογραφές (1913-1940) ο πληθυσμός του κυμαινόταν
γύρω στα 2.000–2.500 κατοίκους, ενώ το 2011 ήταν 2.154.
-Ιστορικά: Το χωριό ανασυστάθηκε το 1924 από πρόσφυγες, παίρνοντας το όνομά του από τη βυζαντινή κωμόπολη Σκούταρι των Θρακών. Γρήγορα
εξελίχτηκε σε κωμόπολη με κεντρική θέση: μέχρι το 2010 ήταν έδρα του Δήμου Σκουτάρεως.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Έχει περίπου 1.863 κατοίκους (2021). Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (φαγητά, δημητριακά, κηπευτικά) και
τη μικρή κτηνοτροφία. Λόγω της καλής οδικής σύνδεσης (προς Σέρρες και εθνικό δίκτυο), αρκετοί κάτοικοι εργάζονται και στην
αγορά των Σερρών. Υπάρχουν εμπόριο και υπηρεσίες (καταστήματα, εστιατόρια κ.ά.), ενώ το χωριό διαθέτει σχολεία, υποδομές υγείας και κοινοτικά κτίρια.
-Πολιτισμός / Εκδηλώσεις: Διοργανώνονται πανηγύρια στο χωριό (π.χ. στην εορτή της Αγίας Παρασκευής, που είναι πολιούχος). Υπάρχουν αθλητικοί
και πολιτιστικοί σύλλογοι.
-Αξιοθέατα: Κοντά στο Σκούταρι βρίσκεται το σπήλαιο Αλιστράτης (λίγα χιλιόμετρα βόρεια), καθώς και οι ιαματικές πηγές στο Σιδηρόκαστρο. Το
ίδιο το χωριό διαθέτει παλαιούς νερόμυλους στον παραπόταμο και παλαιές εκκλησίες που αξίζει να δει ο επισκέπτης.
Χαρωπό
Το Χαρωπό είναι μικρό πεδινό χωριό της Δημοτικής Ενότητας Σιδηροκάστρου (Δήμος Σιντικής). Βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη του Σιδηροκάστρου
(4,5χλμ. Β.-ΒΔ.), πάνω στον κάμπο των Σερρών. Λόγω της θέσης του, το χωριό εξελίχτηκε σε οικισμό συμπληρωματικό του Σιδηροκάστρου. Ο μόνιμος πληθυσμός
-Πολιτισμός / Εκδηλώσεις: Διοργανώνονται πανηγύρια στο χωριό (π.χ. στην εορτή της Αγίας Παρασκευής, που είναι πολιούχος). Υπάρχουν αθλητικοί
και πολιτιστικοί σύλλογοι.
-Αξιοθέατα: Κοντά στο Σκούταρι βρίσκεται το σπήλαιο Αλιστράτης (λίγα χιλιόμετρα βόρεια), καθώς και οι ιαματικές πηγές στο Σιδηρόκαστρο. Το
ίδιο το χωριό διαθέτει παλαιούς νερόμυλους στον παραπόταμο και παλαιές εκκλησίες που αξίζει να δει ο επισκέπτης.
Χαρωπό
Το Χαρωπό είναι μικρό πεδινό χωριό της Δημοτικής Ενότητας Σιδηροκάστρου (Δήμος Σιντικής). Βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη του Σιδηροκάστρου
(4,5χλμ. Β.-ΒΔ.), πάνω στον κάμπο των Σερρών. Λόγω της θέσης του, το χωριό εξελίχτηκε σε οικισμό συμπληρωματικό του Σιδηροκάστρου. Ο μόνιμος πληθυσμός
του σήμερα είναι περίπου 783 κάτοικοι (απογραφή 2021) (από 1.042 το 2011, δείγμα συρρίκνωσης).
-Οικονομία: Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (δημητριακά, λαχανικά, αμπέλια) χάρη στην εύφορη πεδιάδα και το νερό από τον
Στρυμόνα. Λειτουργούν επίσης μικροβιοτεχνίες, αλλά και εμπορικά καταστήματα που εξυπηρετούν και κατοίκους Σιδηροκάστρου.
