Έχουμε ξαναγράψει για την τραγική ιστορία του μεγάλου μας γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά
Βρήκα όμως αυτό το όμορφο κείμενο της Gianna Kouka που περιγράφει την επίσκεψη του Χαλεπά στην "Κοιμωμένη" του στο Α' Νεκροταφείο, σύμφωνα με όσα έγραψε ο Στρατής Δούκας
Νομίζω πως αξίζει να διαβαστεί
Προσωπικά με συγκίνησε πολύ...
Δεν υπέγραψε ποτέ το γλυπτό του. Την κοιμωμένη του. Λένε πως την περίοδο που η αληθινή του κοιμωμένη αρρώστησε βαριά είχε και ο ίδιος αρρωστήσει. Κι ίσως αυτό να ήταν μια ταύτιση. Ένας σεβασμός. Ένας κοινός δρόμος για επιβίωση. Για ζωή. Η κοιμωμένη ήταν η κόρη μιας πλούσιας οικογένειας της Κιμώλου που όταν η κόρη τους αρρώστησε βαριά και τελικά πέθανε ζήτησαν από τον Χαλεπά να φτιάξει ένα γλυπτό. Για εκείνη. Με εκείνη. Να φτιάξει εκείνη. Κι όσο δούλευε την είδαν και εξαγριωθηκαν. Γιατί λέει, το πρόσωπο, το κεφάλι, δεν της έμοιαζε. Κι ο Γιαννούλης το έσπασε. Και το ξαναφτιαξε. Από την αρχή. Γιατί μπορούσε. Γιατί ήταν πάντα, όσο κι αν τον αρνήθηκαν αυτό: Γλύπτης. Ο Έλληνας Ροντέν. Χρόνια μετά επισκέφτηκε το γλυπτό του. Ο Στρατής Δούκας περιέγραψε αυτήν την επίσκεψη:
“Ήταν τόσος ο συνωστισμός, που χρειάστηκε να επέμβουν οι φύλακες, για να κυκλοφορεί ελεύθερα. Φωτορεπόρτερ, σκιτσογράφοι, δημοσιογράφοι αντιπρόσωποι όλων των τάξεων. Ο ερχομός του είχε κάνει να ξεσηκωθεί ολόκληρη η Αθήνα. Ο κόσμος ήταν περίεργος να δει την αντίδραση του, τι στάση θα τηρούσε μπροστά στο αθάνατο έργο του. Από φόβο μη συγκινηθεί, τον πέρασαν -γιατί ο συνωστισμός του κόσμου ήταν αδιαπέραστος- πρώτα από άλλα μνημεία. Τ’ αναγνώριζε όλα, τα θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια. Όταν, τέλος, κατά τις 7 το βράδυ έφθασε μπροστά της, ζήτησε να του ανοίξουν το κιγκλίδωμα και μπήκε. Κοίταξε σιωπηλά το έργο του, κι απ’ το ρυτιδωμένο του μέτωπο πέρναγαν χίλιες εικόνες. Τα μάτια του μια βούρκωναν, μια γέλαγαν και μια κατσούφιαζαν. Μια ταραχή, μια πάλη γινόταν μέσα του και τα κρυφά βλέμματα που ‘ριχνε στο πλήθος, ενώ έμενε ασκεπής μπροστά στο έργο της νιότης του, μαρτυρούσαν πως φοβόταν μην προδοθεί. Κάποιος, τότε, του ‘πε: “Λένε πως την έπλυναν με άκουα φόρτε και χάλασε”. Άπλωσε το χέρι του, θώπευσε τις αρμονικές πτυχές του υφάσματος, γέλασε ζωηρά και είπε, ενώ το χέρι του στηριζόταν απάνω στο μάρμαρο με τρυφερότητα: “Δεν χαλάει!””.
Η κοιμωμένη. Ο βοσκός την έφτιαξε. Ο έγκλειστος σε ψυχιατρείο. Ο αρνημένος από τη μάνα του. Ο άνθρωπος που του κλειδωμπάρωσαν το εργαστήριο του. Το υπόγειο του. Για να μη δημιουργεί. Ο στιγματισμένος από την κοινωνία. Ο ξεχασμένος.
Η κοιμωμένη. Η χωρίς υπογραφή. Ο "τρελός του χωριού " την έφτιαξε. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς.
Καλέ μου γλύπτη.
©️Γιάννα Κουκά
#SerresParatiritis