ΚΟΣΜΟΣ
Ευρώπη: Οι προκλήσεις για τους εκπαιδευτικούς – Έλλειψη προσωπικού, χαμηλοί μισθοί, κακές μαθητικές επιδόσεις
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο κομμάτι της εκπαίδευσης, με τους διδάσκοντες να αποχωρούν λόγω των χαμηλών μισθών και των κακών συνθηκών
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο κομμάτι της εκπαίδευσης, με τους διδάσκοντες να αποχωρούν λόγω των χαμηλών μισθών και των κακών συνθηκών

Οι εκπαιδευτικοί στην Ευρώπη είναι αντιμέτωποι με προβλήματα που φαίνεται μόνο προς το χειρότερο να οδεύουν
και να διαιωνίζονται χωρίς σαφείς λύσεις, παρά τις διεθνείς κινητοποιήσεις που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Υποστελέχωση, χαμηλοί μισθοί και φθίνουσες μαθητικές επιδόσεις δυσχεραίνουν το έργο τους και «κτίζουν» ένα
(περισσότερο από ποτέ) αβέβαιο μέλλον.
Έλλειψη προσωπικού και σωρεία παραιτήσεων στην Ευρώπη
Η ισπανική έκδοση της Παγκόσμιας Έκθεσης για τους Εκπαιδευτικούς, που δημοσιεύθηκε από την UNESCO, τη Διεθνή Ομάδα
Εργασίας για τους Διδάσκοντες για την Εκπαίδευση 2030 και την Fundación SM και παρουσιάστηκε στις 22 Απριλίου στη
Μαδρίτη, αποκαλύπτει ότι περισσότερο από το 90% της εκτιμώμενης έλλειψης εκπαιδευτικών στην Ευρώπη και τη Βόρεια
Αμερική – που αντιστοιχεί σε 4,8 εκατομμύρια – οφείλεται στην αποχώρηση των εκπαιδευτικών από το επάγγελμα.
Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου προβλέπεται έλλειψη έως και 3,1 εκατομμυρίων
εκπαιδευτικών έως το 2030. Στην Ευρώπη, η συνταξιοδότηση αποτελεί σημαντικό παράγοντα, λόγω του υψηλού μέσου όρου
ηλικίας του διδακτικού προσωπικού.
Η έκθεση προειδοποιεί επίσης ότι πάνω από το 20% των εκπαιδευτικών στην Ισπανία εργάζονται με ετήσιες συμβάσεις ή
συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μια κατάσταση που αντικατοπτρίζεται σε χώρες όπως η Αυστρία, η Ιταλία και η Ρουμανία.
Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, το 16% του διδακτικού προσωπικού βρίσκεται σε παρόμοιες συνθήκες εργασίας, με συμβάσεις
διάρκειας ενός έτους ή λιγότερο, όπως ισχύει και στην Ελλάδα με τους αναπληρωτές.
«Οι δάσκαλοι είναι το θεμέλιο της ποιοτικής εκπαίδευσης και της κοινωνικής προόδου. Η παγκόσμια έλλειψη εκπαιδευτικών
δεν είναι απλώς ένα αριθμητικό ζήτημα- είναι μια πολυδιάστατη, συστημική πρόκληση που απαιτεί μια ολοκληρωμένη,
συνεκτική και συντονισμένη πολιτική απάντηση», δήλωσε ο Carlos Vargas Tames, επικεφαλής του Τμήματος Ανάπτυξης
Εκπαιδευτικών της UNESCO και επικεφαλής της Γραμματείας της Διεθνούς Ομάδας Δράσης για τους Εκπαιδευτικούς για την
Εκπαίδευση 2030. «Η Παγκόσμια Έκθεση τονίζει την επείγουσα ανάγκη αξιοποίησης, διαφοροποίησης και διατίμησης των
εκπαιδευτικών για τη βελτίωση της ελκυστικότητας του επαγγέλματος και την αντιμετώπιση αυτής της έλλειψης».
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κόσμος αντιμετωπίζει έλλειψη 44 εκατομμυρίων εκπαιδευτικών για την επίτευξη της καθολικής κάλυψης
της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έως το 2030. Ταυτόχρονα, σε παγκόσμιο επίπεδο, το ποσοστό αποχώρησης των
εκπαιδευτικών έχει σχεδόν διπλασιαστεί – από 4,6% σε πάνω από 9% μεταξύ 2015 και 2022. Οι νέοι εκπαιδευτικοί εγκαταλείπουν
το επάγγελμα σε υψηλότερα ποσοστά από εκείνους με μεγαλύτερη εμπειρία, γεγονός που επιδεινώνει περαιτέρω την έλλειψη.
