ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ιστορικά Στοιχεία του χωριού Λάκκος

Του Βασιλείου Γιαννογλούδη Αντιπροέδρου της Ε.Μ.Ε.Ι.Σ. και καθηγητή του 4ου Λυκείου Σερρών   [Πρόλογος: Στις 25/10/2015 έγιναν τα θυρανοίξια του Ιερού Ναού Αγ. Δημητρίου του εγκαταλελειμμένου χωριού Λάκκος Σερρών. στο Λάκκος . Ακολούθησε Αρχιερατική θ. Λειτουργία και ομιλία του Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτας κ. Θεολόγου, που σύμφωνα με Δελτίου Τύπου της Ι. Μητροπόλεως: «Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Σεβασμιώτατος, εξήρε τη σημασία του γεγονότος και αναφέρθηκε εκτενώς, στην ιστορία του εγκαταλειφθέντος χωριού Λάκκος. 

Του Βασιλείου Γιαννογλούδη Αντιπροέδρου της Ε.Μ.Ε.Ι.Σ. και καθηγητή του 4ου Λυκείου Σερρών   [Πρόλογος: Στις 25/10/2015 έγιναν τα θυρανοίξια του Ιερού Ναού Αγ. Δημητρίου του εγκαταλελειμμένου χωριού Λάκκος Σερρών. στο Λάκκος . Ακολούθησε Αρχιερατική θ. Λειτουργία και ομιλία του Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτας κ. Θεολόγου, που σύμφωνα με Δελτίου Τύπου της Ι. Μητροπόλεως: «Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Σεβασμιώτατος, εξήρε τη σημασία του γεγονότος και αναφέρθηκε εκτενώς, στην ιστορία του εγκαταλειφθέντος χωριού Λάκκος. 

 Του Βασιλείου Γιαννογλούδη

Αντιπροέδρου της Ε.Μ.Ε.Ι.Σ. και καθηγητή του 4ου Λυκείου Σερρών

 

[Πρόλογος: Στις 25/10/2015 έγιναν τα θυρανοίξια του Ιερού Ναού Αγ. Δημητρίου του εγκαταλελειμμένου χωριού Λάκκος Σερρών. στο Λάκκος . Ακολούθησε Αρχιερατική θ. Λειτουργία και ομιλία του Μητροπολίτη Σερρών και Νιγρίτας κ. Θεολόγου, που σύμφωνα με Δελτίου Τύπου της Ι. Μητροπόλεως: «Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Σεβασμιώτατος, εξήρε τη σημασία του γεγονότος και αναφέρθηκε εκτενώς, στην ιστορία του εγκαταλειφθέντος χωριού Λάκκος. Ενός ιστορικού και μαρτυρικού χωριού, με ρίζες στην βυζαντινή εποχή, του οποίου οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν από τους βορείους γείτονες, το 1944 να το εγκαταλείψουν και να απομακρυνθούν βιαίως απ’ αυτό». Με την ευκαιρία του γεγονότος αυτού, της προσπάθειας τεκμηρίωσης της ιστορίας του χωριού και προς αποκατάσταση ορισμένων εσφαλμένων εκτιμήσεων του Δεσπότη μας γράφεται το παρακάτω κείμενο].

 

            Από τα μέχρι στιγμής γνωστά γραπτά ιστορικά στοιχεία, το χωριό πρωτοαναφέρεται το1329. Πράγματι στο βιβλίο του ιεροδιδασκάλου Χριστόφορου Δημητριάδη, Προσκυνητάριον της εν Μακεδονία παρά τη πόλει των Σερρών Σταυροπηγιακής Ιεράς μονής του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, Λειψία, 1904, στη σ. 30, αναφέρεται όπως μας πληροφορεί ο Γ. Καφταντζής στο βιβλίο του Ιστορία της πόλεως Σερρών και της περιφέρειας της, τομ. 3, στη σ. 34, ότι: «Το έτος 1329 η μονή Προδρόμου [Σερρών] … εξουσίαζεν … το Λάκκος». Από την πληροφορία αυτή και από το ρήμα «εξουσίαζεν» μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Μ. Προδρόμου Σερρών που οικοδομήθηκε στα 1270 -1278, είχε την κυριότητα της ευρύτερης περιοχής, επικυρωμένη με βυζαντινά χρυσόβουλα και παραχώρησε την χρήση των περιοχών και δασών της, στους εγκατεστημένους αργότερα οικισμούς στην περιοχή της έναντι ενοικίων - φόρων.

