ΣΗΜΕΙΑ ΑΙΧΜΗΣ

Το άγος του πολέμου, δοκιμασία του ανθρώπου παράφορη

Παναγιώτης Σωτηρόπουλος, Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ

Παναγιώτης Σωτηρόπουλος, Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ

Ο πόλεμος είναι μια εμπειρία που δοκιμάζει τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς και αντοχής. Αναδεικνύει την παραφορά εσωτερικών δυνάμεων στην καταστροφική τους εκδίπλωση αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος, ως αδύναμο και απομονωμένο άτομο, αντιμετωπίζει τον κατακλυσμό μιας σύγκρουσης που τον ξεπερνάει πολύ. Είτε στην εκδοχή της αδυσώπητης, ανεύσπλαχνης συμπεριφοράς, άθυρμα μηχανισμών και φονικών ενστίκτων, είτε στην άλλη της ευάλωτης ύπαρξης, είναι η δική μας κάθε φορά αποκαλυμμένη εικόνα που προβάλλει. Ό,τι κουβαλάει μαζί του λάφυρο πολέμου ο άνθρωπος είναι λεία των δικών του δαιμόνων και χίμαιρων.

«Για να μην αναφέρουμε τις πομπές που ανέβαιναν στην πρώτη γραμμή, με τα πόδια, με καροτσάκια, με φορτηγά, και που έπρεπε να αφήσουμε να περάσουν παρατηρώντας ο ένας δίπλα στον άλλο όσο πιο κοντά μπορούσαμε. Οι νέοι μας κοιτούσαν με τα μελαγχολικά τους μάτια. Κανείς δεν κουνήθηκε, κανένας δεν μίλησε.

Ήταν σαν χλωμά ζώα ντυμένα στα μπλε που άφηναν τους εαυτούς τους να οδηγηθούν πειθήνια προς το μεγάλο σφαγείο. » Philippe Claudel, Les âmes grises.
Αν αναλογισθούμε το οδοιπορικό των συγκρούσεων όπως αποτυπώνεται στις βραχογραφίες, ανατέμνεται στις τραγωδίες, περιγράφεται στη λογοτεχνία και αναπαριστάνεται στη ζωγραφική θα διαπιστώσουμε πως προτιμήσαμε να θεοποιήσουμε τον πόλεμο και να εξορίσουμε το θείο από την κοινωνία. Η αποτύπωση των εμπειριών του πολέμου ως εικόνας που κομίζει την ερήμωση και την παραίτηση που συνοδεύουν την εξόδιο ακολουθία ακόμη και των ηρωικών εκρήξεων που προκαλεί, εμπεριέχει την αίσθηση της ιεροσυλίας. Από τους Πέρσες του Αισχύλου, την πρώτη σχεδόν από τις τραγωδίες του πολέμου, όπου θέμα αναπαράστασης και προβληματισμού είναι η φρίκη του πολέμου, το άφατο άλγος των θυμάτων που επιφέρει το άγος του πολέμου, είναι μια αποκρουστική πρόσωπο με πρόσωπο, οδυνηρή έκθεση, μερικές φορές πέρα ​​από υποφερτό. Ανώνυμα θύματα, όπως οι γυναίκες από την Τροία που πολεμούν και προσπαθούν να προστατεύσουν την πόλη τους όταν τα παιδιά τους σφαγιάστηκαν από τους πολεμιστές που ξεχύθηκαν από το Δούρειο Ίππο: παγωμένα κορμιά σε έναν μακάβριο κύκλο όπως αποτυπώνονται με ένταση μοναδική στην Ιλίου Πέρσιν, δηλαδή την Άλωση της Τροίας, στην περίτεχνη απεικόνιση του ταφικού Πίθου της Μυκόνου (675 π.Χ.). Σαν μια μακρά ηχώ, οι ηττημένοι, οι Τρώες ή οι Πέρσες, ή ακόμα και οι Μήλιοι που σφαγιάστηκαν από τους Αθηναίους το 416 π.Χ. επαναφέρουν στη μνήμη πως οι κλαγγές των όπλων σηματοδοτούν την έκπτωση του ανθρώπου.