Βασικά σημεία για την αντιμετώπιση της έλλειψης εκπαιδευτικών
Για την αντιμετώπιση της έλλειψης εκπαιδευτικών και τον επαναπροσδιορισμό του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, η UNESCO, η
Διεθνής Ομάδα Εργασίας για τους Εκπαιδευτικούς για την Εκπαίδευση 2030 και το Fundación SM ανέπτυξαν τον ‘Δεκάλογο των
Εκπαιδευτικών’, υπογραμμίζοντας δέκα βασικές συστάσεις:
-Προώθηση της συνολικής ευημερίας των εκπαιδευτικών.
-Βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών.
-Ενίσχυση της καθοδήγησης και της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης προς τους εκπαιδευτικούς.
-Προώθηση της κουλτούρας συνεργασίας και της ανάπτυξης μεταξύ των ομάδων διδασκόντων.
-Υποστήριξη της αυτονομίας και της επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών.
-Διασφάλιση εκπαιδευτικών περιβαλλόντων χωρίς αποκλεισμούς, ασφαλών και υποστηρικτικών μαθησιακών περιβαλλόντων τόσο για
τους εκπαιδευτικούς όσο και για τους μαθητές.
-Προσέλκυση, κατάρτιση και διατήρηση υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικού ταλέντου μέσω της επαγγελματικής ανάπτυξης.
-Διασφάλιση ότι οι μισθοί αντικατοπτρίζουν την ευθύνη και την αξία των εκπαιδευτικών.
-Προώθηση της ισότητας των φύλων και της πολιτισμικής πολυμορφίας.
-Συμμετοχή των εκπαιδευτικών στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών πολιτικών μέσω του κοινωνικού διαλόγου.
Προκλήσεις από τις χαμηλές μαθητικές επιδόσεις
Εμπόδια στην απρόσκοπτη διαξεγωγή της διδακτικής διαδικασίας για τους εκπαιδευτικούς θέτουν και οι χαμηλές επιδόσεις που
σημειώνουν οι μαθητές τα τελευταία χρόνια.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, το 40% των εκπαιδευτικών δήλωσαν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των μαθητών τους έχει επιδόσεις κάτω
από το αναμενόμενο επίπεδο. Αυτό είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και πιο αισθητό στην Ισπανία, όπου
το 80% των εκπαιδευτικών δηλώνουν ότι πολλοί ή οι περισσότεροι μαθητές τους έχουν χαμηλότερες επιδόσεις, σύμφωνα με όσα έκανε
γνωστά η ετήσια Ευρωπαϊκή Έρευνα για τους Εκπαιδευτικούς που διεξήχθη από τη Sanoma Learning.
Η πλειονότητα των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι η πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας μαθησιακό υλικό και η καθοδηγούμενη από τους
εκπαιδευτικούς διδασκαλία είναι ουσιώδους σημασίας για την αντιμετώπιση του προβλήματος και τη βελτίωση των μαθησιακών
αποτελεσμάτων
Η «λυκοφιλία» μεταξύ Τεχνητής Νοημοσύνης και εκπαίδευσης
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι το 55% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι τα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) μπορούν να βελτιώσουν
την προσωπική τους παραγωγικότητα και να εξοικονομήσουν χρόνο – από 47% το 2023. Ωστόσο, μόνο το 14% πιστεύει ότι οι μαθητές
στο μέλλον θα επιτύχουν καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα με τη βοήθεια της ΤΝ (μείωση από 17% το 2023), σύμφωνα με το Brussels
Times.
Συνολικά, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί (71%) εξακολουθούν να ανησυχούν για τους κινδύνους της ΤΝ για την ποιότητα της εκπαίδευσης
– ένα σχετικά σταθερό επίπεδο τα τελευταία χρόνια. Η πλειοψηφία τόνισε τη σημασία των εκδοτών για τη διασφάλιση της παροχής μαθησιακού
υλικού υψηλής ποιότητας.
Επιπλέον, η συντριπτική πλειοψηφία (περίπου 90%) των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι μια ισορροπημένη προσέγγιση που ενσωματώνει τόσο
έντυπο όσο και ψηφιακό υλικό υποστηρίζει τα καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα.
Στο πλαίσιο αυτής της μικτής προσέγγισης μάθησης, το 82% συμφωνεί ότι τα ψηφιακά εργαλεία μάθησης μπορούν να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμα
για μαθητές με γνωστικές ανάγκες όπως η δυσλεξία, οι διαταραχές ελλειμματικής προσοχής και η επιληψία.
Καθώς το ποσοστό των εκπαιδευτικών που χρησιμοποιούν ψηφιακό περιεχόμενο αυξάνεται σιγά-σιγά, οι εκπαιδευτικοί εξακολουθούν να εκτιμούν
το έντυπο εκπαιδευτικό υλικό – τα βιβλία και τα τετράδια εργασίας. Ιδιαίτερα (αλλά όχι μόνο) στις σκανδιναβικές χώρες, οι εκπαιδευτικοί
αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο το ρόλο του έντυπου μαθησιακού υλικού.