            Η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται με την σερβική κατοχή των Σερρών (1345 -1371) όπου τον Οκτώβριο του 1345, σε χρυσόβουλο του Σέρβου Δεσπότη Ντουσιάν προς τη Μονή Προδρόμου Σερρών, επιβεβαιώνονται τα κτήματα της και συγκεκριμένα αναφέρεται: «χωρίον το του Λάκκου, μετά των εν αυτών προσκαθημένων και της περιοχής αυτού» (Γ. Καφταντζής, σ 34).

            Μετά την Οθωμανική κατάκτηση των Σερρών το 1383 και τη δημιουργία το 1454 των πρώτων Τουρκικών Κατάστιχων στον ΤΤ (Tapu Takrir) 3 κώδικα, αναφέρεται το χωριό Λάκκος του Βιλαγιετίου Σερρών με πληθυσμό 378 κατοίκων. (Αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη έρευνα των Οθωμανικών αρχείων, δημοσιεύτηκε το1978 από τον Σκοπιανό ιστορικό A. Stojanovski, στο βιβλίο του Τουρκικά έγγραφα για την Ιστορία του Μακεδονικού Λαού – Λεπτομερής κώδικας καταγραφής του 15ου αιώνος και πίνακας με τα χωριά του βιλαετίου Σερρών, στηριζόμενος στον Stojanovski, δημοσιεύτηκε από τον Σ. Πετμεζά, Έρευνες σχετικά με τη δημογραφία και το οικιστικό πλέγμα της περιοχής Σερρών τον 15-16 αι., Πρακτικά Α΄ Διεθνούς Συνεδρίου Δήμου Σερρών, Οι Σέρρες και η περιοχή τους - Από την Αρχαία στη Μεταβυζαντινή Κοινωνία, Σέρρες 1998, σσ. 285-310).

            Σε γράμμα του πατριάρχη Νεόφυτου Β΄ το 1610, αναφέρεται: «τον αφιερωμένον μύλον [του μοναστηρίου Προδρόμου] ήρπασαν τινές των εν τω χωρίω Λάκκου χριστιανών και ιεροσυλούσι προφανώς». (Γ. Καφταντζής, σ. 34).

            Οι αντιπαραθέσεις της Μονής με τους κατοίκους των γειτονικών χωριών συνεχίζονται  και τον 18ο αιώνα, αφού όπως μας πληροφορεί ο Κ. Παπακυριάκος, στην εργασία του «Τα Εγκαταλειφθέντα Χωριά στο Ν. Σερρών», Σερραικά Σύμμεικτα, τ. 2, σ. 284: «Οι κάτοικοι του Λάκκου και της Μπάνιτσας θέλησαν το 1750 να οικειοποιηθούν τις εκτάσεις της Μονής του Τ. Προδρόμου. Ξύλευσαν από το δάσος της και έβοσκαν τα ζώα τους στα βοσκοτόπια της. Οι μοναχοί αφού εξάντλησαν όλα τα όρια της φιλικής συνεννοήσεως προσέφυγαν στα δικαστήρια. Έγιναν έξι δίκες, δύο στο Πρωτοδικείο Σερρών και τέσσερις στο ανώτερο Ακυρωτικό δικαστήριο της Κων/πόλεως. Δικαιώθηκαν οι μοναχοί αλλά υποβλήθηκαν σε πολλά έξοδα εισιτηρίων, διατροφής και διαμονής των αντιπροσώπων τους για να παραβρεθούν στις δίκες (Χριστοφόρου, Προσκυνητάριον)».

            Το 1870 με την αναγνώριση της Βουλγαρικής Εξαρχίας από την Υψηλή Πύλη και την κήρυξη το 1872 της Βουλγαρικής εκκλησίας ως σχισματικής, εγκαινιάζεται η προσπάθεια και ο έντονος ανταγωνισμός Ελλάδος και Βουλγαρίας για καλλιέργεια Εθνικής συνείδησης και επιρροή του εθνικού φρονήματος στις πόλεις και τα χωριά της, υπό Οθωμανικής κυριαρχίας, Βαλκανικής χερσονήσου.