Από τις διαμετρικά αντιτιθέμενες απόψεις του Άγγλου φιλοσόφου του 17ου αιώνα Thomas Hobbes που θεωρεί στο Leviathan, 1651 ότι ο «πόλεμος όλων εναντίον όλων» υπήρχε από την αυγή της ανθρωπότητας και του Jean-Jacques Rousseau, ότι ο άνθρωπος σύρθηκε στην «πιο φρικτή κατάσταση πολέμου» από την «αναδυόμενη κοινωνία» ((Discours sur l’origine et les fondements de l’inégalité parmi les hommes, 1755) αποκρυσταλλώθηκε πως κινητήριος μοχλός του πόλεμου δεν είναι σκοτεινά πάθη, φονικά ένστικτα και ανομολόγητες επιθυμίες ανθρώπων, των «αρχέγονων ορδών» όπως αποκαλούσε ο Freud. Η αρχική σχεδόν αρχετυπική εικόνα του προϊστορικού ανθρώπου κυνηγού, θηρευτή, από τη φύση του επιθετικού, προέκυψε ότι ο πόλεμος δεν ήταν παρά ένα ανθρωποκυνηγητό. Αντί για την ανταλλαγή ανθρώπου-φύσης που προκύπτει ως πράξη κοινωνικοποίησης από την αναγκαία συμβιωτική σχέση τους και κορυφώνεται με το διαμοιρασμό της τροφής, διέβλεπαν τη θανάτωση στο ζωικό βασίλειο ως έκφραση μιας εγγενούς ανθρώπινης βίας. Μεσολάβησαν αιώνες για να επικρατήσει σταδιακά στη θέση μιας φαντασιακής κατασκευής επικαθορισμένης από τα ιδεολογικά ρεύματα του 19 ου αιώνα πως κυρίαρχη αιτία για την πυροδότηση πολέμων ήταν η οικειοποίηση εδαφών που συχνά συνδέονταν με την επέκταση στη μορφή μεταναστευτικών ή αποικιοκρατικών ρευμάτων. Για να φθάσουμε κατ’ επέκταση στη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης και τη συνεχή κερδοφορία μέσω του ελέγχου των πλουτοπαραγωγικών πηγών.

Οι έρευνες στο πεδίο των γνωσιακών επιστημών έδειξαν ότι η βίαιη συμπεριφορά δεν καθορίζεται γενετικά. Ακόμα κι αν εξαρτάται από ορισμένες γνωστικές δομές, το οικογενειακό περιβάλλον και το κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη γένεσή της. Αναδείχθηκε επιπλέον ότι τα ανθρώπινα όντα είναι εκ φύσεως ενσυναίσθητα και τα αισθήματα φιλευσπλαχνίας, αλληλεγγύης και αλτρουισμού είναι το πρόσφορο έδαφος πάνω στο οποίο ανθίζει το ανθρωπιστικό κίνημα. Όπως μαρτυρούν τα ευρήματα, ακόμη και στις ομάδες των προϊστορικών ανθρώπων είχαν θέση και φροντίδα τραυματισμένοι, άτομα με σωματική αναπηρία ή νοητική υστέρηση.
 
Ο πόλεμος είναι μια σκληρή δοκιμασία για τα όρια της ανοχής μας, του ανθρωπισμού μας. Η συμπόνια και η αλληλοβοήθεια, η συνεργασία και η αλληλεγγύη, όταν πρυτανεύουν έναντι του αδηφάγου ανταγωνισμού και της επιθετικότητας, ήταν συχνά βασικοί παράγοντες για την εξελικτική επιτυχία του ανθρώπινου είδους.