Στη φετινή έρευνα, για παράδειγμα, το 66% των καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Σουηδίας συμφώνησε ότι το μαθησιακό υλικό θα
πρέπει να είναι πρώτα έντυπο στο μέλλον – γεγονός που αποτελεί σημαντική αύξηση σε σχέση με το 55% της έρευνας του 2021. Για τους
Φινλανδούς εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, υπήρξε παρόμοια αύξηση από 41% σε 65%.
Χαμηλοί μισθοί = κανένα σπίτι
Βασικό «αγκάθι» για την παραίτηση πολλών εκπαιδευτικών αποτελούν και οι χαμηλοί μισθοί, οι οποίοι δεν αντικατοπτρίζουν την βαρύτητα
του διδακτικού επαγγέλματος και τους φέρνουν καθημερινά αντιμέτωπους με σοβαρές οικονομικές αδυναμίες.
Για αρκετούς εκπαιδευτικούς η ενοικίαση ενός σπιτιού αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, πόσω μάλλον η αγορά μία κατοικίας, ένα όνειρο
πλέον… άπιαστο.
Είναι, λοιπόν, ρεαλιστικό για τους Ευρωπαίους εκπαιδευτικούς να αγοράσουν σπίτι; Το Euronews συνέκρινε τους μισθούς των εκπαιδευτικών
και τις τιμές των κατοικιών σε όλη την Ευρώπη και υπολόγισε πόσους μηνιαίους μισθούς θα χρειαζόταν ένας εκπαιδευτικός για να αγοράσει
σπίτι ή διαμέρισμα ως το 2023.
Μεταξύ 24 ευρωπαϊκών χωρών, η Ιρλανδία είναι η πιο προσιτή για τους εκπαιδευτικούς που επιθυμούν να αγοράσουν σπίτι. Ένα ακίνητο 100
τετραγωνικών μέτρων κοστίζει το ισοδύναμο του 106πλάσιου του νόμιμου μισθού ενός εκπαιδευτικού της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Εκτός από την Ιρλανδία, οι εκπαιδευτικοί σε μερικές άλλες χώρες μπορούν να αποκτήσουν σπίτι με μισθούς 10 ετών, δηλαδή 120 μήνες ή λιγότερο.
Σε αυτές περιλαμβάνονται η Ισπανία (112 μήνες), οι Κάτω Χώρες (114 μήνες) και το Βέλγιο (Φλαμανδικές Κοινότητες, 120 μήνες).
Η Δανία ακολουθεί από κοντά αυτές τις πιο προσιτές χώρες με 126 μήνες.
Το κόστος ενός σπιτιού 100 τ.μ. ισοδυναμεί με λιγότερο από 15 ετήσιο μισθό για τους εκπαιδευτικούς στο Λουξεμβούργο (145 μήνες), τη Γερμανία
(157), την Πορτογαλία (162) και την Αγγλία (175).
Περισσότερα έτη εργασίας σε άλλες χώρες
Το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 15 και 20 ετών σε εννέα από τις 24 χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο.
Στην Ιταλία, ένας εκπαιδευτικός θα χρειαζόταν 191 μήνες μισθού για να αγοράσει ένα σπίτι 100 τ.μ., ακολουθούμενος από τη Νορβηγία με 192 μήνες
και την Αυστρία με 203 μήνες.
Στη Ελλάδα ο αριθμός αυτός ανέρχεται (θεωρητικά) σε 220 μήνες και στη Γαλλία σε 230 μήνες.
Η λιγότερο προσιτή χώρα για τους εκπαιδευτικούς για να αγοράσουν σπίτι είναι η Ουγγαρία, όπου θα χρειάζονταν μισθό άνω των 35 ετών, που ισοδυναμεί
με 443 μήνες, για να αποκτήσουν ένα σπίτι 100 τ.μ.
Ο χρόνος αυτός ξεπερνά επίσης τα 30 χρόνια στη Σλοβακία (398 μήνες) και την Τσεχία (383 μήνες).
Η οικονομική προσιτότητα της κατοικίας
Εξετάζοντας τον ισοδύναμο αριθμό μηνιαίων μισθών που χρειάζεται ένας εκπαιδευτικός για να αγοράσει ένα σπίτι 100 τ.μ. μαζί με τους μισθούς των
εκπαιδευτικών και τις τιμές των ακινήτων, προκύπτουν δύο τάσεις σε όλη την Ευρώπη:
Υπάρχει ένα σαφές χάσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης. Υπάρχει επίσης μια αντίθεση μεταξύ Βορρά και Νότου. Οι εκπαιδευτικοί στις βόρειες
και βορειοδυτικές χώρες μπορούν να αποκτήσουν πιο εύκολα ένα σπίτι.
Η προσιτότητα δεν αφορά μόνο τις τιμές των κατοικιών. Εξαρτάται επίσης από τους μισθούς των εκπαιδευτικών. Σε ορισμένες δυτικές ή σκανδιναβικές
χώρες, τα ακίνητα είναι ακριβά, αλλά οι υψηλότεροι μισθοί των εκπαιδευτικών συμβάλλουν στην εξισορρόπηση του κόστους.