            Σε επιστολή της16 Μαΐου του1892, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Νεόφυτος Η΄, από το Ροδολείβος, προς τον ηγούμενο της Μονής Προδρόμου Γεράσιμο γράφει: «Αποκρινόμενοι εις το από 15 Απριλίου γράμμα της αυτής οσιότητος, ανακοινούμεθα ότι περί μεν της εκδοθείσης υπέρ της ιεράς Μονής αποφάσεως του Ακυρωτικού εν τη περί βοσκής δίκη αυτής προς τους κατοίκους του βουλγαρικού χωρίου Βάνιτσας [=δίπλα στην Α. Ορεινή] διεβιβάσαμεν άρτι ημέτερον τακρήριον [=Υπόμνημα ή έκθεση που περιλαμβάνει και αίτημα] προς την Αυτοκρατορικήν Κυβέρνησιν, απαιτούντες την εκτέλεσιν αυτής. Καθ’ όσον δ’ αφορά την εις τα σύνορα της Μονής επέμβασιν των κατοίκων των άλλων δύο βουλγαρικών χωρίων Ραχοβίτσας και Λάκκων, καθ’ ων η Μονή εκίνησεν αγωγήν, δέον ίνα αναμείνη το αποτέλεσμα της δικαστικής αγωγής και ακολούθως γράψη τη Εκκλησία δια τα περαιτέρω». (Από το βιβλίο Οι Βούλγαροι στην Σερραική πεδιάδα, των Jordan Pop Georgiev και St. N. Schishkov, Πλόβντιφ (Φιλιππούπολη) 1918, σ. 20. Στο σημείο αυτό να πούμε ότι ενώ το βιβλίο αυτό γράφτηκε από τους συγγραφείς, με φανερούς προπαγανδιστικούς στόχους, αμέσως μετά την αρπαγή των χειρογράφων της Μονής Προδρόμου και των κωδίκων της Μητρόπολης Σερρών και Νιγρίτας, τον Ιούνιο του 1917, κατά τη διάρκεια της δεύτερης βουλγαρικής κατοχής των Σερρών, δεν έχει αποτελέσει σοβαρό έρεισμα για την διεκδίκηση τους από τον Μητροπολίτη μας κ. Θεολόγο).

            Από το έγγραφο αυτό διαπιστώνουμε ότι το χωριό Λάκκος αποκαλείται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βουλγαρικό, που σημαίνει ότι είχε αποσχισθεί από το Πατριαρχείο και ζήτησε από τις Οθωμανικές αρχές την ένταξη του στην Βουλγαρική Εξαρχία.

            Όμως με την έναρξη του ένοπλου Μακεδονικού αγώνα 1903-1908, πληροφορούμαστε ότι στις 26/9/1903, ενδεκαμελής συμμορία κομιτατζήδων υπό την αρχηγία του αρχικομιτατζή Ράδεφ, εισέβαλε στο χωριό Λάκκος και δολοφόνησε σε ενέδρα τον Πρόκριτο Ιάκωβο Δίγκο και τον Νικόλαο Δίγκο. Ο Τουρκικός στρατός κατέφθασε αμέσως μόλις ειδοποιήθηκε και συνεπλάκη μαζί τους. Μετά από επτάωρη συμπλοκή τραυματίστηκε και ο Κωνσταντίνος Γεράκης από την οικογένεια του Ιακώβου αλλά και ο επικεφαλής Τούρκος αξιωματικός. Ταυτόχρονα με τον Τουρκικό στρατό έφθασε και ο Πρόξενος των Σερρών Ίων Δραγούμης, ο οποίος  είχε διανυκτερεύσει το προηγούμενο βράδυ στο μοναστήρι του Προδρόμου και είχε ενημερωθεί σχετικά με τους κομιτατζήδες από τον ηγούμενο της μονής Χριστόφορο. Παρόμοια περιστατικά μικρότερης έντασης συμβαίνουν σε όλη τη διάρκεια του μακεδονικού αγώνα.

            Στο σημείο αυτό μπορεί εύλογα να δημιουργηθεί στον αναγνώστη η απορία: Καλά αν το χωριό ήταν βουλγαρικό γιατί να του επιτίθεται βουλγαρική συμμορία; Μια πρόχειρη γενική απάντηση που δίνεται από Σερραίους ερευνητές είναι ότι σλαβόφωνοι κάτοικοι του χωριού πιέστηκαν βίαια από τους κομιτατζήδες για να αποκηρύξουν το Πατριαρχείο και να προσηλυτισθούν στην Βουλγαρική Εξαρχία.   

