ΕΛΛΑΔΑ

Πανηγύρια σε κλοιό ελέγχων: Φόβος, πρόστιμα και ο κίνδυνος για ένα έθιμο αιώνων

Οι αυστηροί έλεγχοι των τελευταίων ετών φέρνουν τους συλλόγους σε αδιέξοδο, απειλώντας με αφανισμό την πιο αυθεντική λαϊκή έκφραση της ελληνικής υπαίθρου

Οι αυστηροί έλεγχοι των τελευταίων ετών φέρνουν τους συλλόγους σε αδιέξοδο, απειλώντας με αφανισμό την πιο αυθεντική λαϊκή έκφραση της ελληνικής υπαίθρου

Το καλοκαίρι, για δεκαετίες, σήμαινε επανένωση. Ήταν η εποχή που τα χωριά ζωντάνευαν ξανά, με τον ήχο του κλαρίνου, τις φωνές των παιδιών στις πλατείες και την αγκαλιά των αποδήμων που επέστρεφαν, έστω και για λίγες μέρες, στον τόπο τους. Τα πανηγύρια δεν ήταν απλώς γιορτές. Ήταν θεσμοί – άρρηκτα δεμένοι με την ταυτότητα των μικρών κοινωνιών. Ωστόσο, τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό το ζωντανό κομμάτι της παράδοσης μοιάζει να ασφυκτιά κάτω από τον βαρύ ζυγό της νομοθεσίας.

Οι έλεγχοι που ξεκίνησαν με ένταση από πέρυσι και εντάθηκαν φέτος, άγγιξαν πλέον κάθε πτυχή των διοργανώσεων: από τις φορολογικές υποχρεώσεις και τα υγειονομικά μέτρα, μέχρι τις ώρες λειτουργίας και τις άδειες των ψησταριών. Σωματεία και ενώσεις καταγγέλλουν ότι αντιμετωπίζονται σαν επιχειρηματίες, σαν επαγγελματικοί φορείς που στοχεύουν στο κέρδος – αγνοώντας πλήρως τη βαθιά εθελοντική και πολιτισμική τους προσφορά.

Η πραγματικότητα είναι πως δεν πρόκειται για επαγγελματικές δραστηριότητες αλλά για συλλογικές προσπάθειες, με εθελοντές που συνεισφέρουν για να κρατήσουν τα χωριά όρθια, να δώσουν λίγο φως σε τόπους που τους βαραίνει η σιωπή του χειμώνα και η σκιά της ερήμωσης. Η παρουσία των αποδήμων στα πανηγύρια δεν έχει μονάχα συναισθηματικό φορτίο – είναι ανάσα ζωής για τις κοινότητες που παλεύουν με τη φθορά του χρόνου και την εγκατάλειψη.

Το αυστηρό νομικό πλαίσιο όμως, όπως εφαρμόζεται, λειτουργεί αποτρεπτικά. Οι πρόστιμα, οι αυτόφωρες διαδικασίες, οι διαρκείς παρεμβάσεις δημιουργούν ένα τοξικό περιβάλλον που πνίγει την αυθορμησία και την καρδιά του εθίμου. Όλο και περισσότεροι σύλλογοι φοβούνται να αναλάβουν την ευθύνη της διοργάνωσης, με αποτέλεσμα να λιγοστεύουν οι εκδηλώσεις, ακόμα και σε περιοχές με ισχυρή παράδοση.

Η ανάγκη για έλεγχο και τήρηση κανόνων είναι εύλογη. Όμως η ισοπεδωτική εφαρμογή του νόμου, χωρίς καμία πρόβλεψη για την ιδιαιτερότητα των πολιτιστικών αυτών δράσεων, υπονομεύει την ουσία τους. Αυτό που ζητούν οι σύλλογοι δεν είναι ατιμωρησία – είναι αναγνώριση. Ζητούν ένα λειτουργικό πλαίσιο που να κατανοεί τη διαφορά ανάμεσα σε μια λαϊκή γιορτή και μια εμπορική εκδήλωση.

Οι φωνές που υψώθηκαν από οργανώσεις όπως η Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδας δεν είναι απλές διαμαρτυρίες. Είναι μια κραυγή αγωνίας για το αύριο της ελληνικής υπαίθρου. Αν τα πανηγύρια χαθούν, μαζί τους χάνεται ένας ζωντανός κρίκος με το παρελθόν – ένα νήμα που ενώνει γενιές, τόπους και ψυχές.

Ο πολιτισμός δεν επιβάλλεται με νόμους, χτίζεται με πίστη, μνήμη και κοινή εμπειρία. Και τα πανηγύρια είναι το ζωντανότερο κομμάτι αυτής της εμπειρίας. Αντί να πνιγούν από γραφειοκρατία και υπερβολικό ζήλο, πρέπει να προστατευτούν. Όχι για να συνεχίσουν «όπως παλιά», αλλά για να υπάρξουν στο αύριο. Με σεβασμό, ισορροπία και εμπιστοσύνη σε εκείνους που τα κρατούν ζωντανά.