Για παράδειγμα, στις Κάτω Χώρες, ένα σπίτι 100 τ.μ. κοστίζει 495.411 ευρώ, ενώ ο μέσος ακαθάριστος μηνιαίος μισθός είναι 6.425 ευρώ. Αυτό καθιστά
τις Κάτω Χώρες την τρίτη πιο προσιτή περιοχή για τους εκπαιδευτικούς για την αγορά κατοικίας.
Αντίθετα, η Ουγγαρία έχει την πέμπτη πιο προσιτή τιμή κατοικίας με 284.637 €. Ωστόσο, είναι η λιγότερο προσιτή χώρα για τους εκπαιδευτικούς,
καθώς ο μέσος ακαθάριστος μηνιαίος μισθός είναι μόλις 967 €.
Αναγκαία η οικονομική βοήθεια των γονέων
«Για τους νέους εκπαιδευτικούς που ξεκινούν, ειδικά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στο Λονδίνο, η ιδιοκτησία κατοικίας θα είναι μη ρεαλιστική αν δεν
υποστηριχθεί με μεγάλη προκαταβολή από τους γονείς», δήλωσε στο Euronews ο Andrew Lifford, Casework and Subscriptions Manager στο EDAPT.
«Ο μισθός για τους εκπαιδευτικούς μετά τους φόρους και τις συνταξιοδοτικές εισφορές θα είναι £1.800 – £2.800 (€2.155 – €3.350) κάθε μήνα. Κάτι που
αν νοικιάζουν ιδιωτικά θα σημαίνει ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να αποταμιεύσουν για να δώσουν προκαταβολή για ένα σπίτι».
Η Ελλάδα στάσιμα προβληματική
Οι μισθοί των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα παραμένουν καθηλωμένοι, χωρίς καμία κρατική μέριμνα για τις καλπάζουσες τιμές των κατοικιών (είτε για αγορά,
είτε για ενοικίαση), αλλά και τον πληθωρισμό που υποσκάπτει τις τσέπες των ελληνικών νοικοκυριών.
Οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα πληρώνονται με βάση τα Μισθολογικά Κλιμάκια που ανήκουν, τουτέστιν την εμπειρία που έχουν χρονικά και ποιοτικά (θέσεις
διευθυντών, υποδιευθυντών κ.λπ.), αλλά και με βάση την ακαδημαϊκή τους κατάρτιση, τις ξένες γλώσσες που αποδεδειγμένα μιλούν και ούτω καθεξής.
Ένας εκπαιδευτικός στο 1ο Μισθολογικό Κλιμάκιο έχει εισαγωγικό μηνιαίο (καθαρό) μισθό, με τα νέα δεδομένα της αύξησης του κατώτατου μισθού, 897,91
ευρώ. Ο μισθός των αναπληρωτών είναι ελαφρώς μεγαλύτερος λόγω των λιγότερων κρατήσεων που έχουν.
Ο γενικότερος μέσος όρος μισθών των εκπαιδευτικών φτάνει τα 1.212,03 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι στους εκπαιδευτικούς έχουν παύσει οι παροχές δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, χωρίς να υπάρχει
πρόβλεψη για επαναφορά τους.
Οι εκπαιδευτικοί, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα παραιτούνται σε μεγάλα ποσοστά κατ’ έτος, ωθούμενοι στην αναζήτηση άλλης εργασιακής
απασχόλησης με πιο ψηλές απολαβές, αλλά και καλύτερες εργασικές συνθήκες.
Υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης
Η εκπαίδευση αποτελεί βασικό «θύμα» της υποχρηματοδότησης στην Ελλάδα, μαζί με τον τομέα της Υγείας, καθιστώντας την διδασκαλία δύσκολη λόγω των ελλιπών
εκπαιδευτικών μέσων και ενίοτε επικίνδυνη λόγω των κακών συνθηκών στις οποίες έχουν περιέλθει τα σχολικά κτίρια.
Πιο συγκεκριμένα, οι δημόσιες δαπάνες παιδείας με το ΑΕΠ, που είναι και ο διεθνής δείκτης σύγκρισης, για το 2024 παρέμειναν στο 2,8%, καταγράφοντας
μάλιστα και μια μικρή πτώση (-0,1) από το ποσοστό του 2023 (2,9%) ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός δείκτης στις δαπάνες αυτές κυμαίνεται στο 5%-5,5%, τα τελευταία
χρόνια.
Με βάση την έκθεση «Education at a Glance 2024» το 2022, η μέση χρηματοδότηση της ΕΕ για την εκπαίδευση έφτασε το 9,5% της συνολικής δημόσιας δαπάνης.
Οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση φαίνεται να έχουν σταθεροποιηθεί σε γενικές γραμμές στην ΕΕ.