            Η γνώμη μου είναι ότι στο Λάκκος η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Βουλγαρόφρονες πλην όμως υπήρχαν και αρκετοί με Ελληνική συνείδηση. Αυτούς τους τελευταίους ήθελαν να τρομοκρατήσουν ή και να εξοντώσουν οι Κομιτατζήδες κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα.

            Η άποψη αυτή στηρίζεται και σε πληροφορία από το βιβλίο «ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ του πληθυσμού και εθνικότητας των Νομών Σερρών και Δράμας» της Επιτελικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Στρατού, Αθήναι 1919, από το οποίο πληροφορούμαστε ότι προ του Α΄ Βαλκανικού πολέμου του 1912, στη στήλη «Βούλγαροι σχισματικοί», το χωριό Λάκκος είχε  275 (κατοίκους), ενώ σε διπλανή στήλη «Σχισματικοί μέχρι του 1912 ορθόδοξοι σήμερα (εννοείται κατ’ Αύγουστο του 1915) 50 (κατοίκους, 24 άρρενες και 26 θήλεις). Τέλος σε άλλη στήλη αναφέρεται: «Βούλγαροι μεταναστεύσαντες» 225.

            Μια σημαντική επίσης πληροφορία για το Λάκκος αντλούμε και πάλι από το αναφερθέν βιβλίο των Georgiev και Schishkov, στη σ. 48, στο οποίο δημοσιεύεται έγγραφο της 13 Ιουλίου 1915, του Μητροπολίτη Σερρών Απόστολου στο οποίο, σε απάντηση διαταγής του Ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, ενημερώνει ο Δεσπότης την Νομαρχία Σερρών και την πληροφορεί ότι το Λάκκος κατατάσσεται στα καθαρά Βουλγαρικά χωρία μη αναγνωρίζοντα την Ι. Μητρόπολιν προ της καταλήψεως της περιοχής υπό του Ελληνικού Στρατού το 1913 και ότι έχει πυρποληθεί απ’ αυτόν.

            Το Λάκκος με τους λιγοστούς εναπομείναντες κατοίκους, κατοικήθηκε και έως την Τρίτη βουλγαρική κατοχή του 1941-44. Δεν διαθέτουμε στοιχεία αν επέστρεψαν και πόσοι από τους 225 μεταναστεύσαντες το 1913. Πάντως δύο μήνες μετά την φυγή των Βουλγάρων πολιτών, αρχές Σεπτεμβρίου 1944 και ένα μήνα μετά την αποχώρηση του βουλγαρικού στρατού από τις Σέρρες, από την εφημερίδα Νίκη της 22/11/1944 διαβάζουμε: «Σέρρες 21: Ομάδα Αντών Τσαουσικών έκλεψε από το χωριό Λάκκος 26 γουρούνια του Ηλία Στάγγου, 1 φοράδα, 4 χιλ. λέβα και ρουχισμό. Από τον Νικ. Κυριάκη πήραν 6 βόδια, 1 μουλάρι και ρουχισμό. Από τον Κ. Κάντζα ένα τόπι σαγιάκι και του έβγαλαν και τα παπούτσια ακόμα».

            Ακολούθησε ο εμφύλιος πόλεμος κατά τον οποίο πολλά ορεινά χωριά και του Ν. Σερρών εκκενώθηκαν για να μην τροφοδοτούνται οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού, που δρούσαν κυρίως στις ορεινές περιοχές.

            Σύμφωνα με πληροφορία από την Ελληνική wikipedia ο οικισμός Λάκκος του νομού Σερρών καταργήθηκε το 1951.

            Τέλος από το χωριό Λάκκος κατάγονταν ο πολιτικός και κατ’ επανάληψη βουλευτής Πέτρος Ιακώβου, που ως δίγλωσσος είχε βοηθήσει τον Ελληνικό στρατό στη διάρκεια του β΄ Βαλκανικού πολέμου το 1913 στην μετάφραση βουλγαρικών εγγράφων και εντολών που διακινούνταν με τον τηλέγραφο.