-Κοινωνία / Πολιτισμός: Το Χαρωπό ανήκει εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Σερρών. Κάθε χρόνο υπάρχουν τοπικές γιορτές (π.χ. στην εκκλησία του
Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης). Επίσης οι κάτοικοι συμμετέχουν στα πολιτιστικά δρώμενα του ευρύτερου Δήμου (πανηγύρια, εκδηλώσεις τουρισμού).
-Αξιοθέατα: Σε μικρή απόσταση βρίσκονται τα γνωστά Ιαματικά Λουτρά Σιδηροκάστρου, καθώς και το χωριό του Σιδηροκάστρου με το βυζαντινό κάστρο
του. Το Χαρωπό διαθέτει μικρό αρχαιολογικό μουσείο και μνημείο πεσόντων στο κέντρο του χωριού.
Κερκίνη
Η Κερκίνη είναι ορεινός αγροτικός οικισμός στο δυτικό άκρο της λίμνης Κερκίνης, με θέα στο φράγμα του Στρυμόνα. Ανήκει στο Δήμο Σιντικής
και δημιουργήθηκε και αυτό μετά την ανταλλαγή πληθυσμών (μετονομάστηκε το 1937 από «Νεα Κερκίνη»). Σήμερα έχει περίπου 757 κατοίκους (2021).
-Τοπίο / Οικονομία: Βρίσκεται 12 χλμ. από τον Προμαχώνα και 40 χλμ. από τις Σέρρες, ανάμεσα σε δασωμένα βουνά (Μαυροβούνι, Μπέλες) και τη
λίμνη. Η γεωργία παραμένει βασική ασχολία (λαχανικά, φρούτα στο αρδευόμενο έδαφος). Το χωριό, όμως, έχει αναδειχθεί και σε κέντρο οικοτουρισμού
λόγω της λίμνης Κερκίνης: λειτουργεί Κέντρο Πληροφόρησης του υγρότοπου και γραφεία που οργανώνουν πεζοπορίες και παρατήρηση πουλιών. Υπάρχουν
επίσης ντόπιοι συνεταιρισμοί που εκτρέφουν βουβάλια και παράγουν γαλακτοκομικά προϊόντα.
-Γαστρονομία: Η Κερκίνη φημίζεται για την τοπική κουζίνα με βάση το βουβαλίσιο κρέας. Παραδοσιακά πιάτα είναι ο καπαμάς και το ρίμπνικ
(χειμωνιάτικα κρέατα σε ζουμί). Το βουβαλίσιο κρέας προσφέρεται ψητό, σε λουκάνικα και κεφτέδες· παρασκευάζονται ακόμη γλυκίσματα με
βουβαλίσιο γάλα. Πολλά εστιατόρια της περιοχής έχουν στο μενού τους σπεσιαλιτέ από βουβαλίσιο κρέας, πράγμα που προσελκύει επισκέπτες.
-Πολιτισμός / Τουρισμός: Καθώς το χωριό εξελίχτηκε σε τουριστικό προορισμό, γίνονται εκδηλώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (θερινά
πανηγύρια, φεστιβάλ βουβαλίσιου κρέατος). Λειτουργεί επίσης τοπικός σύλλογος περιβάλλοντος και πολιτισμού που οργανώνει εκδρομές στην περιοχή
και δραστηριότητες ευαισθητοποίησης για τη φύση.
-Αξιοθέατα: Το μεγαλύτερο αξιοθέατο είναι φυσικά η λίμνη Κερκίνη και το οικοσύστημά της (το οποίο έχει χαρακτηριστεί υγρότοπος διεθνούς
σημασίας). Κοντά στο χωριό υπάρχουν μονοπάτια για πεζοπορία στα γύρω βουνά. Επίσης σε κοντινή απόσταση (6 χλμ.) είναι οι καταρράκτες Μπούρινος.
Το ίδιο το χωριό έχει λίγα ιστορικά κτίσματα αλλά οι παραλίμνιες ταβέρνες του προσφέρουν πανοραμική θέα.
Άνω Πορόια
Τα Άνω Πορόια είναι ορεινός οικισμός στις υπώρειες του όρους Κερκίνη, βορειοδυτικά της λίμνης Κερκίνης. Ανήκουν σήμερα στον Δήμο Σιντικής, πρώην κοινότητα Νεοχωρίου.