Η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τις εκπαιδευτικές δαπάνες ως ποσοστό επί των συνολικών δημοσίων δαπανών (7,2%
έναντι 9,5% στην ΕΕ).
Πηγή: in.gr
και να διαιωνίζονται χωρίς σαφείς λύσεις, παρά τις διεθνείς κινητοποιήσεις που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Υποστελέχωση, χαμηλοί μισθοί και φθίνουσες μαθητικές επιδόσεις δυσχεραίνουν το έργο τους και «κτίζουν» ένα
(περισσότερο από ποτέ) αβέβαιο μέλλον.
Έλλειψη προσωπικού και σωρεία παραιτήσεων στην Ευρώπη
Η ισπανική έκδοση της Παγκόσμιας Έκθεσης για τους Εκπαιδευτικούς, που δημοσιεύθηκε από την UNESCO, τη Διεθνή Ομάδα
Εργασίας για τους Διδάσκοντες για την Εκπαίδευση 2030 και την Fundación SM και παρουσιάστηκε στις 22 Απριλίου στη
Μαδρίτη, αποκαλύπτει ότι περισσότερο από το 90% της εκτιμώμενης έλλειψης εκπαιδευτικών στην Ευρώπη και τη Βόρεια
Αμερική – που αντιστοιχεί σε 4,8 εκατομμύρια – οφείλεται στην αποχώρηση των εκπαιδευτικών από το επάγγελμα.
Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου προβλέπεται έλλειψη έως και 3,1 εκατομμυρίων
εκπαιδευτικών έως το 2030. Στην Ευρώπη, η συνταξιοδότηση αποτελεί σημαντικό παράγοντα, λόγω του υψηλού μέσου όρου
ηλικίας του διδακτικού προσωπικού.
Η έκθεση προειδοποιεί επίσης ότι πάνω από το 20% των εκπαιδευτικών στην Ισπανία εργάζονται με ετήσιες συμβάσεις ή
συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μια κατάσταση που αντικατοπτρίζεται σε χώρες όπως η Αυστρία, η Ιταλία και η Ρουμανία.
Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, το 16% του διδακτικού προσωπικού βρίσκεται σε παρόμοιες συνθήκες εργασίας, με συμβάσεις
διάρκειας ενός έτους ή λιγότερο, όπως ισχύει και στην Ελλάδα με τους αναπληρωτές.
«Οι δάσκαλοι είναι το θεμέλιο της ποιοτικής εκπαίδευσης και της κοινωνικής προόδου. Η παγκόσμια έλλειψη εκπαιδευτικών
δεν είναι απλώς ένα αριθμητικό ζήτημα- είναι μια πολυδιάστατη, συστημική πρόκληση που απαιτεί μια ολοκληρωμένη,
συνεκτική και συντονισμένη πολιτική απάντηση», δήλωσε ο Carlos Vargas Tames, επικεφαλής του Τμήματος Ανάπτυξης
Εκπαιδευτικών της UNESCO και επικεφαλής της Γραμματείας της Διεθνούς Ομάδας Δράσης για τους Εκπαιδευτικούς για την
Εκπαίδευση 2030. «Η Παγκόσμια Έκθεση τονίζει την επείγουσα ανάγκη αξιοποίησης, διαφοροποίησης και διατίμησης των
εκπαιδευτικών για τη βελτίωση της ελκυστικότητας του επαγγέλματος και την αντιμετώπιση αυτής της έλλειψης».
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κόσμος αντιμετωπίζει έλλειψη 44 εκατομμυρίων εκπαιδευτικών για την επίτευξη της καθολικής κάλυψης
της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έως το 2030. Ταυτόχρονα, σε παγκόσμιο επίπεδο, το ποσοστό αποχώρησης των
εκπαιδευτικών έχει σχεδόν διπλασιαστεί – από 4,6% σε πάνω από 9% μεταξύ 2015 και 2022. Οι νέοι εκπαιδευτικοί εγκαταλείπουν
το επάγγελμα σε υψηλότερα ποσοστά από εκείνους με μεγαλύτερη εμπειρία, γεγονός που επιδεινώνει περαιτέρω την έλλειψη.
Βασικά σημεία για την αντιμετώπιση της έλλειψης εκπαιδευτικών
Για την αντιμετώπιση της έλλειψης εκπαιδευτικών και τον επαναπροσδιορισμό του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, η UNESCO, η
Διεθνής Ομάδα Εργασίας για τους Εκπαιδευτικούς για την Εκπαίδευση 2030 και το Fundación SM ανέπτυξαν τον ‘Δεκάλογο των
Εκπαιδευτικών’, υπογραμμίζοντας δέκα βασικές συστάσεις:
-Προώθηση της συνολικής ευημερίας των εκπαιδευτικών.
-Βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών.
-Ενίσχυση της καθοδήγησης και της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης προς τους εκπαιδευτικούς.
-Προώθηση της κουλτούρας συνεργασίας και της ανάπτυξης μεταξύ των ομάδων διδασκόντων.
-Υποστήριξη της αυτονομίας και της επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών.
-Διασφάλιση εκπαιδευτικών περιβαλλόντων χωρίς αποκλεισμούς, ασφαλών και υποστηρικτικών μαθησιακών περιβαλλόντων τόσο για
τους εκπαιδευτικούς όσο και για τους μαθητές.
-Προσέλκυση, κατάρτιση και διατήρηση υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικού ταλέντου μέσω της επαγγελματικής ανάπτυξης.
-Διασφάλιση ότι οι μισθοί αντικατοπτρίζουν την ευθύνη και την αξία των εκπαιδευτικών.
-Προώθηση της ισότητας των φύλων και της πολιτισμικής πολυμορφίας.
-Συμμετοχή των εκπαιδευτικών στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών πολιτικών μέσω του κοινωνικού διαλόγου.
Προκλήσεις από τις χαμηλές μαθητικές επιδόσεις
Εμπόδια στην απρόσκοπτη διαξεγωγή της διδακτικής διαδικασίας για τους εκπαιδευτικούς θέτουν και οι χαμηλές επιδόσεις που
σημειώνουν οι μαθητές τα τελευταία χρόνια.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, το 40% των εκπαιδευτικών δήλωσαν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των μαθητών τους έχει επιδόσεις κάτω
από το αναμενόμενο επίπεδο. Αυτό είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και πιο αισθητό στην Ισπανία, όπου
το 80% των εκπαιδευτικών δηλώνουν ότι πολλοί ή οι περισσότεροι μαθητές τους έχουν χαμηλότερες επιδόσεις, σύμφωνα με όσα έκανε
γνωστά η ετήσια Ευρωπαϊκή Έρευνα για τους Εκπαιδευτικούς που διεξήχθη από τη Sanoma Learning.
Η πλειονότητα των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι η πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας μαθησιακό υλικό και η καθοδηγούμενη από τους
εκπαιδευτικούς διδασκαλία είναι ουσιώδους σημασίας για την αντιμετώπιση του προβλήματος και τη βελτίωση των μαθησιακών
αποτελεσμάτων
Η «λυκοφιλία» μεταξύ Τεχνητής Νοημοσύνης και εκπαίδευσης
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι το 55% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι τα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) μπορούν να βελτιώσουν
την προσωπική τους παραγωγικότητα και να εξοικονομήσουν χρόνο – από 47% το 2023. Ωστόσο, μόνο το 14% πιστεύει ότι οι μαθητές
στο μέλλον θα επιτύχουν καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα με τη βοήθεια της ΤΝ (μείωση από 17% το 2023), σύμφωνα με το Brussels
Times.
Συνολικά, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί (71%) εξακολουθούν να ανησυχούν για τους κινδύνους της ΤΝ για την ποιότητα της εκπαίδευσης
– ένα σχετικά σταθερό επίπεδο τα τελευταία χρόνια. Η πλειοψηφία τόνισε τη σημασία των εκδοτών για τη διασφάλιση της παροχής μαθησιακού
υλικού υψηλής ποιότητας.
Επιπλέον, η συντριπτική πλειοψηφία (περίπου 90%) των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι μια ισορροπημένη προσέγγιση που ενσωματώνει τόσο
έντυπο όσο και ψηφιακό υλικό υποστηρίζει τα καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα.
Στο πλαίσιο αυτής της μικτής προσέγγισης μάθησης, το 82% συμφωνεί ότι τα ψηφιακά εργαλεία μάθησης μπορούν να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμα
για μαθητές με γνωστικές ανάγκες όπως η δυσλεξία, οι διαταραχές ελλειμματικής προσοχής και η επιληψία.
Καθώς το ποσοστό των εκπαιδευτικών που χρησιμοποιούν ψηφιακό περιεχόμενο αυξάνεται σιγά-σιγά, οι εκπαιδευτικοί εξακολουθούν να εκτιμούν
το έντυπο εκπαιδευτικό υλικό – τα βιβλία και τα τετράδια εργασίας. Ιδιαίτερα (αλλά όχι μόνο) στις σκανδιναβικές χώρες, οι εκπαιδευτικοί
αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο το ρόλο του έντυπου μαθησιακού υλικού.
Στη φετινή έρευνα, για παράδειγμα, το 66% των καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Σουηδίας συμφώνησε ότι το μαθησιακό υλικό θα
πρέπει να είναι πρώτα έντυπο στο μέλλον – γεγονός που αποτελεί σημαντική αύξηση σε σχέση με το 55% της έρευνας του 2021. Για τους
Φινλανδούς εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, υπήρξε παρόμοια αύξηση από 41% σε 65%.