Στο χωριό, ο πληθυσμός ήταν 965 (απογραφή 2011) και έπεσε στους 836 το 2021. Ιστορικά κατοικήθηκε από Βλάχους που κατέφυγαν από τη Δυτική Μακεδονία και Ηπειρο κατά
την οθωμανική περίοδο, εξ ου και η ντόπια διάλεκτος.
-Ιστορικά: Στον 19ο αιώνα είχε τη φήμη «Μικρά Κωνσταντινούπολη», καθώς οι μπέηδες των Σερρών είχαν χτισμένα εδώ εξοχικά. Κατά την Τουρκοκρατία
ήταν σταθμός με προνομιακό καθεστώς (βλάχικη έπαυλη ηγεμόνα). Μετά τον πόλεμο του 1940 το χωριό εκκενώθηκε, αλλά οι κάτοικοι γύρισαν μετά την ειρήνη.
-Σήμερα (πληθυσμός, δραστηριότητες): Υπάρχει σημαντική μείωση πληθυσμού (836 κάτοικοι το 2021 έναντι 1.530 το 2001). Παρά τις αντιξοότητες,
το χωριό διατηρεί παιδικό σταθμό, δημοτικό σχολείο και κοινοτικό κατάστημα. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (κυρίως οπωροφόρα),
καθώς και με την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομία.
-Οικονομία / Τουρισμός: Εκμεταλλευόμενοι την ορεινή ομορφιά, κάποιες οικογένειες αναπτύσσουν μικρές τουριστικές επιχειρήσεις (ενοικιαζόμενα
δωμάτια) και ταβέρνες. Το χειμερινό χιονοδρομικό κέντρο Κερκίνης βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιομέτρων, οπότε κάτοικοι/επισκέπτες περνούν
οπωσδήποτε από τα Πορόια για ανεφοδιασμό.
-Αξιοθέατα: Η θέα προς τη λίμνη Κερκίνη από τα Πορόια είναι αξέχαστη. Στο χωριό υπάρχει λίγος παραδοσιακός οικισμός με τα χωριάτικα σπίτια.
Γύρω περνούν πεζοπορικά μονοπάτια στο όρος Κερκίνη. Το γραφικό ποτάμι Ροδότοπος διασχίζει το χωριό. Κάθε χρόνο υπάρχουν τοπικά πανηγύρια
(π.χ.στη γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης), ενώ ξακουστό είναι το παραδοσιακό «φεστιβάλ τσίπουρου» που διοργανώνει ο πολιτιστικός
σύλλογος.
Προμαχώνας
Ο Προμαχώνας είναι χωριό στα βόρεια σύνορα του Νομού Σερρών, γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων ως ο «προμαχώνας» της Μακεδονίας. Παλαιότερα
ονομαζόταν Δραγοτίνη και απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό το 1913. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν εδώ πρόσφυγες της Μικράς Ασίας (1922)
και το 1927 το χωριό μετονομάστηκε επίσημα σε Προμαχώνα. Σήμερα έχει μόλις 184 μόνιμους κατοίκους (2021)
-Στρατηγική θέση: Ο Προμαχώνας βρίσκεται στον αυτοκινητόδρομο Θεσσαλονίκης–Σερρών–Βουλγαρίας και διαθέτει μεγάλο συνοριακό τελωνείο
Διέρχεται από το χωριό και ο σιδηροδρομικός άξονας προς τη Θεσσαλονίκη, γεγονός που το καθιστά σημαντικό κόμβο μεταφορών.
-Ιστορικά: Η πορεία του χωριού αποτυπώνεται στις πληθυσμιακές αιχμές του: το 1928 είχε 463 κατοίκους, ενώ λίγους μήνες πριν τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο έφτανε τους 1.528. Κατά τη διάρκεια του πολέμου εκκενώθηκε και ο πληθυσμός του ελαττώθηκε δραματικά. Μετά την ειρήνη επιστρέψαν
πρόσφυγες από άλλα παραθαλάσσια χωριά του Παγκοσμίου Πολέμου, φέρνοντας τον πληθυσμό γύρω στους 400 το 1961.