Χαμηλοί μισθοί = κανένα σπίτι
Βασικό «αγκάθι» για την παραίτηση πολλών εκπαιδευτικών αποτελούν και οι χαμηλοί μισθοί, οι οποίοι δεν αντικατοπτρίζουν την βαρύτητα
του διδακτικού επαγγέλματος και τους φέρνουν καθημερινά αντιμέτωπους με σοβαρές οικονομικές αδυναμίες.
Για αρκετούς εκπαιδευτικούς η ενοικίαση ενός σπιτιού αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, πόσω μάλλον η αγορά μία κατοικίας, ένα όνειρο
πλέον… άπιαστο.
Είναι, λοιπόν, ρεαλιστικό για τους Ευρωπαίους εκπαιδευτικούς να αγοράσουν σπίτι; Το Euronews συνέκρινε τους μισθούς των εκπαιδευτικών
και τις τιμές των κατοικιών σε όλη την Ευρώπη και υπολόγισε πόσους μηνιαίους μισθούς θα χρειαζόταν ένας εκπαιδευτικός για να αγοράσει
σπίτι ή διαμέρισμα ως το 2023.
Μεταξύ 24 ευρωπαϊκών χωρών, η Ιρλανδία είναι η πιο προσιτή για τους εκπαιδευτικούς που επιθυμούν να αγοράσουν σπίτι. Ένα ακίνητο 100
τετραγωνικών μέτρων κοστίζει το ισοδύναμο του 106πλάσιου του νόμιμου μισθού ενός εκπαιδευτικού της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Εκτός από την Ιρλανδία, οι εκπαιδευτικοί σε μερικές άλλες χώρες μπορούν να αποκτήσουν σπίτι με μισθούς 10 ετών, δηλαδή 120 μήνες ή λιγότερο.
Σε αυτές περιλαμβάνονται η Ισπανία (112 μήνες), οι Κάτω Χώρες (114 μήνες) και το Βέλγιο (Φλαμανδικές Κοινότητες, 120 μήνες).
Η Δανία ακολουθεί από κοντά αυτές τις πιο προσιτές χώρες με 126 μήνες.
Το κόστος ενός σπιτιού 100 τ.μ. ισοδυναμεί με λιγότερο από 15 ετήσιο μισθό για τους εκπαιδευτικούς στο Λουξεμβούργο (145 μήνες), τη Γερμανία
(157), την Πορτογαλία (162) και την Αγγλία (175).
Περισσότερα έτη εργασίας σε άλλες χώρες
Το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 15 και 20 ετών σε εννέα από τις 24 χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο.
Στην Ιταλία, ένας εκπαιδευτικός θα χρειαζόταν 191 μήνες μισθού για να αγοράσει ένα σπίτι 100 τ.μ., ακολουθούμενος από τη Νορβηγία με 192 μήνες
και την Αυστρία με 203 μήνες.
Στη Ελλάδα ο αριθμός αυτός ανέρχεται (θεωρητικά) σε 220 μήνες και στη Γαλλία σε 230 μήνες.
Η λιγότερο προσιτή χώρα για τους εκπαιδευτικούς για να αγοράσουν σπίτι είναι η Ουγγαρία, όπου θα χρειάζονταν μισθό άνω των 35 ετών, που ισοδυναμεί
με 443 μήνες, για να αποκτήσουν ένα σπίτι 100 τ.μ.
Ο χρόνος αυτός ξεπερνά επίσης τα 30 χρόνια στη Σλοβακία (398 μήνες) και την Τσεχία (383 μήνες).
Η οικονομική προσιτότητα της κατοικίας
Εξετάζοντας τον ισοδύναμο αριθμό μηνιαίων μισθών που χρειάζεται ένας εκπαιδευτικός για να αγοράσει ένα σπίτι 100 τ.μ. μαζί με τους μισθούς των
εκπαιδευτικών και τις τιμές των ακινήτων, προκύπτουν δύο τάσεις σε όλη την Ευρώπη:
Υπάρχει ένα σαφές χάσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης. Υπάρχει επίσης μια αντίθεση μεταξύ Βορρά και Νότου. Οι εκπαιδευτικοί στις βόρειες
και βορειοδυτικές χώρες μπορούν να αποκτήσουν πιο εύκολα ένα σπίτι.
Η προσιτότητα δεν αφορά μόνο τις τιμές των κατοικιών. Εξαρτάται επίσης από τους μισθούς των εκπαιδευτικών. Σε ορισμένες δυτικές ή σκανδιναβικές
χώρες, τα ακίνητα είναι ακριβά, αλλά οι υψηλότεροι μισθοί των εκπαιδευτικών συμβάλλουν στην εξισορρόπηση του κόστους.
Για παράδειγμα, στις Κάτω Χώρες, ένα σπίτι 100 τ.μ. κοστίζει 495.411 ευρώ, ενώ ο μέσος ακαθάριστος μηνιαίος μισθός είναι 6.425 ευρώ. Αυτό καθιστά
τις Κάτω Χώρες την τρίτη πιο προσιτή περιοχή για τους εκπαιδευτικούς για την αγορά κατοικίας.