-Σήμερα (δραστηριότητες): Η οικονομία βασίζεται στα σύνορα: λειτουργούν γραφεία και υπηρεσίες του τελωνείου, καθώς και ξενοδοχεία/καταλύματα
για φορτηγατζήδες και ταξιδιώτες. Επίσης υπάρχει κάποιο εμπόριο τροφίμων και παραδοσιακών προϊόντων για τους περάτες. Η γεωργία και
κτηνοτροφία (αλόγαδα, πρόβατα) παίζουν μικρότερο ρόλο λόγω των οικιστικών και ασφάλεια περιορισμών.
-Αξιοθέατα: Έξω από το χωριό (προς Θεσσαλονίκη) βρίσκεται το μεγαλοπρεπές Μνημείο του Βασιλείου Β’ του Μακεδόνος – μνημείο της Μάχης του
Κλειδίου (1014)Στην κορυφή του δεσπόζει ο βυζαντινός δικέφαλος αετός, ενώ χαραγμένη είναι η ιστορία της νίκης επί των Βουλγάρων. Ο Προμαχώνας αποτελε
έτσι ένα σημαντικό ιστορικό ορόσημο. Πέραν αυτού, κοντά στο χωριό υπάρχουν τα χωριά Καστανιά, Κερκίνη και Ρούπελ, καθώς και το φράγμα του Στρυμόνα
(λίμνη Κερκίνης) με τις αρδευτικές της εγκαταστάσεις.
Συμπέρασμα
Οι κοινότητες από τη Μονοκκλησιά μέχρι τον Προμαχώνα παρουσιάζουν ιστορική συνέχεια και ποικιλία: καθένα από αυτά ιδρύθηκε ή αναδιαμορφώθηκε
στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική Καταστροφή) και έκτοτε εξελίχθηκε ανάλογα με τις προκλήσεις της
εποχής. Σήμερα συνδυάζουν τη γεωργική παράδοση με νέες δραστηριότητες: από τον οικοτουρισμό στη λίμνη Κερκίνη μέχρι το διοικητικό και εμπορικό
ρόλο του μεθοριακού Προμαχώνα. Η περιοχή διατηρεί έντονα τα τοπικά της έθιμα (όπως η «Μπάμπως» και οι πανηγυρικές γιορτές), που αναβιώνουν την πολιτιστική
Συμπέρασμα
Οι κοινότητες από τη Μονοκκλησιά μέχρι τον Προμαχώνα παρουσιάζουν ιστορική συνέχεια και ποικιλία: καθένα από αυτά ιδρύθηκε ή αναδιαμορφώθηκε
στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική Καταστροφή) και έκτοτε εξελίχθηκε ανάλογα με τις προκλήσεις της
εποχής. Σήμερα συνδυάζουν τη γεωργική παράδοση με νέες δραστηριότητες: από τον οικοτουρισμό στη λίμνη Κερκίνη μέχρι το διοικητικό και εμπορικό
ρόλο του μεθοριακού Προμαχώνα. Η περιοχή διατηρεί έντονα τα τοπικά της έθιμα (όπως η «Μπάμπως» και οι πανηγυρικές γιορτές), που αναβιώνουν την πολιτιστική
κληρονομιά των προσφύγων και των Βλάχων. Παράλληλα, τα χωριά λειτουργούν ως πύλες πολιτισμού και οικονομίας: οι καλλιέργειες και τα τοπικά προϊόντα (π.χ. το
γαλακτοκομικά από βουβαλίσιο γάλα) παραμένουν κύρια πηγή εισοδήματος, ενώ η περιοχή αποτελεί σταθερό τουριστικό προορισμό για φυσιολάτρες και οδικές διαδρομές.
Με αυτόν τον τρόπο, η ενδοχώρα των Σερρών διατηρεί τη σημασία της ως πολιτιστικός και οικονομικός κόμβος του βορειοανατολικού άξονα Ελλάδας–Βουλγαρίας






Α.Σπ.






Α.Σπ.
#SerresParatiritis