Αντίθετα, η Ουγγαρία έχει την πέμπτη πιο προσιτή τιμή κατοικίας με 284.637 €. Ωστόσο, είναι η λιγότερο προσιτή χώρα για τους εκπαιδευτικούς,
καθώς ο μέσος ακαθάριστος μηνιαίος μισθός είναι μόλις 967 €.
Αναγκαία η οικονομική βοήθεια των γονέων
«Για τους νέους εκπαιδευτικούς που ξεκινούν, ειδικά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στο Λονδίνο, η ιδιοκτησία κατοικίας θα είναι μη ρεαλιστική αν δεν
υποστηριχθεί με μεγάλη προκαταβολή από τους γονείς», δήλωσε στο Euronews ο Andrew Lifford, Casework and Subscriptions Manager στο EDAPT.
«Ο μισθός για τους εκπαιδευτικούς μετά τους φόρους και τις συνταξιοδοτικές εισφορές θα είναι £1.800 – £2.800 (€2.155 – €3.350) κάθε μήνα. Κάτι που
αν νοικιάζουν ιδιωτικά θα σημαίνει ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να αποταμιεύσουν για να δώσουν προκαταβολή για ένα σπίτι».
Η Ελλάδα στάσιμα προβληματική
Οι μισθοί των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα παραμένουν καθηλωμένοι, χωρίς καμία κρατική μέριμνα για τις καλπάζουσες τιμές των κατοικιών (είτε για αγορά,
είτε για ενοικίαση), αλλά και τον πληθωρισμό που υποσκάπτει τις τσέπες των ελληνικών νοικοκυριών.
Οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα πληρώνονται με βάση τα Μισθολογικά Κλιμάκια που ανήκουν, τουτέστιν την εμπειρία που έχουν χρονικά και ποιοτικά (θέσεις
διευθυντών, υποδιευθυντών κ.λπ.), αλλά και με βάση την ακαδημαϊκή τους κατάρτιση, τις ξένες γλώσσες που αποδεδειγμένα μιλούν και ούτω καθεξής.
Ένας εκπαιδευτικός στο 1ο Μισθολογικό Κλιμάκιο έχει εισαγωγικό μηνιαίο (καθαρό) μισθό, με τα νέα δεδομένα της αύξησης του κατώτατου μισθού, 897,91
ευρώ. Ο μισθός των αναπληρωτών είναι ελαφρώς μεγαλύτερος λόγω των λιγότερων κρατήσεων που έχουν.
Ο γενικότερος μέσος όρος μισθών των εκπαιδευτικών φτάνει τα 1.212,03 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι στους εκπαιδευτικούς έχουν παύσει οι παροχές δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, χωρίς να υπάρχει
πρόβλεψη για επαναφορά τους.
Οι εκπαιδευτικοί, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα παραιτούνται σε μεγάλα ποσοστά κατ’ έτος, ωθούμενοι στην αναζήτηση άλλης εργασιακής
απασχόλησης με πιο ψηλές απολαβές, αλλά και καλύτερες εργασικές συνθήκες.
Υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης
Η εκπαίδευση αποτελεί βασικό «θύμα» της υποχρηματοδότησης στην Ελλάδα, μαζί με τον τομέα της Υγείας, καθιστώντας την διδασκαλία δύσκολη λόγω των ελλιπών
εκπαιδευτικών μέσων και ενίοτε επικίνδυνη λόγω των κακών συνθηκών στις οποίες έχουν περιέλθει τα σχολικά κτίρια.
Πιο συγκεκριμένα, οι δημόσιες δαπάνες παιδείας με το ΑΕΠ, που είναι και ο διεθνής δείκτης σύγκρισης, για το 2024 παρέμειναν στο 2,8%, καταγράφοντας
μάλιστα και μια μικρή πτώση (-0,1) από το ποσοστό του 2023 (2,9%) ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός δείκτης στις δαπάνες αυτές κυμαίνεται στο 5%-5,5%, τα τελευταία
χρόνια.
Με βάση την έκθεση «Education at a Glance 2024» το 2022, η μέση χρηματοδότηση της ΕΕ για την εκπαίδευση έφτασε το 9,5% της συνολικής δημόσιας δαπάνης.
Οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση φαίνεται να έχουν σταθεροποιηθεί σε γενικές γραμμές στην ΕΕ.
Η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τις εκπαιδευτικές δαπάνες ως ποσοστό επί των συνολικών δημοσίων δαπανών (7,2%
έναντι 9,5% στην ΕΕ).
Πηγή: in.gr
#SerresParatiritis
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Κασμίρ: Στην κόψη του ξυραφιού οι σχέσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν – Παγκόσμιος φόβος για κλιμάκωση

Μπλακ άουτ: Τα ερωτήματα και η επόμενη μέρα σε Ισπανία και Πορτογαλία – Μπορεί να ήταν κυβερνοεπίθεση;